«Οι εταίροι μας πρέπει να καταλάβουν σε ποια θέση βρίσκεται η Ελλάδα ως χώρα υποδοχής προσφύγων στην άκρη του διαδρόμου, και όχι ως πόρτα του διαδρόμου που είναι η Τουρκία», τονίζει, από τη Βιέννη, σε συνέντευξή του στο ΑΠΕ-ΜΠΕ, ο Έλληνας αναπληρωτής υπουργός Εξωτερικών Νίκος Ξυδάκης, ο οποίος πραγματοποιεί από χθες τριήμερη περιοδεία ενημέρωσης για τις ελληνικές θέσεις, στις τρεις χώρες της Κεντρικής Ευρώπης που διαδραματίζουν σημαντικό ρόλο στην προσφυγική κρίση, δηλαδή, Αυστρία, Σλοβακία και Ουγγαρία.
Σκοπός του ταξιδιού του είναι η αναζήτηση, μαζί με τους εταίρους, των πιο εφικτών λύσεων σε μία κολοσσιαίων διαστάσεων κρίση, η οποία απειλεί και την ίδια τη συνοχή και την ενότητα της Ευρωπαϊκής Ένωσης, καθώς, όπως σημειώνει, οι πολλές, παράλληλες ή αποκλίνουσες, συγκρουόμενες εθνικές λύσεις δεν θα ωφελήσουν στο τέλος κανέναν.
Στόχος είναι, επίσης, να αρθεί το κλίμα παρεξηγήσεων, παρανοήσεων και κάποιων στερεοτυπικών αντιμετωπίσεων, καθώς υπάρχει μία διάχυτη αντίληψη -η οποία διοχετεύεται και στα ΜΜΕ- ότι η Ελλάδα δεν φυλάσσει τα σύνορά της και δεν δέχεται βοήθεια, με το τελευταίο να είναι «μία εμφανής πλάνη, χονδροειδής μάλιστα αν διατυπώνεται έτσι. Διότι από τα αρχεία της Frontex ή της Ευρωπαϊκής Επιτροπής διαπιστώνεται πως η Ελλάδα ζητούσε επειγόντως βοήθεια ήδη από τον Ιούλιο, αλλά η ικανοποίηση των αιτημάτων για τα οποία η ίδια είχε καταρτίσει έναν μεγάλο κατάλογο αναγκών, προχωρεί πολύ αργά και βασανιστικά».
Όπως τονίζει ο αναπληρωτής υπουργός Εξωτερικών για Ευρωπαϊκές Υποθέσεις, αν μέμφεται κανείς για ανεπαρκή έλεγχο των συνόρων του Αιγαίου θα πρέπει να μέμφεται τον ευρωπαϊκό οργανισμό Frontex, ο οποίος συνεπιχειρεί με την Ελλάδα και έχει συνευθύνη, ενώ τον συναποτελούν οι Ευρωπαίοι. Και αν αυτός δεν βοηθείται, αν δεν κάνει τη δουλειά του, τότε δεν κάνει τη δουλειά της και η Ευρώπη, όπως λέει ο κ. Ξυδάκης.
Άρα, όπως τόνισε ο κ. Ξυδάκης απαιτείται αμοιβαία ειλικρίνεια, απαιτούνται απευθείας συνεννοήσεις και όχι κινήσεις αιφνιδιασμού και κινήσεις πίσω από την πλάτη του εταίρου. Ο υπουργός επισήμανε στους συνομιλητές του πως εάν κάποιος εταίρος θέλει να ενεργήσει στα σύνορα Ελλάδας και ΠΓΔΜ, δεν μπορεί να μιλάει μόνον με τα Σκόπια, αλλά πρέπει να μιλήσει και με την Ελλάδα, διότι διαφορετικά η ίδια αισθάνεται μεγάλη δυσφορία, καθώς στην πράξη πρόκειται σχεδόν για μία εν πράγματι εχθρική ενέργεια, γιατί δεν μπορεί κάποιος να βάζει στρατό στα σύνορα του άλλου.
