«Δεν έχουν θέση στα ανώτατα εκπαιδευτικά ιδρύματά μας τέτοιοι άνθρωποι εφόσον κριθούν ένοχοι, αλλά ο νόμος μας δίνει και τη δυνατότητα να απομακρυνθούν από τα καθήκοντά τους μέχρις ότου αποφανθεί η Δικαιοσύνη», δήλωσε ο υπουργός Παιδείας, Έρευνας και Θρησκευμάτων Κώστας Γαβρόγλου στον ρ/σ του ΑΠΕ-ΜΠΕ σχετικά με την υπόθεση του καθηγητή του ΤΕΙ Κεντρικής Μακεδονίας που κατηγορείται για εκβιασμό φοιτητών και τη διαδικασία που κινεί το υπουργείο Παιδείας, ώστε να τεθεί σε αποχή από την άσκηση των καθηκόντων του.
Ο υπουργός επισήμανε πως «είναι ένα άτομο ανάμεσα στις πολλές χιλιάδες», ώστε «να μην αρχίσουν γενικεύσεις ως προς τη συμπεριφορά αυτή» και εκτίμησε πως «το καλύτερο και ηθικότερο είναι η ανοιχτή καταγγελία τέτοιων συμπεριφορών». «Μελέτησα χθες τον φάκελλο του συγκεκριμένου ΤΕΙ, είχαμε μόνο μία ανώνυμη καταγγελία πριν από έναν χρόνο. Οι ανώνυμες καταγγελίες είναι ένα περίπλοκο ζήτημα, μαζί με το κριτήριο αθωότητας, που πάντα πρέπει να υπάρχει στη δημοκρατία μας. Προχωρήσαμε και στείλαμε εκεί που έπρεπε να στείλουμε την καταγγελία αυτή, δεν έγινε τίποτε. Νομίζω ότι η κοινωνία είναι πια πάρα πολύ ώριμη, ώστε οποιοσδήποτε επί της ουσίας και τεκμηριωμένα κάνει μια καταγγελία και να προστατεύεται αυτό το άτομο (σ.σ. ο καταγγέλλων), αλλά και μέσω αυτών να υπάρχει η όποια ποινή προβλέπεται για αυτά τα ζητήματα. Βεβαίως έχει πάρα πολύ μεγάλη σημασία οι καταγγελίες να γίνονται και πολύ τεκμηριωμένα», διευκρίνισε.
Παρατήρησε, δε, πως «αξιολογήσεις καθηγητών έχουν γίνει και παίρνουμε υπόψη τις αξιολογήσεις», όμως, στη συζήτηση για το μέλλον της ανώτατης εκπαίδευσης θα πρέπει «να μπορέσουμε να βάλουμε στο τραπέζι όχι μόνο τη θετική πλευρά των πανεπιστημίων μας και των ΤΕΙ, αλλά και κάποιες σκοτεινές πλευρές». «Τα ηθικά ζητήματα της εκπαίδευσης εμπλέκουν μέσα όλη την κοινωνία. Οι γονείς που πηγαίνουν πολλές φορές και φωνάζουν στους δασκάλους, ότι αδικείται το παιδί τους, ορισμένοι δάσκαλοι που δεν πάνε όσο καλά προετοιμασμένοι θα έπρεπε, τα παιδιά, που μέσα στο άγχος τους αντιγράφουν. Υπάρχουν και στην Ελλάδα νόμιμες εταιρείες, που διαφημίζονται σε πολλά εκπαιδευτικά sites, όπου έναντι κάποιας αμοιβής μπορούν να σου γράψουν είτε εργασίες, είτε διπλωματική master --δεν είναι παίξε γέλασε αυτό», εξήγησε.
