Η κ. Υπουργός Παιδείας & Θρησκευμάτων και ο κ. Υπουργός Προστασίας του Πολίτη έδωσαν συνέντευξη Τύπου για να παρουσιάσουν το νέο και πολυσυζητημένο νομοσχέδιο για την εκπαίδευση και την ασφάλεια. Πρόκειται για ένα νομοσχέδιο που ήδη από την προαναγγελία του, είχε ξεσηκώσει ποικίλες αντιδράσεις εντός της πανεπιστημιακής κοινότητας, τόσο από φοιτητές όσο και από μέλη ΔΕΠ. Αφορμή αυτών των αντιδράσεων είναι οι τρεις βασικοί άξονές του:
α) Εισαγωγή στην Τριτοβάθμια Εκπαίδευση
β) Πολιτική Ασφάλειας και Προστασίας των Α.Ε.Ι.
γ) Πειθαρχικό Δίκαιο
Για τον πρώτο άξονα, θα προτιμήσω να μην μιλήσω καθόλου, διότι άπτεται πολλών ζητημάτων σχετικά με τη δευτεροβάθμια εκπαίδευση και τη σχέση της με την τριτοβάθμια, τα οποία δεν τα γνωρίζω καλά. Επειδή όμως προσφάτως διεξήγαγα έρευνα σε Πανεπιστήμια της Ευρώπης, σχετιζόμενη με τους δύο τελευταίους άξονες, θα ήθελα να καταθέσω κάποιες σκέψεις, έχοντας διαβάσει προσεκτικά και το νομοσχέδιο και έχοντας ασχοληθεί στο παρελθόν ξανά με ζητήματα ακαδημαϊκής ηθικής σε διεθνές συνέδριο που είχα διοργανώσει το 2013 ως φοιτητής.
Το βασικό συμπέρασμα που προέκυψε από την έρευνά μου είναι ότι στα περισσότερα Πανεπιστήμια της Ευρώπης - επειδή αυτά αποτελούν δημόσιο χώρο - η είσοδος και παρουσία της αστυνομίας εντός των Πανεπιστημιουπόλεων θεωρείται δεδομένη και δεν προκαλεί προβλήματα και αντιδράσεις, είτε αιτιολογείται λόγω εμφάνισης παραβατικής συμπεριφοράς είτε γίνεται για προληπτικούς ελέγχους.
Υπάρχουν Πανεπιστήμια στα οποία η αστυνομία εκτελεί συχνά περιπολίες (π.χ. Λετονία), υπάρχουν Πανεπιστήμια που έχουν συνάψει επίσημη συμφωνία με αστυνομικές διευθύνσεις για την προστασία του χώρου τους (Κρακοβία) και υπάρχουν και Πανεπιστήμια, των οποίων οι υπεύθυνοι έδειξαν έκπληκτοι, όταν τους ρώτησα αν υπάρχουν αντιδράσεις από φοιτητές ή παρατάξεις σε τυχόν επεμβάσεις της αστυνομίας στον χώρο τους, δείχνοντας ότι μάλλον δεν καταλάβαιναν σε τι είδους πραγματικότητα αναφερόμουν (Στοκχόλμη, Όσλο).
Όπως είναι προφανές από τις κινητοποιήσεις φοιτητών και από ψηφίσματα ενάντια στην πανεπιστημιακή αστυνομία στα οποία συμμετέχουν ακόμη και μέλη ΔΕΠ(!), η ελληνική πραγματικότητα φαίνεται να βρίσκεται στον αντίποδα της υπόλοιπης Ευρώπης. Όσον αφορά τα αίτια αυτής της κατάστασης, μπορεί κανείς να δώσει μερικές ξαναζεσταμένες απαντήσεις όπως ότι φταίει η έλλειψη Παιδείας ή η κακούργα κοινωνία ή ακόμη και η ηθική έκπτωση αξιών. Όλα αυτά όμως είναι τόσο γενικόλογα και χωρίς περιεχόμενο που στην ουσία δεν αποτελούν καν απαντήσεις. Τα προβλήματα που έχουμε να αντιμετωπίσουμε είναι πολύ πιο συγκεκριμένα και τα διακρίνει κανείς εύκολα σε καθημερινούς διαλόγους.
Σχετικά με τη συζήτηση για την Πανεπιστημιακή αστυνομία, οι περισσότεροι επικριτές της έχουν επιχειρήματα όπως «πάνε να εγκαθιδρύσουν χούντα» ή «δεν χρειάζεται η αστυνομία γιατί η κατάσταση δεν είναι τόσο άσχημη εντός των Πανεπιστημίων». Πρόκειται για εικόνες του παρελθόντος όπου η αστυνομία ταυτιζόταν με τη χούντα, από τις οποίες δεν μπορεί να ξεκολλήσει ένα μεγάλο μέρος των πολιτών και έτσι σκεφτόμενοι με κουτάκια, όπου βλέπουν αστυνομία φαντάζονται χούντες, ανεξαρτήτως των συγκυριών.
