Η εκτίναξη των τιμών του φυσικού αερίου τη Δευτέρα και την Τρίτη κατά 17% εκτίναξαν τους φόβους για σοβαρή ύφεση στην Ευρώπη, αλλά και για περαιτέρω ώθηση του πληθωρισμού σε υψηλότερα επίπεδα.
Την ίδια στιγμή οι μακροοικονομικές ανακοινώσεις της εβδομάδας είναι κάτι περισσότερο από «χαστούκι στην καρδιά της οικονομίας»:
-Η μεγαλύτερη των εκτιμήσεων υποχώρηση του δείκτη επενδυτικής εμπιστοσύνης Sentix στην Ευρωζώνη - στις -26,4 μονάδες από -15,8 υπερβαίνοντας τις εκτιμήσεις των αναλυτών για -20 μονάδες- και η υποχώρηση του σύνθετου ΡΜΙ της S&P Global σε χαμηλό 16 μηνών- στις 52 μονάδες τον Ιούνιο από τις 54,8 μονάδες τον Μάιο, οριακά υψηλότερα από τις αρχικές εκτιμήσεις για 51,9 μονάδες-αποκάλυψαν ότι ο μεταποιητικός τομέας στην Ευρώπη είναι για πρώτη φορά εδώ και δύο χρόνια σε κάμψη, με τις υψηλές τιμές να έχουν μειώσει τη ζήτηση για βιομηχανικά προϊόντα με τον ταχύτερο ρυθμό από τον Μάιο του 2020, όταν εξαπλωνόταν η πανδημία.
-Αλλά και ο τομέας των υπηρεσιών έχει υποστεί αξιοσημείωτες απώλειες εν μέσω της δραματικής αύξησης του κόστους διαβίωσης με αποτέλεσμα οι δαπάνες των νοικοκυριών να έχουν πάρει την κατιούσα. Ο ΡΜΙ υπηρεσιών υποχώρησε στις 52,8 από τις 56,1 μονάδες, κάτω από τις προσδοκίες για 55,5 και την πιο αδύναμη μέτρησή του από τον Απρίλιο του 2021.
-Ο σύνθετος δείκτης νέων επιχειρήσεων υποχώρησε από 53,3 στο χαμηλό 16 μηνών στο 50,0 που είναι το όριο μεταξύ ανάπτυξης και συρρίκνωσης.
-Ο δείκτης τιμών εισροών αυξήθηκε στο 78,3 από 77,4, ενώ μόνο δύο φορές υπήρξε υψηλότερος στα 24 χρόνια που πραγματοποιείται η έρευνα, τον προηγούμενο Μάρτιο και Απρίλιο.
-Ο μελλοντικός δείκτης παραγωγής υποχώρησε στο 51,6 από 55,4, το χαμηλότερο επίπεδο από τον Μάιο του 2020, καθώς με τα κόστη στα ύψη και τις διαταραχές των εφοδιαστικών αλυσίδων να συνεχίζονται, τα εργοστάσια μείωσαν τις αγορές πρώτων υλών.
-Όσον αφορά τη μεγαλύτερη οικονομία της Ευρωζώνης, δραματικές ήταν οι χθεσινές ανακοινώσεις, καθώς η αύξηση του ενεργειακού κόστους οδήγησε τη Γερμανία σε έλλειμμα 1 δις ευρώ στο εμπορικό ισοζύγιο για πρώτη φορά μετά το 1991. Σημειωτέον ότι οι αναλυτές ανέμεναν πλεόνασμα 1,6 δις ευρώ ενώ τον Απρίλιο η χώρα παρουσίασε πλεόνασμα άνω των 3 δις ευρώ. Οι εξαγωγές μειώθηκαν 0,5 % σε μηνιαία βάση τον Μάιο, ύστερα από άνοδο 4,4% τον Απρ και παράλληλα οι εισαγωγές αυξήθηκαν 2,7% σε μηναία βάση, ύστερα από άνοδο 3,5% τον Απρίλιο.
