Tου Αλέξανδρου Διαμάντη
Κώδικα δεοντολογίας για τους βουλευτές θεσπίζει το Ελληνικό Κοινοβούλιο, με το προσχέδιο του Νίκου Βούτση να βρίσκεται ήδη σε επεξεργασία στη αρμόδια Επιτροπή της Βουλής. Αυτός περιλαμβάνει όχι μόνο τις αρμοδιότητες των «300» αλλά και τα πειθαρχικά μέτρα που μπορούν να ληφθούν σε περίπτωση, που εις εκ των βουλευτών παραβεί τους «κανόνες».
Για παράδειγμα η τιμωρία μπορεί να φτάσει μέχρι και την παρακράτηση του μισού της βουλευτικής αποζημιώσεις, αλλά και αποκλεισμό από συνεδριάσεις! Την ίδια ώρα, πάντως, προβλέπεται ότι «δωράκια» μέχρι 150 ευρώ δεν συνιστούν παράπτωμα, ωστόσο θα πρέπει να «καταχωρίζονται με δήλωση του/της βουλευτή σε ειδικό κατάλογο πρωτοκολλημένο, αριθμημένο και μονογραφημένο, ο οποίος τηρείται στη Διεύθυνση της Κοινοβουλευτικής Ομάδας στην οποία ανήκει ο κάθε βουλευτής».
Πιο αναλυτικά οι βουλευτές οφείλουν μεταξύ άλλων
α) Να ασκούν τα καθήκοντά τους υπεύθυνα, με ακεραιότητα, ανιδιοτέλεια, αντικειμενικότητα και ειλικρίνεια.
β) Να ενεργούν αποκλειστικά υπέρ του δημοσίου συμφέροντος και να μην λαμβάνουν, ούτε να επιδιώκουν να λάβουν άμεσα ή έμμεσα οικονομικά οφέλη υπέρ των ιδίων ή υπέρ τρίτων προσώπων.
γ) Να απέχουν, κατά την άσκηση του νομοθετικού έργου, από χαριστικές ή άλλες ευνοϊκές ρυθμίσεις, σεβόμενοι απόλυτα τις αρχές και τα μέσα καλής νομοθέτησης.
δ) Να σέβονται και να τηρούν τους κανόνες εχεμύθειας και εμπιστευτικότητας για θέματα για τα οποία έλαβαν γνώση κατά την άσκηση των καθηκόντων τους, τηρουμένης της αρχής του ανοικτού χαρακτήρα και της διαφάνειας που διέπουν τα θεσμικά όργανα και τις διαδικασίες.
ε) Να απέχουν από τη χρησιμοποίηση ή την επίκληση της βουλευτικής τους ιδιότητας, προκειμένου να εξυπηρετηθούν, διευκολυνθούν ή ευνοηθούν έναντι άλλων προσώπων ή από τις αρχές και τις δημόσιες υπηρεσίες.
στ) Να προβαίνουν σε ορθή και συνετή χρήση και διαχείριση των μέσων και των παροχών που η Βουλή των Ελλήνων θέτει στη διάθεση τους για την απρόσκοπτη άσκηση του έργου τους, αποκλειστικά για την εκπλήρωση των κοινοβουλευτικών τους καθηκόντων.
Σύγκρουση συμφερόντων
Ο Κώδικας Δεοντολογίας προβλέπει και πότε υπάρχει σύγκρουση συμφερόντων. Ειδικότερα, όπως αναφέρεται:
Σύγκρουση συμφερόντων υφίσταται όταν βουλευτής, κατά την άσκηση των καθηκόντων του, εν γνώσει του εξυπηρετεί ή δεν επιδεικνύει τη δέουσα επιμέλεια, ώστε να αντιληφθεί ότι εξυπηρετεί, σε βάρος του γενικού συμφέροντος, αμέσως ή εμμέσως, ιδιωτικό συμφέρον, οικονομικό ή άλλο, αυτού του ιδίου ή άλλου, φυσικού ή νομικού προσώπου. Δεν υφίσταται σύγκρουση συμφερόντων όταν πρόκειται περί συμφέροντος το οποίο οι ως άνω έχουν ως μέλη του κοινωνικού συνόλου ή ως μέλη ευρείας ομάδας προσώπων.
