Από τα ωραιότερα και μακροβιότερα ιερά του Αιγαιακού χώρου, το ιερό των Καβείρων στη Λήμνο περίμενε χρόνια τις φροντίδες της πολιτείας. Τις δέχθηκε τα τελευταία χρόνια, με τη φροντίδα της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας και το περασμένο Σάββατο εγκαινιάστηκε ο ανακαινισμένος χώρος από την υπουργό Πολιτισμού Λίνα Μενδώνη.
Η κα Μενδώνη τόνισε στην ομιλία της πως κατά την τελευταία επίσκεψή της στον Καβείριο το 2013μ οπότε ήταν Γενική Γραμματέας του υπουργείου, διαπιστώθηκαν «τα μεγάλα προβλήματα, τα οποία εμφάνιζε ο χώρος. Ένα τμήμα των ανδήρων ήταν έτοιμα να καταρρεύσουν. Τότε ζήτησα από τις υπηρεσίες να συνταχθούν οι αναγκαίες μελέτες, ώστε να προχωρήσει γρήγορα η αποκατάσταση του χώρου. Το 2014 εκπονήθηκαν και εγκρίθηκαν από το ΚΑΣ οι πρώτες μελέτες για τον χώρο, ενώ τον Δεκέμβριο του 2014 καταθέσαμε το οικείο τεχνικό δελτίο, στην τότε Περιφερειάρχη Βορείου Αιγαίου και νυν Γενική Γραμματέα του Υπουργείου Νησιωτικής Πολιτικής κ. Χριστιάνα Καλογήρου. Τελικά το έργο εντάχθηκε στο ΠΕΠ Βορείου Αιγαίου-ΕΣΠΑ 2014-2020, το 2016. Ο νυν Έφορος Αρχαιοτήτων Παύλος Τριανταφυλλίδης ανέλαβε την Εφορεία Λέσβου, τον Οκτώβριο του 2014. Η επιλογή του δεν ήταν τυχαία. Τα νησιά στο Βόρειο Αιγαίο, είχαν και έχουν ανάγκη από ανθρώπους αφιερωμένους και αφοσιωμένους στη δουλειά τους και επιστήμονες, οι οποίοι κατέχουν την επιστήμη τόσο, όσο να μπορούν να την καθιστούν κάνουν προσιτή στον απλό πολίτη. Μόνον έτσι, ο μη μυημένος μπορεί να αντιληφθεί τα μυστικά και την ομορφιά της επιστήμης. Χαίρομαι πραγματικά για την γενική μαρτυρία για την ποιότητα της δουλειάς και του ‘πολιτεύεσθαι’ του προϊσταμένου.»
Με το έργο της ανάδειξης του αρχαιολογικού χώρου του Καβειρίου, όχι μόνον αναβαθμίζονται οι παρεχόμενες υπηρεσίες προς τους επισκέπτες του χώρου, αλλά ο ίδιος ο αρχαιολογικός χώρος προστατεύεται, από την φθορά του χρόνου, τις επιδράσεις των έντονων καιρικών φαινόμενων, που μαστίζουν την περιοχή, αλλά και την παθολογία του εδάφους, που επέφεραν σημαντικές αλλοιώσεις στα μνημεία και στα τμήματα των τοιχοδομών, που είχαν καταρρεύσει ή παρουσίαζαν ολισθήσεις στα πρανή. Στον χώρο παρέχονται πλέον αναβαθμισμένες υπηρεσίες για ΑμεΑ, όπως ειδικό ηλεκτροκίνητο αμαξίδιο, χώροι υγιεινής και ενημερωτική πινακίδα αφής και ήχου για άτομα με μειωμένη όραση, με επισήμανση της κατεύθυνσης. Δημιουργήθηκαν χώροι στάσης επισκεπτών, οργανώθηκαν εκπαιδευτικά προγράμματα (για νηπιαγωγείο, Α΄-Γ΄ τάξεις Δημοτικού, Δ΄-ΣΤ΄ τάξεις Δημοτικού), ενώ στη διάθεση όλων των επισκεπτών βρίσκεται ενημερωτικό υλικό (φυλλάδια στην ελληνική αγγλική και Braille), καθώς και φορτιστές για φόρτιση κινητών τηλεφώνων κάθε τύπου. Το νέο φυλάκιο είναι εξοπλισμένο με μέσα ψηφιακής παρακολούθησης του αρχαιολογικού χώρου (καταγραφικό, κάμερες, πυρόσβεση, πυρανίχνευση, σύστημα συναγερμού).
