Ο ρόλος της μύτης είναι να φιλτράρει, να εφυγραίνει και να θερμαίνει τον αέρα και γενικά να τον προετοιμάζει προτού αυτός κατέβει στους πνεύμονες. Οτιδήποτε, συνεπώς, εμποδίζει τη συγκεκριμένη λειτουργία, προκαλεί προβλήματα.
Ρινική απόφραξη έχουμε όταν για κάποιο λόγο περιορίζεται η ροή του αέρα μέσα και έξω από τις ρινικές κοιλότητες, επηρεάζοντας τη μία ή και τις δύο από αυτές, δημιουργώντας δυσκολία στην αναπνοή από τη μύτη.
«Συνήθως, η ρινική απόφραξη προκαλείται, είτε από οίδημα του ρινικού ιστού, είτε από ανατομική απόφραξη, που έχει ως αποτέλεσμα τη στένωση των ρινικών κοιλοτήτων και την αίσθηση της συμφόρησης» τονίζει η κα Όλγα Χ. Παπαδοπούλου Διευθύντρια Ωτορινολαρυγγολόγος - Χειρουργός Κεφαλής & Τραχήλου στο Metropolitan Hospital. «Συχνά, η ρινική απόφραξη οφείλεται σε υπερβολική παραγωγή βλέννας, ή καταρροή και τις περισσότερες φορές υποχωρεί από μόνη της. Όταν όμως επιμένει, μπορεί να είναι σύμπτωμα άλλων αιτιών και αποτελεί μια κατάσταση που χρειάζεται περαιτέρω διερεύνηση», προσθέτει.
Ποια είναι τα συμπτώματά της;
Τα πιο συνηθισμένα συμπτώματα της ρινικής απόφραξης είναι η βουλωμένη μύτη, οι οπισθορρινικές εκκρίσεις, ο πονοκέφαλος, η προσωπαλγία, η αλλαγή της χροιάς της φωνής και ο βήχας. Ένα άλλο σύμπτωμα είναι η ξηροστομία, που προκαλείται λόγω της αναπνοής από το στόμα, και όχι τη μύτη, και γίνεται περισσότερο αντιληπτή το πρωί, η οποία μπορεί και να εξελιχθεί σε φαρυγγίτιδα ή αμυγδαλίτιδα.
Άλλα συμπτώματα της ρινικής συμφόρησης είναι το ροχαλητό, η απώλεια όσφρησης και η δυσκολία στην αναπνοή, λόγω του ότι η μύτη είναι γεμάτη εκκρίσεις, αλλά και το μπούκωμα στα αυτιά, η αίσθηση δηλαδή της πληρότητας σε αυτά. Να σημειωθεί ότι η μερική ή η ολική απόφραξη του ρινικού αναπνευστικού αεραγωγού, μπορεί να προκαλέσει έντονη δυσφορία, αναγκάζοντας το ασθενή να αναπνέει από το στόμα, με αποτέλεσμα οι απλές καθημερινές λειτουργίες, όπως η σίτιση και η άσκηση, να γίνονται δύσκολες.
Σε αυτές τις περιπτώσεις και μάλιστα όταν ρινική συμφόρηση είναι επίμονη και παρατεταμένη ο πάσχων επιβάλλεται να επισκεφθεί τον ειδικό ιατρό.
Αιτίες της ρινικής απόφραξης στα παιδιά και στους ενήλικες
Στις πιο συχνές αιτίες της ρινικής απόφραξης, πέρα από τις αλλεργίες που αφορούν εξίσου τους ενήλικες και τα παιδιά, συμπεριλαμβάνονται οι κολπίτιδες, όπως είναι η γνωστή ιγμορίτιδα, οι σφηνοειδίτιδες, οι ηθμοειδίτιδες και η μετωπιαία κολπίτιδα. Άλλη αιτία είναι οι ρινικοί πολύποδες (σχηματισμοί που μοιάζουν με ρόγες από σταφύλια), οι οποίοι κλείνουν τις ρινικές κοιλότητες και δεν επιτρέπουν να περάσει ο αέρας.
Ακόμη η σκολίωση του ρινικού διαφράγματος (στραβό διάφραγμα), η υπερτροφία των ρινικών κογχών, -που παρατηρούμε μετά από λοιμώξεις ή σε άτομα με έντονες αλλεργίες, στα οποία διογκώνονται οι κόγχες-, οι λεπτές ραβδώσεις στα πλαϊνά τοιχώματα της μύτης, εμποδίζουν τη ροή του αέρα.
«Στα παιδιά, η κύρια αιτία της ρινικής απόφραξης είναι οι αδενοειδείς εκβλαστήσεις, τα γνωστά κρεατάκια, που σαν εικόνα μοιάζουν με μισό πορτοκάλι κολλημένο στο ρινοφάρυγγα, που κλείνει τις ρινικές χοάνες.
Ιδιαίτερη προσοχή θέλει στα μικρά παιδιά, η μονόπλευρη απόφραξη της ρινικής θαλάμης για μεγάλο χρονικό διάστημα, που συνοδεύεται από κιτρινοπράσινη δύσοσμη βλέννα, η οποία θα πρέπει να θέτει στους γονείς την υποψία ύπαρξης ξένου σώματος.
Τέλος, μια ακόμα αιτία της ρινικής απόφραξης μπορεί να είναι οι όγκοι στη μύτη, οι οποίοι διακρίνονται σε καλοήθεις και κακοήθεις», επισημαίνει η ωτορινολαρυγγολόγος.
Πώς γίνεται η διάγνωση και ποια μπορεί να είναι η θεραπεία;
Η διάγνωση της ρινικής απόφραξης γίνεται με τη λήψη ενός πολύ σωστού και πλήρους ιστορικού από τον ασθενή.
«Η ρινοσκόπηση βοηθά τον ιατρό να δει τι γίνεται μέσα στη μύτη, ενώ με την ενδοσκόπηση, οι κάμερες μας βοηθούν να μπούμε και να καταγράψουμε την κατάσταση όλης της μύτης. Η συντηρητική αγωγή, όταν έχουμε λοιμώξεις ή αλλεργίες, είναι οι ρινικές πλύσεις με αλατούχα διαλύματα, ο γνωστός σε όλους μας φυσιολογικός ορός και τα ρινικά σπρέι τοπικής δράσης. Φυσικά, αποφεύγουμε τα γνωστά αλλεργιογόνα. Επίσης, δεν καπνίζουμε, γιατί αυτό χειροτερεύει την απόφραξη.
Συνεπώς, ανάλογα με την περίπτωση, μπορεί να συνταγογραφηθούν τοπικά στεροειδή ή αντιισταμινικά σπρέι. Σε πιο σοβαρές περιπτώσεις μπορεί να γίνει χρήση κορτιζόνης ή αντιισταμινικών από το στόμα. Τέλος, αν υπάρχει λοίμωξη, χορηγούνται αντιβιοτικά» εξηγεί η ειδικός.
Προσοχή όμως: «Στην περίπτωση που υπάρχει ανατομική απόφραξη, όπως όταν έχουμε ένα στραβό διάφραγμα ή πολύποδες, πρέπει να γίνει χειρουργείο για την έγκαιρη και αποτελεσματική αντιμετώπιση της κατάστασης. Τα χειρουργεία πλέον είναι ενδοσκοπικά, με κάμερες, ώστε να είναι δυνατή η πρόσβαση σε όλες τις κοιλότητες της μύτης, για να αφαιρεθούν οι πολύποδες, να καθαριστούν τα ιγμόρεια και να απομακρυνθούν τα ξένα σώματα», καταλήγει η κα Παπαδοπούλου.