Σύγκρουση συμφερόντων υφίσταται και όταν ο/η βουλευτής συμμετέχει με οποιαδήποτε ιδιότητα ή παρέχει τις υπηρεσίες του επ' αμοιβή ή δωρεάν ή λαμβάνει δώρα, παροχές και άλλα ωφελήματα από ομάδες πίεσης (lobby groups)και οι οποίες δραστηριοποιούνται σε τομείς για τους οποίους είναι πολύ πιθανό, κατά την άσκηση των καθηκόντων του, να κληθεί να συμμετάσχει σε νομοθετικές ή άλλες διαδικασίες.
Οι βουλευτές υποχρεούνται, κατά την ανάληψη των καθηκόντων τους, να ενημερώνουν εγγράφως τον Πρόεδρο της Βουλής για τυχόν υπάρχουσα κατάσταση ικανή να προκαλέσει σύγκρουση συμφερόντων κατά την άσκηση των καθηκόντων τους.
Την ίδια υποχρέωση έχουν οι βουλευτές και για τυχόν επιγενόμενη κατάσταση ικανή να προκαλέσει σύγκρουση συμφερόντων κατά την άσκηση των καθηκόντων τους.
Στις περιπτώσεις της προηγούμενης παραγράφου, όπως και όταν υπάρχει έγγραφη και επώνυμη σχετική αναφορά προς τον Πρόεδρο της Βουλής, η οποία κατατίθεται και στο πρωτόκολλο της Επιτροπής Κοινοβουλευτικής Δεοντολογίας της Βουλής, ο Πρόεδρος της Βουλής παραπέμπει το ζήτημα στην Επιτροπή.
Σε περίπτωση που, αφού ακούσει τον βουλευτή, κατόπιν σχετικής πρόσκλησης ή μετά από αίτησή του, η Επιτροπή Κοινοβουλευτικής Δεοντολογίας κρίνει ότι στοιχειοθετείται σύγκρουση συμφερόντων, εισηγείται προς τον Πρόεδρο της Βουλής περί του πρακτέου.
Σε περίπτωση αμφιβολίας της Επιτροπής Κοινοβουλευτικής Δεοντολογίας ως προς την ύπαρξη κατάστασης ικανής να προκαλέσει σύγκρουση συμφερόντων ή αν αυτή κρίνει ότι το ζήτημα χρήζει περαιτέρω έρευνας, ο Πρόεδρος της ως άνω Επιτροπής ενημερώνει τον Πρόεδρο της Βουλής. Εν συνεχεία, η Επιτροπή Κοινοβουλευτικής Δεοντολογίας εισηγείται προς τον Πρόεδρο της Βουλής περί του πρακτέου.
Δώρα, σχετικές παροχές και ωφελήματα
Ξεχωριστό κεφάλαιο στο προσχέδιο αποτελούν τα «δωράκια» προς τους βουλευτές. Σύμφωνα λοιπόν με τον Κώδικα:
-Οι βουλευτές οφείλουν να μην αποδέχονται πάσης φύσεως δώρα, παροχές ή άλλα ωφελήματα, των οποίων η φύση ή η χρηματική τους αξία εγείρουν ζητήματα μεροληπτικής άσκησης των κοινοβουλευτικών τους καθηκόντων.
- Δώρα των οποίων η αξία είναι μικρότερη των εκατό πενήντα (150) ευρώ και λαμβάνονται ως αναμνηστικά ενθύμια στο πλαίσιο επίσημης επίσκεψης και φιλοξενίας κατά την εκτέλεση της κοινοβουλευτικής δραστηριότητας, εξαιρούνται από την απαγόρευση της προηγούμενης παραγράφου. Τα δώρα αυτά καταχωρίζονται με δήλωση του/της βουλευτή σε ειδικό κατάλογο πρωτοκολλημένο, αριθμημένο και μονογραφημένο, ο οποίος τηρείται στη Διεύθυνση της Κοινοβουλευτικής Ομάδας στην οποία ανήκει ο κάθε βουλευτής.
