Μπαχαλάκηδες, εραστές μιας εξουσίας που χάθηκε με παράσημα και περγαμηνές από αγωνιστικές… καταλήψεις και καταστροφές κυκλοφορούν ως αριστεροί με ιδεολογία τις σημαίες ευκαιρίας.
Ο Κύρκος και ο Παπαγιαννάκης δεν υπάρχουν πια και οι κληρονόμοι τους δε θυμίζουν σε τίποτα τη συγκροτημένη αριστερά που μετά τη νομιμοποίησή της λειτούργησε μέσα από το κοινοβουλευτικά εκλεγμένο δημοκρατικό τόξο.
Τα όσα έγιναν την περίοδο 2010 – 2014 έδειξαν το αληθινό πρόσωπο της μέχρι τότε αποκαλούμενης ευρωπαϊκής αριστεράς, ενώ η ήττα στις εκλογές του 2019, επιβεβαίωσε πως το μόνο που τους ενδιαφέρει είναι η με κάθε τρόπο επιστροφή στις καρέκλες της εξουσίας. Και αυτό χωρίς να τους νοιάζει η χώρα και το μέλλον, αλλά χειρότερα ακόμη, χωρίς κανένα απολύτως ενδιαφέρον για την πανδημία και τους κινδύνους για τη δημόσια υγεία.
Από τον Νοέμβριο και μετά και κυρίως από τη μεγάλη επιστημονική ανακάλυψη, του εμβολίου, που δύναται να επιταχύνει τις διαδικασίες αντιμετώπισης του κορονοϊού και επιστροφής στην κανονικότητα, ο ΣΥΡΙΖΑ, η αποκαλούμενη και κυβερνώσα αριστερά, επέλεξε ως τακτική και κεντρική πολιτική στρατηγική, όχι απλά τους υψηλούς τόνους αλλά την ένταση.
Η στήριξη κάθε είδους αντίδρασης και κυρίως κάθε είδους βίας μετατρέπεται σε μονόδρομο μπροστά στα αδιέξοδα της Κουμουνδούρου και της ηγεσίας της που εμφανίζεται να επιδιώκει τη «νομιμοποίηση» της παραβατικότητας, ρίχνοντας μάλιστα λάδι στη φωτιά.
Το άγχος του ΣΥΡΙΖΑ να δημιουργηθεί ένα νέο κύμα αγανακτισμένων που θα τον οδηγήσει στην εξουσία καθίσταται ουσιαστικά καθοδηγητής αντιδράσεων που φτάνουν στην άσκηση βίας με την επίκληση της λεγόμενης «βίας κατά της βίας της εξουσίας».
Ο συγχρωτισμός με ακροαριστερές τάσεις, όπως αναδείχθηκε μέσα από τα καλέσματα για τη χθεσινή συγκέντρωση στην πλατεία της Νέας Σμύρνης αποτελεί ένα από τα χαρακτηριστικότερα παραδείγματα. Όταν καλείς παράλληλα με τα «δικά μας (κατά Δραγασάκη) παιδιά» και τις ακροαριστερές οργανώσεις σε συγκέντρωση δε δύναται να «πέφτεις» από τα σύννεφα για τις εξελίξεις και να δηλώνεις έκπληκτος από τον τραυματισμό ενός αστυνομικού.
Τα προσκλητήρια για συλλαλητήρια και συγκεντρώσεις διαμαρτυρίας με αφορμή τον νόμο για τα ΑΕΙ και η παρουσία βουλευτών του κόμματος της αξιωματικής αντιπολίτευσης ως στήριξη στους καταληψίες του ΑΠΘ έρχονται να αναδείξουν το σημερινό ρόλο της αριστεράς, όπως αυτή μεταμφιέστηκε από τους αγωνιστές που αγνοούν ακόμη και την έννοια της ταξικής συνείδησης και των ταξικών αγώνων.
Η υπόθεση Κουφοντίνα τους έφερε ενώπιος ενωπίω των ίδιων των ψηφοφόρων τους, οι οποίοι διαπιστώνοντας τι ακριβώς έχουν στηρίξει γυρίζουν την πλάτη, στέλνοντας το δικό τους μήνυμα, ενώ και οι παραδοσιακοί ψηφοφόροι που δεν λειτουργούν ως «ταλιμπάν», αναπόλησαν μνήμες παρελθόντων εποχών.
Εποχών όπου η Αυγή ως εκφραστής αυτής της αριστεράς μεταφέροντας τις θέσεις και της ηγεσίας του πάλαι ποτέ ΚΚΕ Εσωτερικού καταδίκαζε την τρομοκρατία και τους εκφραστές της.
Ο Κύρκος, ο Παπαγιαννάκης και οι συνοδοιπόροι τους, πραγματικοί αγωνιστές, θύματα μιας πραγματικής χούντας, δε θα επέτρεπαν ποτέ να μετατρέψουν τη βία σε όπλο και να επενδύσουν στο μπάχαλο και τον διχασμό της κοινωνίας που βιώνει σήμερα μια από τις πιο τραγικές καταστάσεις των τελευταίων πολλών δεκαετιών.
Επενδύοντας ακριβώς στην αγανάκτηση και την κούραση και ευελπιστώντας σε έναν θυμό που θα ξεσπάσει το αφήγημα δεν είναι πολιτικό αλλά ακραία διχαστικό. Ο λαϊκισμός δεν δύναται να μετατρέπεται σε πολιτική τακτική και η κορονοκαπηλεία δεν λύνει τα αδιέξοδο.
Σε κάθε περίπτωση η ένταση μπορεί να θεωρείται ως η μοναδική λύση από τη σημερινή αριστερά, πατάει όμως πάνω στη δημόσια υγεία υπονομεύοντας τα μέτρα που λαμβάνονται για την αντιμετώπισή της. Οι ευθύνες βαραίνουν όλους όσοι χαρακτηρίζουν αυταρχισμό και καταστολή την προσπάθεια να μειωθεί η καμπύλη της διασποράς εν αναμονή της επίτευξης ενός κολοσσιαίου για τα δεδομένα της χώρας, προγράμματος εμβολιασμού.
Εκτός και αν αυτή η αριστερά εκτιμά ότι μια αποτυχία θα επαναφέρει στην εξουσία εκείνους που θα επενδύσουν σε ένα τέτοιο ενδεχόμενο για να κυβερνήσουν μια βαθύτατα πληγωμένη κοινωνία και μια χώρα έρμαιο, εκ νέου, των οικονομικών προβλημάτων και των υπολοίπων επιπτώσεων.
Όπως χαρακτηριστικά ανέφερε ο πρωθυπουργός, ο καθένας είναι υπόλογος και αναλαμβάνει το βάρος των ευθυνών του. Ακόμη και η αριστερά του μπάχαλου και της διχαστικής ρητορικής που στο τέλος θα κριθεί από τον βασικό και μοναδικό κριτή. Τον λαό.