Αποδοχή, σεβασμός, συνύπαρξη και ενσωμάτωση είναι οι λέξεις που ενστερνίζεται η πλειοψηφία των Ελλήνων εφήβων για να χαρακτηρίσουν τις σχέσεις τους με πρόσφυγες και μετανάστες, σύμφωνα με έρευνα που εκπόνησε το Ερευνητικό Πανεπιστημιακό Ινστιτούτο Ψυχικής Υγείας, Νευροεπιστημών και Ιατρικής Ακριβείας «ΚΩΣΤΑΣ ΣΤΕΦΑΝΗΣ» (ΕΠΙΨΥ) και δημοσιοποιείται επ'' αφορμή του εορτασμού της Παγκόσμιας Ημέρας Μεταναστών.
Η πανελλαδική έρευνα έθεσε υπό διερεύνηση τις συμπεριφορές που συνδέονται με την υγεία των εφήβων μαθητών (Έρευνας HBSC/WHO) και διενεργήθηκε με την έγκριση του υπουργείου Παιδείας το 2018. Συγκεκριμένα, στην ενότητα που αφορά σε «Πρόσφυγες/μετανάστες μέσα από τα μάτια των έφηβων-μαθητών στην Ελλάδα» διαπιστώνεται πως έξι στους δέκα εφήβους -ηλικίας 11, 13 και 15 χρόνων- αντιμετωπίζουν θετικά τους πρόσφυγες και τους μετανάστες, με το ποσοστό αυτό να διαφοροποιείται και να αυξάνεται στις μικρότερες ηλικίες των 11χρονων και των 13χρονων, στα κορίτσια, στα παιδιά οικογενειών μεσαίου οικονομικού επιπέδου, καθώς και στα παιδιά που ο ένας εκ των δύο γονέων είναι αλλοδαπός.
Σύμφωνα με τους ερευνητές, η εφηβεία αποτελεί περίοδο κατά την οποία διαμορφώνονται, μεταξύ άλλων, οι στάσεις, οι απόψεις και τα συναισθήματα απέναντι σε διαφορετικές κοινωνικές ομάδες. Έτσι, η διερεύνηση και ταυτοποίηση των χαρακτηριστικών εκείνων -ατομικών, οικογενειακών και κοινωνικών- που κάνουν τους εφήβους να διάκεινται θετικά ή αρνητικά απέναντι στους πρόσφυγες/μετανάστες μπορεί να βοηθήσει στην τροποποίησή μέσα στο σχολικό ή το ευρύτερο κοινωνικό περιβάλλον, των αρνητικών στάσεων και αντιλήψεων και να διευκολύνει τον αμοιβαίο σεβασμό, τη συνύπαρξη και την ενσωμάτωση.
Τα ευρήματα για το «συναισθηματικό θερμόμετρο» των εφήβων
Τα ερευνητικά δεδομένα του ΕΠΙΨΥ, τα οποία προκύπτουν από απαντήσεις εφήβων μαθητών ηλικίας 11, 13 και 15 ετών στην Ελλάδα, στο πλαίσιο μελέτης κατά το έτος 2018, καταδεικνύουν τα ακόλουθα:
Από τις απαντήσεις των μαθητών σε ένα «θερμόμετρο συναισθημάτων» που εξετάζει θετικά και αρνητικά συναισθήματα για τους πρόσφυγες/μετανάστες που ζουν στην Ελλάδα, διαπιστώνεται πως σχεδόν 6 στους 10 έφηβους μαθητές (57,7%) έχουν θετικά συναισθήματα για τους μετανάστες/πρόσφυγες, ένας στους 4 (25,3%) ουδέτερα ενώ ένας στους 6 (16,9%) έχει αρνητικά συναισθήματα.
Οι έφηβοι-μαθητές ρωτήθηκαν, επίσης, για το κατά πόσο συμφωνούν ή διαφωνούν με μια σειρά από προτάσεις που αναφέρονται σε δικαιώματα και ευκαιρίες που κατά τη γνώμη τους θα πρέπει να έχουν οι πρόσφυγες/μετανάστες στην Ελλάδα.
Στη συντριπτική τους πλειονότητα (90,6%) οι μαθητές συντάσσονται με την άποψη ότι τα παιδιά των προσφύγων/μεταναστών πρέπει να έχουν τις ίδιες ευκαιρίες στην εκπαίδευση με τα άλλα παιδιά ενώ σχεδόν 4 στους πέντε συμφωνούν με το ότι οι πρόσφυγες/μετανάστες πρέπει να έχουν την ευκαιρία να διατηρούν τις συνήθειες, τον τρόπο ζωής τους (79,5%), τη δική τους γλώσσα (78,9%), και να έχουν ίδια δικαιώματα με όσους ζουν στην Ελλάδα (77,3%).
Τρεις στους 5 μαθητές (60,7%) συμφωνούν με την άποψη ότι οι πρόσφυγες/μετανάστες που ζουν στη χώρα για αρκετά χρόνια πρέπει να τους παρέχεται η δυνατότητα ψήφου στις εκλογές.
Τα κορίτσια, σε σημαντικά υψηλότερο ποσοστό, σε σύγκριση με τα αγόρια, 61,4% έναντι 53,9%, αντιστοίχως, συντάσσονται με τις παραπάνω απόψεις απέναντι στους πρόσφυγες/μετανάστες και τοποθετούνται στη θετική πλευρά της κλίμακας συναισθημάτων απέναντι στους πρόσφυγες/μετανάστες.
