Την πρωτιά του ΣΥΡΙΖΑ θέτει ως βασική προϋπόθεση για την προοδευτική διακυβέρνηση ο Αλέξης Τσίπρας, στέλνοντας μήνυμα στον Νίκο Ανδρουλάκη ότι με τη στάση του ευνοεί την κυβέρνηση. « Ή με τη Δεξιά θα είσαι ή με τη δημοκρατική παράταξη» είναι η αναφορά που κάνει σχετικά με τη στάση του ΚΙΝΑΛ, σε συνέντευξή του στην Αυγή, ζητώντας εκλογές άμεσα και υποστηρίζοντας ότι είναι έτοιμος να κυβερνήσει έχοντας έτοιμες τις πρώτες νομοθετικές ρυθμίσεις.
Επαναφέροντας στο προσκήνιο το πρόγραμμα της Θεσσαλονίκης, ξεκινά μαι πλειοδοσία παροχών, παράλληλα με το αίτημα για εκλογές, και υπόσχεται 800 ευρώ κατώτατο μισθό, καθώς και μηδενισμό ή δραστική μείωση του χρέους των μικρομεσαίων επιχειρήσεων που δημιουργήθηκε εξαιτίας της πανδημίας.
«Σας διαβεβαιώ ότι είμαστε πιο έτοιμοι από ποτέ, πιο έμπειροι και πιο αποφασισμένοι. Και ξέρουμε και θέλουμε και μπορούμε», υποστηρίζει ο Αλέξης Τσίπρας, επισημαίνοντας ότι ο ΣΥΡΙΖΑ ζητάει εκλογές γιατί «είναι η μόνη δημοκρατική διέξοδος από αυτή την κατάσταση πολιορκίας».
Την ώρα που η εσωστρέφεια στον ΣΥΡΙΖΑ χτυπάει «κόκκινο», ο ίδιος εμφανίζεται να προσομοιάζει το επιχείρημα της εσωκομματικής αντιπολίτευσης για τη δημιουργία ενός «star system» μέσα στο κόμμα με το «αντίστοιχο της αριστοκρατίας που δεν επιθυμούσε το δικαίωμα ψήφου να γίνει καθολικό διότι οι πολλοί δεν ήξεραν να ψηφίσουν ορθά».
Ο Αλ. Τσίπρας αναφέρεται στις βασικές προτεραιότητες και τις νομοθετικές πρωτοβουλίες που θα αναπτύξει αν εκλεγεί: «Εχουμε ήδη έτοιμες τις πρώτες νομοθετικές παρεμβάσεις, που αγκαλιάζουν όλο το εύρος προβλημάτων της κοινωνικής πλειοψηφίας. Κατάργηση των αντεργατικών νόμων και στήριξη της εργασίας. Αυστηρή εφαρμογή του οκτάωρου και πειραματική εφαρμογή του 35ωρου. Ανάκτηση από το κράτος της ευθύνης για την επικουρική ασφάλιση. Προοδευτική μεταρρύθμιση στην Παιδεία και την Υγεία. Με θεμέλιο σε όλες μας τις τομές και παρεμβάσεις ένα σύγχρονο, ανοιχτό στον πολίτη, δημοκρατικό, κοινωνικό και ισχυρό κράτος».
Για την αντιμετώπιση της ακρίβειας
Αναπτύσσοντας τις θέσεις του για την αντιμετώπιση της ακρίβειας αναφέρει: «Με την εκλογή της νέας κυβέρνησης, θα αυξήσουμε τον κατώτατο μισθό στα 800 ευρώ, γεγονός που θα συμπαρασύρει όλα τα μισθολογικά κλιμάκια στον ιδιωτικό τομέα. Θα μηδενίσουμε ή θα μειώσουμε δραστικά το χρέος των μικρομεσαίων επιχειρήσεων που δημιουργήθηκε εξαιτίας της πανδημίας. Και θα προχωρήσουμε σε προσωρινά μέτρα ανακούφισης νοικοκυριών και επιχειρήσεων για όσο διαρκεί η κρίση. Όπως η μείωση του ΕΦΚ στα καύσιμα, στο κατώτατο όριο που προβλέπει η Ευρωπαϊκή Επιτροπή, και η μείωση του ΦΠΑ στα βασικά τρόφιμα, στον κατώτατο συντελεστή του 6%. Ταυτόχρονα, θα βάλουμε μόνιμα και αποφασιστικά τέρμα στην ασυδοσία των καρτέλ, με εντατικούς ελέγχους και ενισχύοντας τον θεσμικό ρόλο και τα εργαλεία ελέγχου τόσο της Επιτροπής Ανταγωνισμού όσο και της ΡΑΕ».