«Το ιερό των Καβείρων», γράφει η αρχαιολόγος Δέσποινα Τσολάκη στην ιστοσελίδα του υπουργείου πολιτισμού, «ιδρυμένο προς το τέλος του 8ου αι. π.Χ. στα βόρεια του νησιού, στο ακρωτήριο Χλόη αποτέλεσε ζωτικό κέντρο μυστηριακής λατρείας από την πρωτολημνιακή περίοδο μέχρι τους υστερορωμαϊκούς χρόνους. Αποκαλύφθηκαν τρία τελεστήρια, που χρονολογούνται αντίστοιχα στους αρχαϊκούς, ελληνιστικούς και υστερορωμαϊκούς χρόνους. Το αρχαϊκό τελεστήριο, του 7ου αι. π.Χ., είναι ένα κτίριο ακανόνιστης ορθογώνιας κάτοψης με θρανία από διπλή σειρά πλίνθων τελετουργικής χρήσης και μια ορθογώνια θεμελίωση με κυκλική προεξοχή, ένα είδος βωμού ή "βήματος". Το ελληνιστικό τελεστήριο, του 200 π.Χ. είναι ένα πρόστυλο κτίριο με δωδεκα δωρικούς κίονες. Αποτελείται από ένα μεγάλο κεντρικό χώρο, χωρισμένο κάθετα σε τρία τμήματα από δύο σειρές ιωνικών κιόνων, με άνοιγμα στο βορρά. ένας κάθετος στο κτίριο διάδρομος χώριζε το τελεστήριο από μια σειρά δωματίων, τα άδυτα που το έκλειναν από το βορρά. Λεηλατήθηκε και κάηκε κατά τους ρωμαϊκούς αυτοκρατορικούς χρόνους, ανάμεσα στο 2ο και στον 3ο αιώνα μ.Χ., όταν η περιοχή εγκαταλείφθηκε και λειτούργησε ως ένα μεγάλο «λατομείο» για την οικοδόμηση μεταγενέστερων κτηρίων.
Το υστερορωμαϊκό τελεστήριο (η λεγόμενη Βασιλική), θεμελιωμένο πάνω στο αρχαϊκό, αποτελούσε μια αίθουσα, μήκους 17 μ., χωρισμένη σε τρία μέρη από δύο σειρές πέντε κιόνων. Τα δύο πλευρικά τμήματα είχαν μεγαλύτερο μήκος από το κεντρικό, με θρανία τουλάχιστον κατά μήκος του νότιου τοίχου. Η κεντρική αίθουσα χωρίζεται από τα άδυτα με διάδρομο. Η διαμόρφωσή του δείχνει ότι θέλησαν να επαναλάβουν, σε γενικά πλαίσια αλλά σε μικρότερες διαστάσεις, την κάτοψη του κατεστραμμένου παλαιού ελληνιστικού κτηρίου Τα ερείπιά του αντιπροσωπεύουν την τελευταία περίοδο ύπαρξης του ιερού και μαρτυρούν τη μακρά επιβίωση της λατρείας των Καβείρων στη Λήμνο. Δεν υπάρχει κανένα ίχνος αντικατάστασης της λατρείας αυτής με τη χριστιανική. Ίσως η καταστροφή του οικοδομήματος και το οριστικό τέλος του ιερού να οφειλόταν στην καταστροφική μανία των πρώτων χριστιανών στα τέλη του 3ου ή τις αρχές του 4ου αιώνα π.Χ. Από αυτή την περίοδο σώζονται οικοδομικά λείψανα κατοικιών.»
Ηρθε στο φως από την Ιταλική Αρχαιολογική Σχολή. Εξαιρετικά σημαντικό για την περαιτέρω γνώση του χώρου είναι το γεγονός ότι κατά την διάρκεια των αποχωματώσεων για τις ανάγκες του έργου εντοπίσθηκε τμήμα του λεγόμενου «υστερορωμαϊκού οικισμού», το οποίο σύμφωνα με τα νεότερα ανασκαφικά δεδομένα και αρχαιολογικά τεκμήρια φαίνεται ότι αποτέλεσε τμήμα των εστιατορίων των δύο Τελεστηρίων. Πάμπολλες επιγραφές των ελληνιστικών και ρωμαϊκών χρόνων ταυτίζουν τον υπαίθριο χώρο των εστιατορίων, ως τον «επιφανή τόπο», πιθανώς το αρχείο του ιερού, στο οποίο στήνονταν τιμητικές επιγραφές και ψηφίσματα. Ιδιαίτερο δε ενδιαφέρον έχει η ανεύρεση μιας ταφής του ύστερου 4ου αι.π.Χ., επάνω στο υστεροαρχαϊκό και κάτω από το υστερορρωμαϊκό Τελεστήριο, η οποία ταυτίζεται πιθανώς ως ταφή επιφανούς προσώπου, ίσως ιερέα. Σιδερένια δαχτυλίδια που βρέθηκαν ως κτερίσματα της ταφής -ανάλογα έχουν βρεθεί στο ιερό των Μεγάλων Θεών στη Σαμοθράκη- υποδεικνύουν τη χρήση τους στις τελετές μύησης.
