Της Μαίρης Βενέτη
Η καινούργια χρηματιστηριακή εβδομάδα ξεκινάει με ισχυρές παρακαταθήκες από την προηγούμενη.
Παρά τις μικτές ειδήσεις, οι διεθνείς αγορές στην πλειοψηφία τους είχαν μια ήρεμη χρηματιστηριακή εβδομάδα με ήπια άνοδο από 0,4%-1,1%, ενώ λόγω του διαφορετικού σημείου εκκίνησης, τα ποσοστά αυτά μεταφράστηκαν σε νέα ιστορικά υψηλά για τον Nasdaq και τον S&P.
Στην ηρεμία των αγορών βοήθησε αναμφισβήτητα η παράταση στο δράμα του Brexit, τα καλά εταιρικά αποτελέσματα σε μια πλειοψηφία εταιρειών και τα καλά- ως ένα σημείο- νέα για τον εμπορικό πόλεμο μεταξύ Κίνας και ΗΠΑ.
Την εβδομάδα που μας πέρασε ο Αμερικανός Πρόεδρος ως δια μαγείας φάνηκε πιο αισιόδοξος για την έκβαση της σινοαμερικανικής διαμάχης, δηλώνοντας ότι οι δύο πλευρές βρίσκονται κοντά στην υπογραφή μιας συμφωνίας "phase one".
Πάγο αυτή τη φορά όμως έβαλαν οι Κινέζοι αξιωματούχοι, εκφράζοντας τις αμφιβολίες τους για την επίτευξη μιας μακροπρόθεσμης εμπορικής συμφωνίας με τις ΗΠΑ, καθώς δεν είναι διατεθειμένοι να συμβιβαστούν με τα πιο «ακανθώδη ζητήματα» των δύο επόμενων φάσεων των εμπορικών συνομιλιών.
Με μικτά λοιπόν συναισθήματα όσον αφορά τη σινοαμερικανική διαμάχη ξεκινάει η εβδομάδα με extra πάντα ανησυχία λόγω του παρορμητισμού του Αμερικανού Προέδρου.
Μικτά είναι τα συναισθήματα και από τις σημαντικές macroοικονομικές ανακοινώσεις της εβδομάδας που μας πέρασε, κυρίως όσον αφορά κάποια διττά στοιχεία από ΗΠΑ και Κίνα.
(σ.σ: η καθηλωμένη επιχειρηματική δραστηριότητα στην ευρωζώνη έχει εμπεδωθεί από την προηγούμενη εβδομάδα).
Ο δείκτης PMI για την μεταποίηση στις ΗΠΑ του ISM διαμορφώθηκε στις 48,3 μονάδες για τον Οκτώβριο, χαμηλότερα των προσδοκιών των αναλυτών, οι οποίοι τον ανέμεναν στις 48,9, αλλά με ανοδική τάση εν σχέσει με τον Σεπτέμβριο (47,8).
Αντιφατικά τα στοιχεία από τον μεταποιητικό δείκτης PMI της Markit, ο οποίος διαμορφώθηκε για τον Οκτώβριο στις 51,3 μονάδες, αλλά και αυτός κινήθηκε κατώτερα των εκτιμήσεων των αναλυτών, που τον ανέμεναν στις 51,5.
Από το σημαντικό για τις ΗΠΑ πεδίο της κατανάλωσης τα νέα ήτα πιο ξεκάθαρα, καθώς αύξηση σημείωσαν οι καταναλωτικές δαπάνες των νοικοκυριών τον Σεπτέμβριο επιβεβαιώνοντας τις εκτιμήσεις των αναλυτών.
Οι καταναλωτικές δαπάνες σημείωσαν άνοδο 0,2% σε σχέση με τον Αύγουστο.
Σε ετήσια βάση, οι δαπάνες αυξήθηκαν κατά 2,9% το τρίτο τρίμηνο του έτους.
Το προσωπικό εισόδημα ενισχύθηκε +0,3% , εντός των εκτιμήσεων των αναλυτών.
Ο δείκτης προσωπικών δαπανών κατανάλωσης (PCE) παρέμεινε αμετάβλητος.
Καλά τα νέα και από το μέτωπο της ανεργίας με την αμερικανική οικονομία να προσθέτει 128.000 νέες θέσεις εργασίας τον Οκτώβριο.
Το ποσοστό ανεργίας «τσίμπησε» ελαφρώς, στο 3,6%, αλλά παραμένει κοντά στο πιο χαμηλό σημείο των τελευταίων 50 ετών (3,5%).
Το μέσο ωρομίσθιο ενισχύθηκε κατά 0,2% σε μηνιαία βάση και κατά 3% σε ετήσια βάση.