Οι 11χρονοι και οι 13χρονοι μαθητές εμφανίζονται σε υψηλότερο ποσοστό να συντάσσονται με τις παραπάνω απόψεις απέναντι στους πρόσφυγες/μετανάστες, με εξαίρεση τις απόψεις σχετικά με το δικαίωμα ψήφου και τις ευκαιρίες στην εκπαίδευση, για τις οποίες η κατά κανόνα θετική στάση δεν παρουσιάζει σημαντική διακύμανση μεταξύ των μαθητών των τριών ηλικιακών ομάδων.
Οι έφηβοι προερχόμενοι από οικογένειες μεσαίου οικονομικού επιπέδου συμφωνούν σε σημαντικά υψηλότερο ποσοστό με το σύνολο των προτάσεων που αφορούν στα δικαιώματα των μεταναστών/προσφύγων, σε σχέση με τους συνομηλίκους τους, τόσο από το ανώτερο, όσο και από το κατώτερο οικονομικό επίπεδο.
Οι έφηβοι από οικογένειες ανώτερου οικονομικού επιπέδου συμφωνούν σε σημαντικά χαμηλότερο ποσοστό με την πρόταση να μπορούν να ψηφίζουν οι πρόσφυγες/μετανάστες οι οποίοι διαμένουν στη χώρα για αρκετά χρόνια, σε σχέση με τους αντίστοιχους που προέρχονται από οικογένειες του μεσαίου και του κατώτερου οικονομικού επιπέδου.
Οι 15χρονοι με υψηλά επίπεδα ενσυναίσθησης (κατανόησης και έγνοιας για τους άλλους) παρουσιάζουν σε σημαντικά υψηλότερο ποσοστό θετικά συναισθήματα για τους πρόσφυγες/μετανάστες (61,7%) συγκριτικά με τους ομότιμούς τους που παρουσιάζουν χαμηλά επίπεδα ενσυναίσθησης (51,7%). Ωστόσο, η ενσυναίσθηση δεν φαίνεται να σχετίζεται με τις στάσεις και αντιλήψεις των 15χρονων για ίσα δικαιώματα και ευκαιρίες του πληθυσμού αυτού.
Οι έφηβοι με τουλάχιστον έναν γονιό που έχει γεννηθεί εκτός Ελλάδας εμφανίζονται σε σημαντικά υψηλότερο ποσοστό (63,9%) με θετικά συναισθήματα για τους πρόσφυγες/μετανάστες, συγκριτικά με εκείνους με γονείς γεννημένους στην Ελλάδα (55,6%).
Όπως συμπεραίνει η Άννα Κοκκέβη, Ομότιμη Καθηγήτρια του Πανεπιστημίου Αθηνών και Επιστ. Υπεύθυνη του Τομέα Επιδημιολογικών και Ψυχοκοινωνικών Ερευνών του ΕΠΙΨΥ, «Η πλειονότητα των έφηβων-μαθητών στην Ελλάδα είναι, σε γενικές γραμμές, θετικοί προς τους πρόσφυγες/μετανάστες. Το γεγονός αυτό όμως δεν πρέπει να μας εφησυχάζει καθώς μια σημαντική μερίδα μαθητών εκφράζουν αρνητικά συναισθήματα και δεν πιστεύουν ότι οι πρόσφυγες/μετανάστες πρέπει να έχουν ίσα δικαιώματα και ευκαιρίες με τους υπόλοιπους ανθρώπους που ζουν στην χώρα μας».
Επιπρόσθετα υπογραμμίζει ότι «Το σχολείο είναι κατάλληλος χώρος για τη διαμόρφωση στάσεων και απόψεων με στόχο την ενίσχυση της αλληλοκατανόησης και ενσυναίσθησης των μελών του (εκπαιδευτικών και μαθητών) και θα πρέπει μέσα στο σχολικό περιβάλλον να ενισχύεται η ανάπτυξη στάσεων και συμπεριφορών που προάγουν της αξίες της ισότητας, του σεβασμού και της πολυπολιτισμικότητας, ούτως ώστε να αποτελεί χώρο θετικής εμπειρίας για όλους».
Τα ποιοτικά χαρακτηριστικά της Έρευνας
Στην έρευνα του 2018 συμμετείχε πανελλήνιο αντιπροσωπευτικό δείγμα 3.863 μαθητών της ΣΤ΄ Δημοτικού, της Β΄ Γυμνασίου και της Α΄ Λυκείου από 238 σχολικές μονάδες. Διενεργήθηκε με την έγκριση του Υπουργείου Παιδείας. Κατόπιν γονικής συναίνεσης, οι μαθητές απάντησαν σε ανώνυμο ερωτηματολόγιο που χορηγήθηκε ομαδικά στις τάξεις του δείγματος χωρίς (ή με διακριτική) την παρουσία εκπαιδευτικών. Η έρευνα του 2018 υλοποιήθηκε χάρη στην εθελοντική συμβολή μελών ΔΕΠ και φοιτητών ΑΕΙ και ΤΕΙ της χώρας και χρηματοδοτήθηκε μερικώς από τον ΟΚΑΝΑ και την Αστική μη Κερδοσκοπική Εταιρεία «Προαγωγή της Γνώσης στις Ψυχικές Διαταραχές».