Η σφοδρή διαμάχη μεταξύ Βρετανίας και ΕΕ, με αφορμή το Brexit, αποτυπώνεται ανοικτά πλέον και στην υπόθεση του εμβολίου για τον κορονοϊό. Η δήλωση του Βρετανού υπουργού Υγείας, Ματ Χάνκοκ για το εμβόλιο ήταν αρκετή για να ξεσπάσει ένας νέος κύκλος έντασης ανάμεσα στις δύο πλευρές, με την ΕΕ να αντιδρά.
Η διαπραγμάτευση Βρυξελλών – Λονδίνου για τη σύναψη μιας εμπορικής συμφωνίας με φόντο το Brexit βρίσκεται σε ένα ιδιαίτερα «ακανθώδες» σημείο και η χθεσινή δήλωση του Βρετανού υπουργού Υγείας, Ματ Χάνκοκ για το εμβόλιο ήταν αρκετή για να ξεσπάσει ένας νέος κύκλος έντασης ανάμεσα στις δύο πλευρές.
«Ενώ έως και τις αρχές της φετινής χρονιάς ήμασταν μέλη του Ευρωπαϊκού Οργανισμού Φαρμάκων (EMA), χάρη στο Brexit μπορέσαμε να πάρουμε μια απόφαση βασισμένη στις βρετανικές ρυθμιστικές αρχές και όχι με το ρυθμό των Ευρωπαίων, που προχωρούν πιο αργά», είπε ο Ματ Χάνκοκ. «Κάνουμε όλοι τους ίδιους ελέγχους ασφαλείας και ακολουθούμε τις ίδιες διαδικασίες, όμως καταφέραμε να επιταχύνουμε τη διαδικασία χάρη στο Brexit», ανέφερε, πυροδοτώντας όπως όλα δείχνουν τα αντανακλαστικά της αστικής τάξης της ΕΕ.
Το Βερολίνο έσπευσε να εκφράσει την δυσαρέσκειά του για την ταχύτητα έγκρισης του εμβολίου κατά του κορονοϊού, την ώρα που σχεδιάζει την παράταση του μερικού lockdown τουλάχιστον μέχρι τις 10 Γενάρη.
«Αυτή είναι η δική μας βάση, από την οποία δεν θα απομακρυνθούμε ούτε στην πανδημία», δήλωσε η αναπληρώτρια κυβερνητική εκπρόσωπος Ουλρίκε Ντέμερ, παραπέμποντας στις διαδικασίες έγκρισης των εμβολίων που εφαρμόζει η Ευρωπαϊκή Ένωση. Τις ευρωπαϊκές διαδικασίες υπερασπίστηκε και ο υπουργός Υγείας Γενς Σπαν, δηλώνοντας ότι «το θέμα δεν είναι να είναι κανείς πρώτος, αλλά να έχουμε ένα αποτελεσματικό και ασφαλές εμβόλιο». Η διαδικασία ωστόσο, τόνισε, πρέπει να προχωρήσει «όσο το δυνατόν ταχύτερα». Ανέφερε επίσης ότι η επιτυχία δεν είναι και τόσο... βρετανική, δεδομένου ότι η γερμανική εταιρεία βιοτεχνολογίας BioNTech «χρηματοδοτήθηκε από την ΕΕ».
O υπουργός Ανάπτυξης της Βρετανίας, Άλοκ Σαρμά έγραψε στο Twitter ότι «η Βρετανία είναι η πρώτη χώρα που χορηγεί το εμβόλιο και τα επόμενα χρόνια θα θυμόμαστε αυτή τη στιγμή ως την ημέρα που το Ηνωμένο Βασίλειο ανέλαβε το βάρος της ανθρωπότητας απέναντι σε αυτήν την ασθένεια».
Στον Βρετανό υπουργό έσπευσε να απαντήσει ο Γερμανός πρέσβης στο Λονδίνο, Αντρέας Μιχαέλις, γράφοντας και αυτός στο Twitter: «Γιατί είναι τόσο δύσκολο να αναγνωρίσει κανείς αυτό το βήμα προς τα εμπρός ως μια θαυμάσια διεθνή προσπάθεια και επιτυχία;». Παρότι η γερμανική εταιρία Biontech συνέβαλε αποφασιστικά στην δημιουργία του εμβολίου, δεν πρόκειται για εθνικό θέμα, αλλά για ευρωπαϊκό και διατλαντικό, πρόσθεσε ο Γερμανός διπλωμάτης.
Για «ευφορία εμβολίων» έκανε λόγο από την πλευρά του ο επικεφαλής της Μόνιμης Επιτροπής Εμβολίων (Stiko) Τόμας Μέρτενς, ο οποίος, μιλώντας στην Rheinische Post, προειδοποίησε ότι «θα χρειαστεί κάποιος χρόνος για την ακριβή εξέταση των στοιχείων που απαιτούνται για την έγκριση», ενώ τόνισε ότι ο εμβολιασμός του συνόλου του πληθυσμού στην Γερμανία δεν θα έχει ολοκληρωθεί στο τέλος του 2021. «Ακόμη και εάν μπορούμε να εμβολιάζουμε 150.000-200.000 άτομα την ημέρα, θα χρειαστούν 100 μέρες για να εμβολιαστούν έως 15 εκατομμύρια άνθρωποι», διευκρίνισε ο Τ. Μάρτενς.
Να σημειωθεί πάντως ότι σε ανακοίνωσή της η βρετανική Υπηρεσία Ελέγχου Φαρμάκων και Προϊόντων Υγείας (MHRA), προσπάθησε να ρίξει τους τόνους, υπογραμμίζοντας ότι η ευρωπαϊκή νομοθεσία επιτρέπει στο Ηνωμένο Βασίλειο να χορηγήσει προσωρινή άδεια χρήσης σε κάποιο φάρμακο, εφόσον κρίνεται αναγκαίο για τη δημόσια υγεία.
«Μπορέσαμε να ανακοινώσουμε την προμήθεια του εμβολίου ως αποτέλεσμα των όρων που περιλαμβάνονται στην ευρωπαϊκή νομοθεσία και ισχύουν μέχρι την 1η Ιανουαρίου», είπε η Τζουν Ρέιν, η διευθύντρια της MHRA, σε συνέντευξη Τύπου που παραχώρησε.
Το Ηνωμένο Βασίλειο αποχώρησε από την Ευρωπαϊκή Ένωση στις 31 Ιανουαρίου, όμως κατά τη διάρκεια της μεταβατικής περιόδου, μέχρι τα τέλη της φετινής χρονιάς, υπόκειται ακόμη στους ευρωπαϊκούς κανονισμούς.
Λόγω του Brexit ο EMA, ο Ευρωπαϊκός Οργανισμός Φαρμάκου, αναγκάστηκε να μετακομίσει από το Λονδίνο στο Άμστερνταμ τον Μάρτιο του 2019 μαζί με τους 900 εργαζομένους του.
Λονδίνο και Βρυξέλλες διαπραγματεύονται εδώ και μήνες τη νέα εμπορική σχέση τους, μετά τη λήξη της μεταβατικής περιόδου την 1η Ιανουαρίου.