Η Ελλάδα αντιλαμβάνεται όλη την πίεση της κοινής γνώμης, τον αιφνιδιασμό που υπέστησαν όλοι από το κύμα προσφύγων, όπως επίσης τους φόβους και ως έναν βαθμό τον πανικό, καθώς και τα βάρη που σηκώνουν οι κοινωνίες, ωστόσο αυτό δεν σημαίνει, όπως επισημαίνει ο κ. Ξυδάκης, «ότι θα οδηγηθούμε σε ένα ατέλειωτο παιχνίδι αλληλοεπίρριψης ευθυνών, όπου όλοι ψάχνουν έναν κακό, έναν αποδιοπομπαίο τράγο, για να φορτώσουν την αμηχανία, διότι κανείς δεν έχει καμία σοβαρή λύση».
Ο υπουργός εξήγησε επιπλέον στους συνομιλητές του ότι δεν είναι τεχνικά, νομικά, πολιτικά και ηθικά εφικτό να βάλει κανείς ένα πολεμικό πλοίο να κάνει απώθηση σε μία λαστιχένια βάρκα με γυναικόπαιδα, δεν θα το έκανε καμία ευρωπαϊκή χώρα, το λένε οι πάντες, όλοι οι αρμόδιοι και πρώτη από όλους η Frontex. Και το συμπέρασμα είναι πως ο επικοινωνιακός πόλεμος, υπό την πίεση της κοινής γνώμης σε κάθε χώρα, πρέπει να μετριαστεί, να αλλάξει μορφή, σύμφωνα με τον Αναπληρωτή Υπουργό Εξωτερικών. Και αντί για πόλεμος να γίνει μία συνεργασία, μία ειλικρινής σχέση, διότι, διαφορετικά, αυτός ο πόλεμος θα πληγώσει όλους και στο τέλος θα καταστρέψει την ίδια την Ευρώπη.
«Η κρίση, σε έναν, δύο, τρεις, πέντε μήνες θα έχει ελαττωθεί, θα έχει κοπάσει, δεν είμαι βέβαιος ότι θα εξαφανιστεί, θα συνοδεύει την Ευρώπη επί χρόνια. Ωστόσο οι ενέργειες και τα λόγια που θα βιωθούν σε αυτό το διάστημα θα μείνουν για πάντα χαραγμένα και θα είναι μία τοξική επιστροφή σε ένα τοξικό παρελθόν, που το έχουμε ζήσει ως Ευρώπη βίας και σκοταδιού και που δεν θέλουμε να το ξαναζήσουμε» σημειώνει ο αναπληρωτής υπουργός Εξωτερικών.
Ο ίδιος κατά τις συνομιλίες του δεν διαπίστωσε να υπάρχει μεγάλη μετακίνηση από αυτή την εμμονή, στο ότι ο έλεγχος των θαλασσίων συνόρων πρέπει να γίνεται με το πολεμικό ναυτικό, και πιστεύει πως υπάρχει μία άγνοια του πεδίου και ως προς το πώς γίνεται αυτός ο έλεγχος.
Το ελληνικό υπουργείο Εξωτερικών είχε διοργανώσει αποστολή με όλους τους πρέσβεις της ΕΕ που βρίσκονται στην Αθήνα, στη θαλάσσια συνοριακή γραμμή, οι οποίοι παρακολούθησαν αφίξεις προσφύγων με βάρκες στην παραλία, επισκέφθηκαν καταυλισμούς υποδοχής και πρώτης φιλοξενίας, είδαν πως γίνονται οι καταγραφές. Οπως αναφέρει ο κ. Ξυδάκης, απαντώντας σε σχετική ερώτηση, η απαιτητή δαπάνη για το 2016 είναι περίπου 600 εκατομμύρια ευρώ, σύμφωνα με υπολογισμούς της Τράπεζας της Ελλάδας και της Ευρωπαικής Κεντρικής Τράπεζας, ενώ οι πλέον μετριοπαθείς υπολογισμοί ανεβάζουν το κόστος μέσα στην προηγούμενη χρονιά να προσεγγίζει ή να υπερβαίνει τα 450 εκατομμύρια ευρώ, που είναι χρήματα τα οποία έχουν δοθεί κατά το πλείστον από εθνικούς πόρους, με χρήση των υποδομών.
