Επιβεβαιώνοντας δημοσιεύματα των τελευταίων ημερών, ο Αμερικανός πρόεδρος ανακοίνωσε χθες Σάββατο την Έιμι Κόνεϊ Μπάρετ ως την υποψήφιά του για να καλύψει την κενή θέση στο Ανώτατο Δικαστήριο των ΗΠΑ, μετά το θάνατο της Ρουθ Μπέιντερ Γκίνσμπεργκ.
«Αυτός είναι ο τρίτος μου διορισμός (στο Ανώτατο Δικαστήριο) και είναι μια υπέροχη στιγμή», είπε ο Τραμπ από τους κήπους του Λευκού Οίκου. Ο Τραμπ έχει διορίσει δύο δικαστές στο Ανώτατο Δικαστήριο: τον Νιλ Γκόρσατς το 2017 και τον Μπρετ Κάβανο το 2018.
«Απόψε, έχω την τιμή να διορίσω μια από τις πιο λαμπρές και ταλαντούχες νομικούς της χώρας στο Ανώτατο Δικαστήριο», συμπλήρωσε, τονίζοντας την «ακλόνητη πίστη» του στο Σύνταγμα.
«Θα είσαι φανταστική», είπε, απευθυνόμενος στην συντηρητική δικαστίνα Μπάρετ, που στεκόταν στο πλευρό του Ρεπουμπλικάνου προέδρου.
Ο 45ος πρόεδρος των ΗΠΑ προέβλεψε μια «ταχεία» έγκριση της υποψηφιότητας Μπάρετ από τη Γερουσία, όπου οι Ρεπουμπλικάνοι κατέχουν την πλειοψηφία.
«Αγαπώ τις Ηνωμένες Πολιτείες και αγαπώ το Σύνταγμα των Ηνωμένων Πολιτειών», ανέφερε η Μπάρετ σε σύντομη δήλωσή της, αποτίοντας φόρο τιμής στην Ρουθ Μπέιντερ Γκίνσμπεργκ, την προοδευτική δικαστίνα, εμβληματική φιγούρα του φεμινιστικού κινήματος που πέθανε στις 18 Σεπτεμβρίου σε ηλικία 87 ετών και την οποία η Μπάρετ καλείται να αντικαταστήσει.
«Κέρδισε τον θαυμασμό των γυναικών σε όλη τη χώρα και σε όλο τον κόσμο», είπε.
Η προεδρική επιλογή αναμένεται να επικυρωθεί γρήγορα από τη Γερουσία. Οι ακροάσεις πρόκειται να ξεκινήσουν στις 12 Οκτωβρίου, και η ψηφοφορία αναμένεται στα τέλη Οκτωβρίου, λίγες ημέρες πριν από τις εκλογές της 3ης Νοεμβρίου, σύμφωνα με αμερικανικά μέσα ενημέρωσης.
Η Μπάρετ, μια Καθολική 48 ετών, ορίστηκε από τον Τραμπ στο 7ο Αμερικανικό Εφετείο του Σικάγο το 2017 και είναι γνωστή για τις συντηρητικές θρησκευτικές απόψεις της. Υπενθυμίζεται πως οι δικαστές του Ανώτατου Δικαστηρίου έχουν ισόβια θητεία. Η 48χρονη συντηρητική δικαστίνα είχε προηγουμένως διατελέσει βοηθός του συντηρητικού δικαστή του Ανώτατου Δικαστηρίου Άντονι Σκαλία, ο οποίος πέθανε το 2016.
Οργανώσεις προάσπισης του δικαίωματος στην άμβλωση εκφράζουν ανησυχίες ότι ως μέλος του Ανώτατου Δικαστηρίου η Μπάρετ μπορεί να βοηθήσει στην ανατροπή της Roe v. Wade του 1973, της απόφασης σταθμό του Ανωτάτου Δικαστηρίου των ΗΠΑ που νομιμοποίησε την άμβλωση σε εθνικό επίπεδο.
Αν η Γερουσία εγκρίνει, όπως αναμένεται, την εκλεκτή του Τραμπ, θα δώσει στους συντηρητικούς μια επιβλητική πλειοψηφία 6-3 στο Δικαστήριο σε μια εποχή έντονων πολιτικών διχασμών στις Ηνωμένες Πολιτείες.