Σημαντική παρατήρηση είναι ότι η μεταποίηση έχασε 36.000 θέσεις εργασίας, που ήταν και οι μεγαλύτερες απώλειες από τον Οκτώβριο του 2009. Σε αυτό είχε επίπτωση και η μακρά απεργία στη General Motors, καθώς οι απεργοί, οι οποίοι δεν πληρώνονταν λόγω της κινητοποίησης κατά τη διάρκεια της έρευνας του υπουργείου Εργασίας, θεωρήθηκαν ως άνεργοι. Υπενθυμίζεται ότι η απεργία των 46.000 εργαζομένων της General Motors τέλειωσε την προηγούμενη Παρασκευή.
Από την Κίνα είχαμε επίσης διττές ανακοινώσεις όσον αφορά τον PMI.
O μεταποιητικός δείκτης PMI της Caixin σκαρφάλωσε σε υψηλό 32 μηνών τον Οκτώβριο στις 51,7 μονάδες από 51,4 μονάδες τον Σεπτέμβριο.
Ο PMI όμως με βάση τα κυβερνητικά στοιχεία έδειξε περαιτέρω συρρίκνωση της δραστηριότητας, καθώς διολίσθησε σε χαμηλό οκτώ μηνών στις 49,3 μονάδες τον Οκτώβριο.
Πολιτικά μέτωπα
Αυτό που έχει όμως πιο πολύ ενδιαφέρον είναι το πολιτικό σκηνικό που παρέλαβε ο Νοέμβριος.
Στο Χονγκ Κονγκ οι κινητοποιήσεις συνεχίζονται για μήνες πλέον παρά το γεγονός πως η τοπική κυβέρνηση πήρε πίσω την απόφαση έκδοσης κατηγορούμενων στις δικαστικές αρχές της Κίνας.
Οι βίαιες όμως αντικυβερνητικές διαδηλώσεις- μαζί φυσικά με τις επιπτώσεις της σινοαμερικανικής διαμάχης -είχαν σαν αποτέλεσμα την καθίζηση της εσωτερικής ζήτησης στο Χονγκ Κονγκ, με αποτέλεσμα η οικονομία του να περιέλθει το τρίτο τρίμηνο σε ύφεση για πρώτη φορά σε μια δεκαετία.
Η οικονομία συρρικνώθηκε 3,2% στο διάστημα Ιουλίου-Σεπτεμβρίου από την προηγούμενη περίοδο, για δεύτερο συνεχόμενο τρίμηνο αρνητικής ανάπτυξης, που αποτελεί τον τεχνικό ορισμό της ύφεσης.
Σε σχέση με το προηγούμενο έτος, το ΑΕΠ συρρικνώθηκε 2,9%.
Σημειωτέον ότι τα στοιχεία είναι τα χειρότερα από την παγκόσμια χρηματοπιστωτική κρίση το 2008-2009.
Οι κινητοποιήσεις όμως δεν αποτελούν μόνο ασιατικό φαινόμενο.
Στη Βαρκελώνη τις τελευταίες μέρες λαμβάνουν χώρα μαζικές διαδηλώσεις υπέρ της ανεξαρτησίας της Καταλωνίας, με αφορμή την φυλάκιση των Καταλανών αυτονομιστών ηγετών.
Στη Χιλή επίσης λαμβάνουν χώρα βίαιες διαδηλώσεις, με αφορμή την αύξηση των εισιτηρίων του μετρό, την οποία η κυβέρνηση πήρε πίσω λόγω ακριβώς των βίαιων αντιδράσεων.
Πρόσφατα στον χορό των μαζικών διαμαρτυριών εισήλθαν ο Λίβανος και το Ιράκ.
Εν τω μεταξύ η λαϊκή δυσαρέσκεια σε κάποιες χώρες δεν εκδηλώνεται στο δρόμο, αλλά μέσω της εκλογικής κάλπης.
Στη Γερμανία, το αποτέλεσμα στις περιφερειακές εκλογές στη Θουριγγία φέρνει και πάλι την πιθανότητα μιας πολιτικής αλλαγής πολύ κοντά.
Τα κόμματα του μεγάλου συνασπισμού που κυβερνούν, έχασαν πανηγυρικά ενώ πλέον ο υπουργός Οικονομικών της Γερμανίας Μ. Scholz θα μπορούσε ακόμα και να χάσει την ηγεσία του SPD.
Η οικονομία που έχει χάσει τη δυναμική της εξαιτίας κυρίως του εμπορικού πολέμου, του Brexit και του έντονου πλέον προσφυγικού προβλήματος, δημιουργεί ολοένα και περισσότερα προβλήματα στη Μέρκελ, ενώ καθιστά δυνατό ένα πρόωρο τέλος στη θητεία της καγκελαρίου.
Προβλήματα και στην Ιταλία, με τη νίκη της Lega στο κεντροαριστερό οχυρό της Ούμπρια, απέναντι στον υποψήφιο που υποστηρίχθηκε από κοινού από το δημοκρατικό κόμμα PD και τον αντισυμβατικό M5S.
(σ.σ: υπενθυμίζουμε ότι αποτελούν τον κυβερνητικό συνασπισμό στη Ρώμη).