Αν όμως όλους αυτούς μπορούμε να τους δικαιολογήσουμε ως έναν βαθμό λόγω των εμπειριών τους από το παρελθόν, αυτούς που υποτιμούν την προβληματική κατάσταση εντός των Πανεπιστημίων, δεν μπορούμε να τους δικαιολογήσουμε. Όπως απάντησαν και αρκετά ξένα Πανεπιστήμια στην έρευνά μου, δεν μπορούν να διανοηθούν πώς γίνεται να υπάρχουν αντιδράσεις για παρουσία της αστυνομίας στα Πανεπιστήμια εφόσον συντελούνται παραβατικές συμπεριφορές.
Προσωπικά βρίσκω πολύ σωστή την απόφαση των Υπουργών να ορίσουν ότι η Ομάδα Προστασίας Πανεπιστημιακού Ιδρύματος (Ο.Π.Π.Ι) θα έχει μεν όλες τις αρμοδιότητες της ΕΛ.ΑΣ. αλλά θα είναι άοπλη, δείχνοντας ότι έχει κάθε καλή θέληση να χειριστεί την κατάσταση με πιο νηφάλιο τρόπο, εμπιστευόμενη τις ακαδημαϊκές κοινότητες της χώρας. Από εκεί και πέρα εναπόκειται στους ακαδημαϊκούς παραβάτες το αν με τις πράξεις τους θα κλιμακώσουν αυτή την ένταση και αν θα οδηγήσουν εν τέλει τα Πανεπιστήμια της χώρας σε πιο αυστηρά μέτρα ασφαλείας. Διότι όσες φωνές κατηγορούν την Κυβέρνηση για προσπάθεια αστυνόμευσης στο Πανεπιστήμιο, λησμονούν μια μεγάλη αλήθεια. Ότι αυτοί που έφεραν την αστυνομία στο Πανεπιστήμιο δεν είναι η Κυβέρνηση αλλά οι ίδιοι. Όσοι θεωρούσαν τόσα χρόνια το Πανεπιστήμιο σαν άσυλο ανομίας και παρανομίας και σαν ορμητήριο κοινωνικών αγώνων, εκμεταλλευόμενοι την απροθυμία ακαδημαϊκών να στραφούν εναντίον τους και προβαίνοντας σε ένα σωρό αξιόποινες πράξεις, αυτοί είναι που έφεραν την αστυνομία στο Πανεπιστήμιο.
Αν γινόταν στη χώρα μας αυτό που γίνεται για παράδειγμα στη Σουηδία ή στη Νορβηγία, όπου απουσιάζουν εντελώς τέτοια φαινόμενα παραβατικότητας από φοιτητές, τότε η αστυνομία θα περιόριζε τη δράση της μόνο στα υπόλοιπα σημεία της πόλης, αφού δεν θα χρειαζόταν στο Πανεπιστήμιο. Από τη στιγμή όμως που Σύγκλητοι εξαναγκάζονται να συνεδριάζουν κρυφά ακόμη και σε εξωπανεπιστημιακούς χώρους με τον φόβο ότι θα μπουκάρουν τραμπούκοι στη συνέλευση για να τους βγάλουν φωτογραφίες με κρεμασμένες ταμπέλες, απ’ τη στιγμή που έχουν σημειωθεί επανειλημμένως φθορές και κλοπές ακαδημαϊκού εξοπλισμού με Καθηγητές να χάνουν τους υπολογιστές τους και πολύτιμα αρχεία που είχαν σωσμένα εκεί, απ’ τη στιγμή που η κάθε μειοψηφία θεωρεί αναφαίρετο δικαίωμά της να εισβάλλει σε αίθουσες εν ώρα διδασκαλίας ή να καταλαμβάνει χώρους παρεμποδίζοντας την πλειοψηφία από τις ακαδημαϊκές της δραστηριότητες, απ’ τη στιγμή που έχουν σημειωθεί επανειλημμένα περιστατικά που αφορούν εμπόριο ναρκωτικών ή ακόμη και απόπειρες βιασμών εντός της Πανεπιστημιούπολης, ε δεν μπορεί να έχει αξιώσεις σοβαρότητας οποιοσδήποτε τολμά να ισχυριστεί ότι δεν χρειάζεται η αστυνομία εντός των Πανεπιστημίων.
