Αναμφίβολα η ελάφρυνση του δημοσίου χρέους αποτελεί ένα από τα σημαντικότερα ζητήματα για την έξοδο της χώρας από την κρίση, κάτι που συζητήθηκε έντονα κατά την επίσκεψη του Αμερικανού προέδρου Barack Obama στην Αθήνα. Η ελληνική κυβέρνηση αναμένει να υπάρξουν θετικές εξελίξεις στο θέμα, αμέσως μετά την ολοκλήρωση της αξιολόγησης του ελληνικού προγράμματος, ωστόσο τα μηνύματα από την Ευρώπη και κυρίως από το Βερολίνο δεν αφήνουν μεγάλα περιθώρια αισιοδοξίας για άμεση και μακροπρόθεσμη επίλυση του προβλήματος.
Αρκεί όμως η ρύθμιση του χρέους για να αφήσει η Ελλάδα μια για πάντα πίσω τα χρόνια της ύφεσης και της κρίσης; Με αποκλειστική του δήλωση στο liberal.gr και στον Κωνσταντίνο Μαριόλη, ο διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος, κ. Γιάννης Στουρνάρας, υπογραμμίζει την ανάγκη έγκαιρης ρύθμισης του χρέους και μείωσης του στόχου για πρωτογενές πλεόνασμα στο 2%, έτσι ώστε να μειωθεί το φορολογικό βάρος, να ενισχυθούν οι αναπτυξιακές προοπτικές της χώρας και να διευκολυνθεί η έξοδος της Ελλάδας στις αγορές.
Παράλληλα, ο κ. Στουρνάρας τονίζει πως πρέπει να υπάρξουν και άλλες πρωτοβουλίες, όπως η επιτάχυνση των ιδιωτικοποιήσεων και η υλοποίηση των μεταρρυθμίσεων, που σε συνδυασμό με τη διευθέτηση του χρέους θα οδηγήσουν τη χώρα σε συνθήκες χρηματοπιστωτικής και δημοσιονομικής σταθερότητας και σε οριστική έξοδο από την κρίση.
Ακολουθεί η δήλωση του κ. Στουρνάρα στο liberal.gr:
«Η Τράπεζα της Ελλάδος έχει εντάξει στις προτάσεις της την έγκαιρη ρύθμιση του χρέους στο πλαίσιο των σχετικών αποφάσεων του Eurogroup. Έγκαιρη, προκειμένου ο δανειζόμενος (δηλαδή η Ελλάδα) να επωφεληθεί από τα πολύ χαμηλά επιτόκια που επικρατούν σήμερα στη διεθνή αγορά. Μάλιστα, στην Ενδιάμεση Έκθεση Νομισματικής Πολιτικής του περασμένου Ιουνίου, η Τράπεζα της Ελλάδος συνέδεσε συγκεκριμένες προτάσεις ελάφρυνσης του χρέους με την ανάγκη ελάφρυνσης του τελικού δημοσιονομικού στόχου μετά το 2018, από πρωτογενές πλεόνασμα 3,5% του ΑΕΠ σε 2%, προκειμένου:
Α. Να δημιουργηθεί, μεσομακροπρόθεσμα, δημοσιονομικός χώρος ώστε να μειωθεί το φορολογικό βάρος και να ενισχυθούν οι αναπτυξιακές προοπτικές της χώρας,
Β. Να εξασφαλιστεί η μακροπρόθεσμη βιωσιμότητα του δημόσιου χρέους σύμφωνα με το νέο ορισμό της ικανότητας ετήσιας εξυπηρέτησης του,
Γ. Να διασφαλιστεί ότι τα ελληνικά ομόλογα θα περιληφθούν στην ποσοτική χαλάρωση της ΕΚΤ (QE) και να διευκολυνθεί έτσι η έξοδος του δημοσίου στις αγορές.
Αυτά, σε συνδυασμό με επιτάχυνση των ιδιωτικοποιήσεων, αξιοποίηση της ακίνητης δημόσιας περιουσίας μέσω της κατάλληλης νομοθεσίας για τις χρήσεις γης, την υλοποίηση μεταρρυθμίσεων που ενισχύουν τις υγιείς δυνάμεις του ανταγωνισμού σε όλους τους κλάδους της ελληνικής οικονομίας και εκσυγχρονίζουν τον δημόσιο τομέα, καθώς και τη μείωση του όγκου των μη εξυπηρετούμενων δανείων σύμφωνα με τους στόχους που έχουν τεθεί, μπορεί να δημιουργήσουν τις προϋποθέσεις για υψηλούς ρυθμούς οικονομικής ανάπτυξης σε συνθήκες χρηματοπιστωτικής και δημοσιονομικής σταθερότητας και για οριστική έξοδο από την κρίση».