Πειθαρχικά μέτρα
Μείωση μισθού και προσωρινό αποκλεισμό από συνεδριάσεις περιλαμβάνει ο Κώδικας Δεοντολογίας για τους βουλευτές. Ειδικότερα προβλέπεται συγκεκριμένα:
Σε περίπτωση που, μετά την κατάθεση της εισήγησης της Επιτροπής και εντός προθεσμίας οριζόμενης από τον Πρόεδρο της Βουλής η οποία, σε κάθε περίπτωση, δεν μπορεί να υπερβαίνει τις τριάντα (30) ημέρες, ο/η βουλευτής δεν συμμορφώνεται προς την ως άνω εισήγηση, δύνανται να επιβάλλονται, μετά από εισήγηση της Ειδικής Μόνιμης Επιτροπής Κοινοβουλευτικής Δεοντολογίας προς τον Πρόεδρο της Βουλής και, κατά περίπτωση απόφαση του Προέδρου της Βουλής ή πρόταση του προς την Ολομέλεια της Βουλής ή το Τμήμα Διακοπής των εργασιών της Βουλής, με απόφαση της Ολομέλειας της Βουλής ή του Τμήματος διακοπής των εργασιών της Βουλής, τα εξής πειθαρχικά μέτρα:
α) Όταν πρόκειται περί επίδειξης συμπεριφοράς κατά παράβαση των γενικών αρχών του άρθρου 2 του παρόντος Κώδικα, ανάκληση στην τάξη κατ' ανάλογη εφαρμογή του άρθρου 78 του Κανονισμού της Βουλής και, σε ιδιαίτερα σοβαρές περιπτώσεις, μομφή για αντικοινοβουλευτική συμπεριφορά, κατ' ανάλογη εφαρμογή του άρθρου 80 του Κανονισμού της Βουλής.
β) Όταν πρόκειται περί παράβασης της διάταξης που αφορά σύγκρουση συμφερόντων, προσωρινός αποκλεισμός του βουλευτή διάρκειας μέχρι δεκαπέντε ημερών από τις συνεδριάσεις της Βουλής και, σωρευτικώς ή εναλλακτικώς, περικοπή του ενός δευτέρου (1/2) της μηνιαίας αποζημίωσής του, κατ' ανάλογη εφαρμογή του άρθρου 81 παρ. 4, 5 και 6 του Κανονισμού της Βουλής.
γ) Όταν πρόκειται περί παράβασης της διάταξης που αφορά την αποδοχή δώρων ή παροχών ή ωφελημάτων, περικοπή μέχρι του ενός δευτέρου (1/2) της μηνιαίας αποζημίωσης του βουλευτή. Η ποινή επαναλαμβάνεται ανά μήνα, μέχρι συμμόρφωσης του βουλευτή προς την απόφαση της Ολομέλειας της Βουλής ή του Τμήματος διακοπής των εργασιών της Βουλής.
δ) Όταν πρόκειται περί παράβασης της διάταξης που αφορά τη χρήση εμπιστευτικών πληροφοριών, περικοπή μέχρι τους ενός δευτέρου (1/2) της μηνιαίας αποζημίωσης του βουλευτή.
ε) Όταν πρόκειται περί παράλειψης δήλωσης ή περί ανακριβούς δήλωσης κατά το άρθρο 5 του παρόντος Κώδικα, περικοπή μέχρι του ενός δευτέρου (1/2) της μηνιαίας αποζημίωσης του βουλευτή. Η ποινή επαναλαμβάνεται ανά μήνα, μέχρι συμμόρφωσης του βουλευτή προς την απόφαση της Ολομέλειας της Βουλής ή του Τμήματος διακοπής των εργασιών της Βουλής.
Σε όλες τις περιπτώσεις, ο/η βουλευτής καλείται, πριν από την επιβολή του πειθαρχικού μέτρου, ενώπιον της Ολομέλειας της Βουλής ή του Τμήματος Διακοπής των εργασιών της Βουλής, προκειμένου να αναπτύξει εντός είκοσι (20) λεπτών τις απόψεις του.
Τα επιβαλλόμενα πειθαρχικά μέτρα μπορούν, με απόφαση του Προέδρου της Βουλής, να αναρτώνται στον διαδικτυακό τόπο της Βουλής.