Ως φοιτητής που πέρασε από αρκετές Σχολές, νιώθω μόνο απόγνωση βλέποντας τόσα χρόνια παραταξιάρχες και ακραίες ομάδες να δρουν ανενόχλητες μέσα στα Πανεπιστήμια κάνοντας κυριολεκτικά ό,τι θέλουν, τη στιγμή που όσοι κάνουν σωστά τη δουλειά τους εξαναγκάζονται να παίζουν κρυφτό ή να σιωπούν για να μην μπουν στο στόχαστρο. Αυτή δεν είναι εικόνα ενός σοβαρού ιδρύματος ούτε είναι εικόνα σοβαρού εκπαιδευτικού συστήματος. Οπότε όποιος εξοργίζεται με την ύπαρξη αστυνομίας στα Πανεπιστήμια, θα πρέπει να στρέψει μάλλον την οργή του προς αυτούς που πραγματικά ευθύνονται γι’ αυτή την εξέλιξη, τους παραβάτες και όσους τους καλύπτουν.
Υπό το φως όλων αυτών των σκέψεων, η προσπάθεια της (κάθε) Κυβέρνησης να θέσει ένα τέλος σε όλη αυτή την ακαδημαϊκή παραβατικότητα, αναβαθμίζοντας την ασφάλεια και την ποιότητα σπουδών μας, πρέπει να είναι ευπρόσδεκτες από κάθε φοιτητή που δεν επιθυμεί (περαιτέρω) υποβάθμιση του πτυχίου του. Μάλιστα, το συγκεκριμένο νομοσχέδιο είναι απολύτως σύμφωνο με αυτό που συμβαίνει στα περισσότερα Πανεπιστήμια της υπόλοιπη Ευρώπη (τουλάχιστον), όπου φωνές σαν τις παραπάνω για υπεράσπιση αντιγραφέων ή λογοκλόπων ή φωνές που απαιτούν να μπορεί η κάθε μειοψηφία να καταλαμβάνει χώρους ανενόχλητη, δεν θα περνούσαν καν ως σκέψη στο ευρύτερο ακαδημαϊκό προσωπικό.
Αν εντοπίζω μόνο ένα αδύνατο σημείο στο συγκεκριμένο νομοσχέδιο, αυτό αφορά το ότι θέτει ως βασικούς αρμόδιους για τουςπειθαρχικούς ελέγχους μέλη Δ.Ε.Π.. Μπορεί να είμαι άδικος και μακάρι η πραγματικότητα να με διαψεύσει αλλά μέχρι τώρα δεν ξέρω αν υπήρξε ποτέ στην Ελλάδα απόφαση Μελών Δ.Ε.Π. για απονομή ποινής σε κάποιον φοιτητή. Οι περισσότεροι προτιμούν να μην εμπλακούν για να μη γεμίσει το κεφάλι τους με σκοτούρες. Ελπίζω να ληφθούν τα απαραίτητα μέτρα, έτσι ώστε οι υπεύθυνοι των πειθαρχικών συμβουλίων να εξαναγκάζονται να τηρήσουν τον νόμο και να προστατεύσουν την ακαδημαϊκή κοινότητα.
Κλείνω με μια φράση που μου απέτεινε ένας άλλος φοιτητής με τον οποίο προσπάθησα ματαίως να κάνω συζήτηση. Όταν του είπα ότι το νομοσχέδιο θα περάσει σίγουρα, όπως φαίνεται εκ των πραγμάτων, έδωσε την απάντηση της φωτογραφίας.
Νομίζω ότι είναι χρέος όλου του υγειούς κομματιού της ακαδημαϊκής κοινότητας, να αποδείξει σε όλους αυτούς το πόσο λάθος κάνουν και το ότι η ακαδημαϊκή μας ελευθερία και ασφάλεια δεν είναι για τα σκουπίδια. Κι αν οι υπόλοιποι Καθηγητές ή Πρυτάνεις δεν είναι πρόθυμοι να υπερασπιστούν συναδέλφους τους ή συναδέλφους μας που προπηλακίζονται, η ευθύνη πέφτει σε μας τους φοιτητές για να σταθούμε πλάι σε κάθε θύμα ενδοπανεπιστημιακής βίας, απαιτώντας από τις αρμόδιες αρχές την τιμωρία των δραστών και αποκαθιστώντας την ισχύ του δικαίου.
* Ο Αστέρης Κεχαγιάς είναι Υποψ. Διδάκτορας, Τμήμα Θεολογίας Α.Π.Θ., Υποψ. Διδάκτορας, Ινστιτούτο Αρχαιολογίας, Εβραϊκό Πανεπιστήμιο Ιεροσολύμων