Το αναμφισβήτητο συμπέρασμα είναι ότι το δεξιό μπλοκ συνεχίζει να προελαύνει, έχοντας κερδίσει όλες τις πρόσφατες τοπικές εκλογές.
Παρά την επιδεικτική αδιαφορία των αγορών, οι εκλογές στην Ούμπρια έχουν ιδιαίτερη σημασία.
Είναι οι πρώτες μετά την αλλαγή του κυβερνητικού σχήματος τον Αύγουστο και επιβεβαιώνουν ότι η στήριξη στον Σαλβίνι όχι μόνο δεν έχει επηρεαστεί από την αποτυχημένη προσπάθειά του να προκαλέσει εκλογές το καλοκαίρι, αλλά αντίθετα έχει ενισχυθεί με εξαιρετική δυναμική.
Το αποτέλεσμα εκτιμάται ότι θα αυξήσει τις εντάσεις και στα δύο κυβερνώντα κόμματα, ενώ πολλοί αναλυτές εκτιμούν ότι οι εθνικές εκλογές το 2020 δείχνουν εξαιρετικά πιθανές.
Η «ντρίπλα» του Πάουελ
Η προηγούμενη εβδομάδα έδωσε ένα μεγάλο στίγμα για τη νομισματική πολιτική της Fed τους επόμενους μήνες.
Η κεντρική τράπεζα των ΗΠΑ μείωσε όπως αναμενόταν την Τετάρτη τα επιτόκια κατά 25 μονάδες βάσης στο 1,5% με 1,75%.
(σ.σ: Πρόκειται για την τρίτη μείωση επιτοκίων το 2019).
Η είδηση όμως είναι το «πάγωμα» των επιτοκίων, συμπέρασμα που κατέδειξε άλλωστε και η διακύμανση του ζεύγους eur/usd, η οποία δεν ξέφυγε από τα όρια του 1,1072-1,1220.
Η Fed εξάλειψε από το ανακοινωθέν τη φράση ότι «θα δράσει κατάλληλα» για να διατηρήσει την επέκταση της αμερικανικής οικονομίας.
Αυτό μεταφράζεται ότι δύσκολα θα έχουμε μελλοντικές μειώσεις επιτοκίων αν το outlook παραμείνει σταθερό.
Θα μπορούσαμε να πούμε ότι ο Τζερόμ Πάουελ άφησε να εννοηθεί πως δεν πρέπει να αναμένονται περαιτέρω μειώσεις επιτοκίων όσο οι οικονομικές συνθήκες παραμένουν στο επίπεδο που βρίσκονται σήμερα, ενώ τόνισε πως δεν θα υπάρξουν αυξήσεις μέχρι να ενισχυθεί σημαντικά ο πληθωρισμός.
Εν ολίγοις μας διαμήνυσε ότι θα παγώσει η νομισματική πολιτική εφεξής.
Μάλιστα το μήνυμα το έκανε πιο ξεκάθαρο όταν μιλώντας λίγο μετά το πέρας της διήμερης συνεδρίασης της Fed, τόνισε ότι η «προσαρμογή» για την οποία μιλούσε τους τελευταίους πέντε μήνες φτάνει στο τέλος της.
Υπογράμμισε για άλλη μια φορά ότι το τρέχον επιτόκιο θα παραμείνει αμετάβλητο για όσο καιρό «το outlook ευθυγραμμίζεται με τις προσδοκίες μας».
Άφησε περιθώριο να αλλάξει η Fed πλεύση σε περίπτωση μόνο που αλλάξουν οι συνθήκες « για μια οικονομία η οποία αναπτύσσεται περίπου με ρυθμό 2% και η ανεργία βρίσκεται σε χαμηλό 50 ετών, στο 3,5%».
Τέλος υπογράμμισε ότι για να επιστρέψει η κεντρική τράπεζα στις αυξήσεις επιτοκίων, θα πρέπει να υπάρξει μια «πραγματικά σημαντική» άνοδος του πληθωρισμού.
Συμπερασματικά λοιπόν μπορούμε να πούμε ότι αν δεν αλλάξει κάτι δραματικά, αυτή ήταν η τελευταία μείωση επιτοκίων για φέτος και ίσως και για το πρώτο τρίμηνο του 2020, παρά τις προφανείς αντιρρήσεις του Αμερικανού Προέδρου.
*Αποποίηση Ευθύνης: Το υλικό αυτό παρέχεται για πληροφοριακούς και μόνο σκοπούς. Σε καμία περίπτωση δεν πρέπει να εκληφθεί ως προσφορά, συμβουλή, ή προτροπή για αγορά ή πώληση των αναφερομένων προϊόντων. Παρόλο που οι πληροφορίες που περιέχονται, βασίζονται σε πηγές που θεωρούνται αξιόπιστες, καμία διασφάλιση δεν δίνεται ότι είναι ακριβείς ή πλήρεις και δεν θα πρέπει να εκλαμβάνονται ως τέτοιες.