Η προσπάθεια διαφοροποίησης στις προμήθειες ενέργειας και η αποδοχή του LNG ως ενδιάμεση λύση, αύξησε το κόστος κατακόρυφα για τη Γερμανία, καθώς το LNG είναι ακριβότερο από το ρωσικό φυσικό αέριο.
Καθώς οι τιμές για εισαγωγές όπως ενέργεια, τρόφιμα και ανταλλακτικά που χρησιμοποιούνται από κατασκευαστές αυξήθηκαν περισσότερο από 30% τον Μάιο σε ετήσια βάση, ενώ αυτά που χρεώθηκαν για τις εξαγωγές αυξήθηκαν σχεδόν 50% λιγότερο, αυξάνονται κάθετα οι φόβοι για τις πολιτικές συνέπειες που μπορεί να δημιουργήσει η δυσαρέσκεια τόσο σε επίπεδο επιχειρήσεων όσο και σε επίπεδο νοικοκυριών.
Ο «λυγμός» του ευρώ
Με μόνο μπαλαντέρ μια αύξηση της ζήτησης, όλα τα παραπάνω στοιχεία μας υποδεικνύουν ότι η ύφεση είναι «προ των πυλών» και αντικατοπτρίστηκαν πλήρως στην ισοτιμία του ευρώ έναντι του δολαρίου, η οποία χθες έσπασε αρνητικό ρεκόρ 20ετίας με χαμηλό πέριξ του 1,0235.
Η χθεσινή πτώση του κοινού νομίσματος είναι μέρος μιας πιο μακροπρόθεσμης τάσης, η οποία έχει οδηγήσει το ευρώ 8% χαμηλότερα έναντι του δολαρίου φέτος, με τους αναλυτές να αυξάνουν τα στοιχήματα για μια ισοτιμία 1 προς 1.
Η σκέψη είναι η εξής: Η κάθετη αύξηση των πιθανοτήτων να εμφανισθεί σοβαρή ύφεση στην Ευρωζώνη, θα πλήξει την ικανότητα της ΕΚΤ να αυξήσει τα επιτόκια με την ίδια ταχύτητα με τη Fed. Η διεύρυνση όμως του επιτοκιακού πλεονεκτήματος του δολαρίου έναντι του ευρώ επηρεάζει καθοδικά την ισοτιμία ευρώ/δολάριο. Αυτό ακριβώς βλέπουμε να απεικονίζουν τα χρηματιστηριακά ταμπλό τις τελευταίες ημέρες.
Ήδη οι αγορές περιέκοψαν τις εκτιμήσεις τους για την πολιτική σύσφιξης της ΕΚΤ σε λιγότερο από 140 μονάδες βάσης αυτό το έτος, ενώ πριν από τρεις εβδομάδες οι εκτιμήσεις έκαναν λόγο για 190 μονάδες βάσης.
Επιπλέον υπάρχει έντονος σκεπτικισιμός κατά πόσον η Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα θα καταφέρει να διαχειριστεί την πρώτη αύξηση των επιτοκίων μετά από 10 χρόνια, προστατεύοντας αποτελεσματικά τις χώρες της ευρωπεριφέρειας από τον κίνδυνο του κατακερματισμού της νομισματικής πολιτικής.
(σ.σ: Οι δηλώσεις του επικεφαλής της γερμανικής Bundesbank, JoachimNagel που ούτε λίγο ούτε πολύ κατέκρινε τα σχέδια της ΕΚΤ για την προστασία των υπερχρεωμένων χωρών από την αύξηση των επιτοκίων δανεισμού, κάθε άλλο παρά διασκεδάζουν αυτόν τον σκεπτικισμό).