Επισημαίνει ακόμη πως θα πρέπει αμέσως να συνυπολογιστεί πως η κατεστραμμένη οικονομικά Ελλάδα, από την κρίση και τη δημοσιονομική περιστολή, έχει διασώσει 105.000 ανθρώπους, πραγματοποιώντας περίπου 3.000 διασώσεις, έχει διαδώσει ένα πνεύμα ανθρωπιάς στην Ευρώπη και το έχει κάνει αυτό εξουθενωμένη από την οικονομική κρίση, βρισκόμενη πολύ συχνά στα όριά της και υπεράνω των δυνάμεών της.
Αναφερόμενος γενικότερα στη συμπεριφορά της Ευρώπης στο Προσφυγικό, ο Έλληνας αναπληρωτής υπουργός Εξωτερικών διαπιστώνει μία εσωστρέφεια και μία ξενοφοβία πολύ συχνά, που δεν δικαιολογείται και από τα μεγέθη της ΕΕ και τις δυνατότητές της. Πολλά εκατομμύρια μετανάστες, πολλά εκατομμύρια ανθρώπων από τις πρώην αποικίες έχουν ενσωματωθεί πλήρως, είναι στη δεύτερη και στην τρίτη γενιά και επιπλέον έχει αναζωογονηθεί η οικονομία και η κατεστραμμένη Γερμανία δεν θα χτιζόταν χωρίς τη βοήθεια από τα εργατικά χέρια από τον νότο.
Όλα αυτά, όπως ο ίδιος τονίζει στη συνέντευξή του στο ΑΠΕ-ΜΠΕ, πρέπει να οδηγούν στο συμπέρασμα ότι η Ευρώπη ως ήπειρος του μισού δισεκατομμυρίου ανθρώπων, μπορεί να αφομοιώσει και να εντάξει ειρηνικά και δημιουργικά, ένα, δύο ή και τρία εκατομμύρια ανθρώπων, κάτι για το οποίο βέβαια χρειάζεται πρόγραμμα και μέθοδος, τα οποία όμως γνωρίζουν πολύ καλά οι Ευρωπαίοι και άρα είναι ακατανόητος ο πανικός που εμφανίζουν.
Επιπλέον, υπογραμμίζει, η Ευρώπη θα πρέπει να απαντήσει στο ερώτημα γιατί δεν κάνει κάτι να παρέμβει ως ειρηνοποιός στη Μέση Ανατολή που είναι η πιο φανερή πηγή δυστυχίας και προσφυγιάς, περιοχή που εξάγει την κρίση και τον πόνο της στην καρδιά της Ευρώπης, εξάγοντας και τον τρόμο που παράγεται στην περιοχή, την τρομοκρατία.
Όπως καταλήγει στη συνέντευξή του ο Έλληνας αναπληρωτής υπουργός Εξωτερικών, η Ευρώπη δεν μπορεί να παριστάνει την ουδέτερη, γιατί η Μεσόγειος είναι η γειτονιά της. Ούτε μπορεί να αγνοεί τα συμβαίνοντα εκεί και να παρακολουθεί επί πέντε χρόνια τον εμφύλιο πόλεμο και την ανθρωπιστική πανωλεθρία, όλα αυτά τα φρικτά που συμβαίνουν στη Συρία και να μην προχωρεί σε μία επίσημη παρέμβαση.
Πηγή: ΑΠΕ-ΜΠΕ