Η έρπουσα αναζωπύρωση του λαϊκισμού είναι ο μεγάλος κίνδυνος για την πολιτική σταθερότητα της χώρας, ο πειρασμός για τυφλή αντίδραση και «εύκολες πολιτικά λύσεις», που παράγει η συγκυρία των πολύπλευρων κρίσεων, είναι μεγάλος. Δυστυχώς και πάλι, ο λαϊκισμός διαφόρων μορφών, αριστερής ή δεξιάς προελεύσεως, εγκαθίσταται ως πολιτικός πόλος σε όλα τα δυτικά πολιτικά συστήματα, τονίζει μιλώντας στο Liberal o πρώην υπουργός του ΠΑΣΟΚ Γιώργος Φλωρίδης. Στο ερώτημα για την επόμενη μέρα στο ΠΑΣΟΚ – ΚΙΝΑΛ, απαντά, ότι το κόμμα χρειάζεται περαιτέρω επεξεργασία του προγραμματικού του λόγου. «Χρειάζεται μια θετική διαφοροποίηση, που προκύπτει από διαφορετικό πολιτικό λόγο και διακριτή πολιτική πρακτική και όχι μόνο μια στείρα άρνηση των δύο άλλων βασικών πολιτικών δυνάμεων», αναφέρει χαρακτηριστικά.
Συνέντευξη στον Γιώργο Φιντικάκη
Έπειτα από την ολοκλήρωση ενός συνεδριακού κύκλου και για τα τρία κόμματα, δεδομένων και των καυτών προβλημάτων, πώς διαμορφώνεται το πολιτικό τοπίο;
Ξεχωρίζω τρία πράγματα: Το πρώτο, είναι η συνεχιζόμενη πολιτική και εκλογική υπεροχή της κυβέρνησης, παρά τη συγκυρία των επάλληλων κρίσεων μέσα στις οποίες κυβερνά και παρά τις επιμέρους αστοχίες και τα λάθη της. Φαίνεται πολιτικό παράδοξο, εξηγείται όμως, από την ανυπαρξία διαφορετικής και ελκυστικής εναλλακτικής πρότασης διακυβέρνησης. Το δεύτερο, είναι η σταθερή εγκατάσταση στο πολιτικό σκηνικό ενός τρίτου σημαντικού παίκτη, μετά τις εκλογές ηγεσίας, του ΠΑΣΟΚ/ΚΙΝΑΛ. Και τρίτο, η μονιμότερη καθήλωση του ΣΥΡΙΖΑ και η αδυναμία του ν’ αλλάξει πολιτικό επίπεδο, ύστερα από τρία χρόνια καθολικής, εφ' όλης της ύλης, αντιπολίτευσης.
Ποια είναι τα μεγάλα ζητήματα στα οποία βρίσκεται απέναντι η ελληνική κοινωνία;
Η χώρα έχει προχωρήσει αρκετά μετά τη χρεοκοπία. Δεν έχει όμως σταθεροποιήσει, δεν έχει κάνει βιώσιμες και ανθεκτικές τις κατακτήσεις της. Πέρα από τις διαρθρωτικές καθυστερήσεις του εγχώριου πολιτικού συστήματος, παίζει σημαντικό ρόλο και το διεθνές περιβάλλον της γεωπολιτικής και οικονομικής αναταραχής.
Η επόμενη μεγάλη πρόκληση για την Ελλάδα, είναι η πολιτική σταθερότητα. Δεν αναφέρομαι μόνο στις ερχόμενες εθνικές εκλογές, αλλά σε βάθος χρόνου. Μπροστά μας είναι η έρπουσα αναζωπύρωση του λαϊκισμού, παρά την πρόσφατη πικρή εμπειρία στη χώρα μας. Ο πειρασμός για τυφλή αντίδραση και «εύκολες πολιτικά λύσεις», που παράγει η συγκυρία των πολύπλευρων κρίσεων, είναι μεγάλος. Δυστυχώς και πάλι, ο λαϊκισμός διαφόρων μορφών, αριστερής ή δεξιάς προελεύσεως, εγκαθίσταται ως πολιτικός πόλος σε όλα τα δυτικά πολιτικά συστήματα.
Έχετε δηλώσει ότι η πολιτική του «ούτε - ούτε» απέναντι σε κόμματα ή πρόσωπα είναι στάση ετεροκαθορισμού, και το ζητούμενο, ειδικά για το ΠΑΣΟΚ/ΚΙΝΑΛ, είναι οι προγραμματικές του προτάσεις. Ακούσατε στο πρόσφατο συνέδριο προγραμματικές προτάσεις;
Νομίζω, ότι μετασυνεδριακά το κύριο καθήκον του ΠΑΣΟΚ-ΚΙΝΑΛ είναι η περαιτέρω επεξεργασία του προγραμματικού του λόγου. Η πολιτική του αυτονομία, είναι πρωτίστως προγραμματική αυτονομία. Χρειάζεται μια θετική διαφοροποίηση, που προκύπτει από διαφορετικό πολιτικό λόγο και διακριτή πολιτική πρακτική και όχι μόνο μια στείρα άρνηση των δύο άλλων βασικών πολιτικών δυνάμεων. Και, μάλιστα θα έλεγα, θετική κατεύθυνση με καθαρό και σταθερό προσανατολισμό: Τον σοσιαλδημοκρατικό λόγο προσαρμοσμένο στις ανάγκες του 21ου αιώνα και την επεξεργασία ενός προγράμματος πατριωτικής και μεταρρυθμιστικής διακυβέρνησης της χώρας.
Σε κάθε περίπτωση, και επειδή μετά τις επόμενες εκλογές είναι σοβαρή η πιθανότητα να υπάρξει ανάγκη για κυβέρνηση συνεργασίας, πιστεύετε ότι μια δύναμη πολιτικής ευθύνης, όπως το ΠΑΣΟΚ, πρέπει να ξεκαθαρίσει ότι δεν θα αφήσει τη χώρα ακυβέρνητη;
Στις εκλογές, κάθε κόμμα νομιμοποιείται να διεκδικήσει την καλύτερη γι’ αυτό επίδοση. Οφείλει, όμως, να έχει και εναλλακτική πρόταση διακυβέρνησης, σε περίπτωση που η λαϊκή ψήφος αποφασίζει αλλιώς. Πολύ περισσότερο, όταν το πολιτικό σκηνικό δυσκολεύει και οι ανάγκες της χώρας το απαιτούν. Το θέμα είναι με τι πολιτικά κριτήρια συγκροτούνται οι συνεργατικές επιλογές.
Πεποίθηση μου είναι, ότι η κύρια διαιρετική γραμμή στην ελληνική πολιτική παραμένει ανάμεσα στον μεταρρυθμισμό και τον λαϊκισμό. Ειδικότερα, στις σημερινές συνθήκες γεωπολιτικής αναταραχής και αυξανόμενων εθνικών κινδύνων, η χώρα πρέπει να κυβερνηθεί με βάση ένα πρόγραμμα πατριωτικής και μεταρρυθμιστικής συμπόρευσης. Σε κάθε περίπτωση, εφόσον το απαιτήσουν οι περιστάσεις, οι πολιτικές δυνάμεις πρέπει να ορίσουν τις προσεγγίσεις και τις αποστάσεις τους με προγραμματικά και όχι κομματικά ή προσωπικά κριτήρια, προκειμένου ν' απαντηθεί η μεγάλη πρόκληση της πολιτικής και κυβερνητικής σταθερότητας.