Για τις δημοσκοπήσεις
Ο Αλ. Τσίπρας αναφέρεται και στις δημοσκοπήσεις, φέρνοντας ως παράδειγμα τις πρόσφατες εκλογές στην Πορτογαλία: «Στις πρόσφατες εκλογές στην Πορτογαλία, οι δημοσκοπήσεις έδειχναν ντέρμπι και τελικά η Δεξιά έχασε με 13 μονάδες. Οι δημοσκοπήσεις είναι χρήσιμο εργαλείο, αλλά η πείρα μας λέει ότι καλό είναι να μην βασίζεται κανείς αποκλειστικά σε αυτό. Εδώ σε μας, στις εκλογές του Σεπτεμβρίου του 2015, οι δημοσκοπήσεις έδειχναν ισοπαλία, αλλά ο ΣΥΡΙΖΑ κέρδισε με 9 μονάδες διαφορά. Στις δημοσκοπήσεις για το δημοψήφισμα, το ΝΑΙ προηγούνταν 3 μονάδες και βγήκε το ΟΧΙ με 24 μονάδες. Στις δημοσκοπήσεις των εκλογών του Ιουλίου του 2019, δύο μέρες πριν, ο μέσος όρος όλων των εταιρειών έδινε στον ΣΥΡΙΖΑ 24%. Πήρε 31,6%. Οι δημοσκοπήσεις που διεξήχθησαν προ ολίγων μηνών για τις εσωκομματικές εκλογές στο ΚΙΝ.ΑΛΛ. έδιναν τον κ. Λοβέρδο νικητή με διαφορά. Ήρθε τρίτος. Συνεπώς υπάρχει ένα θεματάκι με την αξιοπιστία των μετρήσεων. Και δεν αναφέρομαι εδώ στο δημόσιο χρήμα, που κατά καιρούς επενδύεται για να αναδειχτεί δημοσκοπικός θριαμβευτής ο κ. Μητσοτάκης. Αλλά για τη δυνατότητα των δημοσκοπήσεων να εκτιμούν με ακρίβεια τα ποσοστά του ΣΥΡΙΖΑ. Ενδεχομένως να έχει να κάνει με τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά, δημογραφικά και κοινωνικά, ενός τμήματος των ψηφοφόρων μας. Σε κάθε περίπτωση, το ασφαλέστερο κριτήριο της ακρίβειας των δημοσκοπήσεων είναι πάντοτε η κάλπη».
«Ή με τη Δεξιά θα είσαι ή με τη δημοκρατική παράταξη»
Για τη δημοσκοπική άνοδο του ΚΙΝΑΛ αναφέρει: «Επιτρέψτε μου να έχω τις αμφιβολίες μου για το κατά πόσο ισχύει ότι προσελκύει οριζόντια και ισόποσα ψηφοφόρους από τα δύο κόμματα.…Σε κάθε περίπτωση, και με δεδομένο ότι για μας αντίπαλος είναι μόνο η Δεξιά και ο κ. Μητσοτάκης, θα δεχόμουν χωρίς κανένα φόβο έναν «ανταγωνισμό προόδου» με το ΚΙΝΑΛ. Φοβάμαι όμως ότι αυτό που, τουλάχιστον μέχρι στιγμής, βλέπουμε είναι ένας παλαιάς κοπής διμέτωπος και μια άρνηση να αποκλείσει συναινέσεις και συνεργασίες με τη Δεξιά, παρότι ήταν αυτές οι συνεργασίες που οδήγησαν το κόμμα αυτό σε συρρίκνωση και τη χώρα σε τραγωδίες..Όταν ένα αντιπολιτευτικό κόμμα κρατά ίσες αποστάσεις από την κυβέρνηση και από την αντιπολίτευση, ευνοεί την κυβέρνηση. Πόσο δε μάλλον μια κυβέρνηση που πηγαίνει από αποτυχία σε αποτυχία. Σε κάθε περίπτωση, το έχω ξαναπεί, δεν είναι εύκολο να κρατά κανείς ίσες αποστάσεις από τη Δεξιά και να θέλει ταυτόχρονα να εκφράσει τη δημοκρατική παράταξη. Ή με τη Δεξιά θα είσαι ή με τη δημοκρατική παράταξη».
«Η καθαρή πρωτιά ΣΥΡΙΖΑ βασική προϋπόθεση για την προοδευτική διακυβέρνηση»
Για την κυβέρνηση συνεργασίας μετά τις εκλογές αναφέρει: «Η λαϊκή ετυμηγορία θα είναι αυτή που θα καθορίσει τις εξελίξεις. Η καθαρή πρωτιά του ΣΥΡΙΖΑ στις εκλογές αποτελεί βασική προϋπόθεση για την προοδευτική διακυβέρνηση και για εξελίξεις σε όφελος της κοινωνικής πλειοψηφίας. Ανάμεσα στην περίοδο πριν και μετά τις εκλογές υπάρχουν οι εκλογές. Η λαϊκή βούληση θα βάλει μπροστά σε κάθε κόμμα το κρίσιμο ζήτημα της διακυβέρνησης, στο οποίο θα κληθεί να απαντήσει»
Για την εκλογή της ηγεσίας από τη βάση και τις επικρίσεις ότι «έτσι δημιουργείται ένα “star system” στο κόμμα», αφού σημειώνει ότι σέβεται τη διαφορετική άποψη και δηλώνει ότι μπορεί να διεξαχθεί μια πολύ ουσιαστική και γόνιμη συζήτηση στην πορεία του προσυνεδριακού διαλόγου., απαντά: «…Αν ισχύει ότι είναι ένα πρόβλημα η εκλογή στα καθοδηγητικά όργανα του κόμματος των δημοφιλών συντρόφων μας ή στη Βουλή των δημοφιλών υποψηφίων και όχι των ικανών, η απάντηση στο πρόβλημα δεν είναι η λιγότερη δημοκρατία. Δεν πιστεύω στο προνόμιο των λίγων να επιλέγουν με ορθότερα κριτήρια έναντι των πολλών που δεν ξέρουν. Και αν “δεν ξέρουν”, υποχρέωση όλων εμάς των αριστερών είναι να μάθουν. Καθ’ υπερβολήν θα έλεγα ότι το επιχείρημα αυτό προσομοιάζει με το αντίστοιχο της αριστοκρατίας, που δεν επιθυμούσε το δικαίωμα ψήφου να γίνει καθολικό διότι οι πολλοί δεν ήξεραν να ψηφίσουν ορθά, όπως ήξεραν οι ευγενείς, που είχαν μέχρι τότε το προνόμιο αυτό».