Ο φόβος εδώ είναι ότι μια μεγάλη διεύρυνση του κόστους δανεισμού στη ζώνη του ευρώ πιθανότατα να οδηγήσει την ΕΚΤ σε οπισθοχώρηση όσον αφορά τις αυξήσεις επιτοκίων. Από την άλλη πλευρά του Ατλαντικού η Fed έχει πείσει ότι θα είναι πιο επιθετική όχι μόνο από την ΕΚΤ, αλλά και από άλλες Κεντρικές Τράπεζες στον κόσμο, ενισχύοντας με αυτόν το τρόπο τη θέση του δολαρίου έναντι όχι μόνο του ευρώ αλλά και άλλων νομισμάτων.
Μάλιστα για μερικούς αναλυτές η επιθετική αύξηση των επιτοκίων από τη Fed ενδεχομένως να οδηγήσει σε επιτάχυνση της αύξησης επιτοκίων και από άλλες Κεντρικές τράπεζες σε ένα σπιράλ «αντίστροφων νομισματικών πολέμων» με κύριο στόχο να σταματήσουν την πτώση των νομισμάτων τους.
Τέλος, ας μην ξεχνάμε ότι το δολάριο κάθε άλλο παρά έχει χάσει τον χαρακτηρισμό του επενδυτικού καταφυγίου.
Έτσι το γιεν είναι κοντά στα χαμηλά 24 ετών και πάλι, το δολάριο Αυστραλίας παρά την αύξηση των επιτοκίων κατά 50 bps παραμένει αποδυναμωμένο, ενώ σημειωτέον ότι χθες το ευρώ έπεσε στο χαμηλότερο επίπεδο έναντι του ελβετικού φράγκου από το 2015 και υποχώρησε ακόμα και έναντι της στερλίνας.
Όσον αφορά τώρα τη συνέχεια, το ευρώ στην ουσία διαπραγματεύεται έναντι του δολαρίου πάνω στην πολύ ισχυρή στήριξη της ζώνης του 1,0210-1,0250. Ακόμα και αν «δουλέψει» σε αυτά τα επίπεδα αξιοπρεπώς, όσο επιδεινώνονται οι προσδοκίες για τον ασφαλή ενεργειακό εφοδιασμό της Ευρώπης ενόψει του χειμώνα και οι κίνδυνοι για την οικονομική ανάπτυξη αυξάνονται σημαντικά, θα είναι πολύ δύσκολο να απομακρυνθεί δυναμικά και άμεσα ανοδικά.
Το ίδιο ισχύει και για τους ευρωπαϊκούς χρηματιστηριακούς δείκτες, οι οποίοι υποχωρούν ολοένα και χαμηλότερα κάτω από το βάρος των ανησυχιών για οικονομική ύφεση σε ολόκληρη την Ευρώπη.
Έτσι παρά το γεγονός ότι ο S&P500 κρατάει τη ζώνη στήριξης των 3644-3700 μονάδων και δεν έχει προσεγγίσει καν ακόμα τις 3520 μονάδες, ο Dax έχει χάσει προ πολλού τη ζώνη των 13220-13540 μονάδων και διαπραγματεύεται στην κρίσιμη στήριξη των 12416 μονάδων.
(σ.σ: Για να κατανοήσει κανείς τη διαφορά στην τεχνική εικόνα μεταξύ Ευρώπης και ΗΠΑ να αναφέρουμε ότι το αντίστοιχο επίπεδο για τον S&P500 είναι οι 2960 μονάδες).
Αποποίηση Ευθύνης
Το υλικό αυτό παρέχεται για πληροφοριακούς και μόνο σκοπούς. Σε καμιά περίπτωση δεν πρέπει να εκληφθεί ως προσφορά, συμβουλή ή προτροπή για την αγορά ή πώληση των αναφερόμενων προϊόντων. Παρόλο που οι πληροφορίες που περιέχονται βασίζονται σε πηγές που θεωρούνται αξιόπιστες, ουδεμία διασφάλιση δίνεται ότι είναι πλήρεις ή ακριβείς και δεν θα πρέπει να εκλαμβάνονται ως τέτοιες.