«Εκβιαστική προς τους καθηγητές η στάση της Πανελλήνιας Ένωσης Θεολόγων»
Αναφερόμενος στην παρότρυνση της Πανελλήνιας Ένωσης Θεολόγων προς τους εκπαιδευτικούς να μην διδάσκουν τα αναλυτικά προγράμματα των Θρησκευτικών ο υπουργός τόνισε: «Αυτή τη στιγμή υπάρχει ένα νέο μάθημα, για το οποίο έχουμε συνεννοηθεί και με την Εκκλησία. Υπήρξε μία τριμελής Επιτροπή, η οποία είδε τις διαφορές μας και τις συγκλίσεις μας, πλην όμως βρήκαμε μία ισορροπία. Είπαμε αυτό να διδαχθεί. Έρχεται τώρα ένας Σύλλογος, ο οποίος καλεί σε απείθεια τους καθηγητές.
Λέει "μην κάνετε αυτό που σας έχει πει η Πολιτεία, κάνετε αυτό που σας λέω εγώ". Υπάρχουν και καθηγητές, οι οποίοι μπορεί για χιλιάδες λόγους να συμπαθούν και τη συγκεκριμένη Ένωση κ.λπ. Δεν ντρέπονται να εκβιάζουν αυτόν τον κόσμο, να τον βάζουν σε δύσκολη θέση, να τον καλούν σε απείθεια; [...] Υπάρχουν νόμοι, κανόνες, δικαστήρια. Η Πανελλήνια Ένωση Θεολόγων μας έχει πάει στο ΣτΕ κι εγώ δεν καταλαβαίνω τη βιασύνη της πριν βγει η απόφαση του ΣτΕ, εκτός αν θέλει να αντικαταστήσει το Συμβούλιο της Επικρατείας. Δεν γίνεται να πηγαίνεις κάποιον στο Δικαστήριο και να καλείς και σε απείθεια τους καθηγητές, δεν γίνονται αυτά στη Δημοκρατία και μου κάνει τρομερή εντύπωση, που ο πρόεδρος είναι και καθηγητής πανεπιστημίου».
Ερωτηθείς σχετικά με το έργο της -σύμφωνα με το Άρθρο 8 της Συμφωνίας των Πρεσπών- Μεικτής Διεπιστημονικής Επιτροπής Εμπειρογνωμόνων Ελλάδος- ΠΓΔΜ για ιστορικά, αρχαιολογικά και εκπαιδευτικά θέματα, η οποία θα θέσει συγκεκριμένα χρονοδιαγράμματα, ώστε να διασφαλισθεί ότι σε έκαστο από τα μέρη κανένα σχολικό εγχειρίδιο ή βοηθητικό σχολικό υλικό σε χρήση τη χρονιά μετά την υπογραφή της Συμφωνίας δεν περιέχει αλυτρωτικές ή αναθεωρητικές αναφορές ο κ. Γαβρόγλου διευκρίνισε:
«Όταν υπάρχουν τέτοιου είδους συμφωνίες με άλλες χώρες ή γενικότερες ανακατατάξεις, όπως είναι η Ευρωπαϊκή Ένωση και οι νέες σχέσεις που έχουν οι χώρες, είναι λογικό -πάντα υπό την εποπτεία ερευνητών, που τα γνωρίζουν αυτά τα ζητήματα- να ξαναβλέπουμε κι εμείς ένα σύνολο πραγμάτων, όπως καλούμε κι άλλους να το κάνουν. Άρα η Επιστήμη της Ιστορίας δεν είναι κάτι το στατικό, δεν είναι μία γεγονοτολογία, που ήταν η παλιά αντίληψη. Επειδή τώρα στη νέα ιστορία ακόμη και στα σχολικά εγχειρίδια τίθενται και θέματα ερμηνείας, που αυτό είναι το πιο ενδιαφέρον στην ιστορία, γιατί έγιναν, όσα έγιναν, αυτά τα ζητήματα πάντα πρέπει κανείς να τα σκέφτεται και να τα ξανασκέφτεται, με γνώμονα το καλώς νοούμενο ουσιαστικό εθνικό συμφέρον και με βάση τα επιστημονικά συμπεράσματα και τις επιστημονικές έρευνες».
Με πληροφορίες από το ΑΠΕ-ΜΠΕ