Τα εγκαίνια έγιναν παρουσία του Περιφερειάρχη Βορείου Αιγαίου Κώστα Μουτζούρη, του Δημάρχου Λήμνου Δημήτρη Μαρινάκη, της Δημάρχου Αγίου Ευστρατίου Μαρίας Κακαλή, του Μητροπολίτη Λήμνου και Αγίου Ευστρατίου κκ. Ιερόθεου, του προϊσταμένου της Εφορείας Αρχαιοτήτων Λέσβου κ. Παύλου Τριανταφυλλίδη και του Διευθυντή της Ιταλικής Αρχαιολογικής Σχολής κ. Εμανουέλε Πάπι.
«Οι άνθρωποι, διαχρονικά, στη μεγάλη ιστορική διάρκεια, έχουν πάντα τις ίδιες αναζητήσεις, τους ίδιους φόβους» είπε η Λίνα Μενδώνη στην ομιλία της. «Ελπίζουν, ανεξάρτητα σε ποιόν θεό πιστεύουν. Ο αρχαίος άνθρωπος είχε τις ίδιες αγωνίες, που έχουμε εμείς και που θα έχουν οι επόμενοι από εμάς. Τους ίδιους φόβους και την ελπίδα στο θεό -στον όποιο θεό- ότι δι αυτού θα υπάρξει η λύτρωση. Έτσι, η φράση των χριστιανικών θεολογικών κειμένων «μυστήριον μέγα και παράδοξον», μαρτυρείται στην ουσία της και στους αρχαίους συγγραφείς. Συνηγορούν οι αρχαίες μαρτυρίες. Προετοίμαζαν τον άνθρωπο χιλιετίες πριν, για να φτάσομε στο σήμερα, που ο καθένας, με τη δική του εμπειρία, τη δική του γνώση και το δικό του «πιστεύω» απευθύνεται στον θεό. Η ‘εις Άδου κάθοδος’ του Χριστού, δεν διαφέρει πολύ από την ομηρική περιγραφή της Νέκυιας. Είναι πολύ προσωπικά τα θέματα της πίστης. Ο καθένας μας τα αντιμετωπίζει διαφορετικά και ιδιαίτερα σήμερα, που βιώνουμε όλοι, όλος ο πλανήτης, όχι μόνο η χώρα μας, αυτή τη μεγάλη δοκιμασία της πανδημίας του κορονοϊού.»
Η Λήμνος είναι ένα νησί με χιλιάδες αναφορές στην αρχαία ελληνική γραμματεία. Το νησί παρουσιάζει τεράστιο ενδιαφέρον, ιστορικό και γεωπολιτικό, όχι μόνον για τον αρχαίο άνθρωπο, αλλά και σήμερα. Δεν είναι τυχαίο ότι βρίσκεται πάνω στον πλου από τον Ελλήσποντο προς τον νότο. Η υπουργός Πολιτισμού παρατήρησε: «Η Λήμνος, η Λέσβος, η Σκύρος, δηλαδή η Πολιόχνη, η Θερμή και το Παλαμάρι, είναι οι τρεις μεγάλοι οικισμοί της πρώιμης εποχής του Χαλκού. Μιλάμε δηλαδή για δύο, τρεις χιλιετίες π.Χ. στις οποίες αναπτύσσεται ένας εξαιρετικά μεγάλος πολιτισμός. Δεν είναι τυχαίο ότι στη Λήμνο τα πολύ πρόσφατα ευρήματα της ανασκαφής του Α.Π.Θ, τεκμαίρουν την ανθρώπινη παρουσία στο 10.000 π.Χ. Στη Λήμνο, υπάρχουν τα παλαιότερα ευρήματα που έχουμε στον ελλαδικό χώρο. Δεν είναι τυχαίο ότι οι προϊστορικοί οικισμοί στη Μύρινα, στη Πολιόχνη, στο Κουκονήσι, αναπτύσσουν αυτή την προηγμένη τέχνη και συγχρόνως την υψηλή τεχνολογία. Δεν είναι τυχαίο ότι στη Λήμνο πέφτει από τον ουρανό ο Ήφαιστος, ο οποίος διδάσκει τους ντόπιους την τέχνη των μετάλλων που σηματοδοτούν μια άλλη εποχή. Αυτά τεκμαίρονται αρχαιολογικά σε τούτον τον τόπο. Γι’ αυτό είναι πάρα πολύ σημαντική η επένδυση, η οποία γίνεται στους αρχαιολογικούς χώρους, σε έργα Πολιτισμού, που οδηγούν στην αυτογνωσία μας. Το να μαθαίνουμε το παρελθόν μας, μας επιτρέπει να είμαστε ωριμότεροι για το παρόν και το μέλλον μας.»