Τι ακολουθεί για την επικύρωση του διορισμού της Έιμι Κόνεϊ Μπάρετ στο Ανώτατο Δικαστήριο
Η Έιμι Κόνεϊ Μπάρετ, ο τρίτος ορισμός του προέδρου Αμερικανού προέδρου Ντόναλντ Τραμπ στο Ανώτατο Δικαστήριο, θα αντιμετωπίσει μια σειρά άτυπων και επίσημων συνεδριάσεων στη Γερουσία, που ελέγχεται από τους Ρεπουμπλικάνους, που καλείται να εγκρίνει τον ισόβιο ρόλο της στο ανώτερο ομοσπονδιακό Σώμα στις ΗΠΑ.
Ο Τραμπ θέλει να επικυρωθεί ο διορισμός της Μπάρετ πριν τις προεδρικές εκλογές της 3ης Νοεμβρίου. Αυτό αφήνει λίγο χρόνο στη Γερουσία να εκπληρώσει το ρόλο της και να επικυρώσει την νέα δικαστίνα στην ένατη θέση του Ανώτατου Δικαστηρίου. Ακολουθεί μια ανάλυση του τι ακολουθεί:
Άτυπες συνεδριάσεις στο Καπιτώλιο
Η Μπάρετ ήδη από την Τρίτη αναμένεται να ξεκινήσει άτυπες συναντήσεις με γερουσιαστές στο Καπιτώλιο, ξεκινώντας με τον ηγέτη της πλειοψηφίας των Ρεπουμπλικάνων στην Γερουσία Μιτς Μακόνελ.
Αυτή η διαδικασία προκάλεσε διαμάχη το 2017 όταν ο γερουσιαστής Ρίτσαρντ Μπλούμενταλ αποκάλυψε ότι ο τότε υποψήφιος του Τραμπ - σήμερα δικαστής Νιλ Γκόρσατ - χαρακτήρισε «αποκαρδιωτικά» επικριτικά σχόλια του Τραμπ για τη δικαστική εξουσία.
Η δράση μεταφέρεται στην Επιτροπή Δικαστικών Υποθέσεων της Γερουσίας
Η Επιτροπή Δικαστικών Υποθέσεων της Γερουσίας, υπό την προεδρία του στενού συμμάχου του Τραμπ, γερουσιαστή Λίντσεϊ Γκράχαμ, είναι επιφορτισμένη με τη διερεύνηση του ιστορικού και των προσόντων οποιουδήποτε/οποιασδήποτε υποψηφίου.
Η Μπάρετ θα απαντήσει σε ένα ερωτηματολόγιο σχετικά με το ιστορικό της, την επαγγελματική της σταδιοδρομία και τα οικονομικά της. Έπειτα ακολουθεί δημόσια ακρόαση και τέλος ψηφοφορία της Επιτροπής για να σταλεί η διαδικασία στην ολομέλεια της Γερουσίας.
Έρευνες FBI και ABA
Το Ομοσπονδιακό Γραφείο Ερευνών (FBI) θα ολοκληρώσει τη δική του έρευνα και θα κοινοποιήσει τα πορίσματά του στην Επιτροπή Δικαστικών Υποθέσεων. Ο Αμερικανικός Δικηγορικός Σύλλογος (ABA), ένας εθνικός σύλλογος ακομμάτιστων δικηγόρων, θα αξιολογήσει επίσης την υποψηφιότητα Μπάρετ και εάν έχει τα προσόντα για για την πλήρωση της έδρας του Ανώτατου Δικαστηρίου.
Δημόσιες ακροάσεις
Οι δημόσιες ακροάσεις της Επιτροπής Δικαστικών Υποθέσεων, οι οποίες διαρκούν αρκετές ημέρες, είναι ένα πολυαναμενόμενο γεγονός για κάθε υποψήφιο του Ανωτάτου Δικαστηρίου, κατά τη διάρκεια του οποίου το κοινό ακούει τον/την υποψήφιο/α να απαντά σε ερωτήσεις γερουσιαστών, που συνήθως σχετίζονται με τη δικαστική φιλοσοφία και τις απόψεις του/της σε κοινωνικά ζητήματα όπως η άμβλωση.
Μετά την ανακοίνωση σήμερα της υποψηφιότητας Μπάρετ, ο πρόεδρος Τραμπ είπε πως οι ακροαματικές διαδικασίες πιθανότατα θα ξεκινήσουν στις 12 Οκτωβρίου.
Οι πρόσφατοι υποψήφιοι δεν αποκάλυψαν τις απόψεις τους σε αυτές τις ακροαματικές διαδικασίες. Οι γερουσιαστές κάνουν συχνά περαιτέρω ερωτήσεις που τίθενται γραπτώς στον/ην υποψήφιο/α.
Ψηφοφορία της Γερουσίας
Δεδομένου ότι οι Ρεπουμπλικάνοι της Γερουσίας το 2017 εξάλειψαν μια διαδικαστική τακτική συστηματικής παρακώλυσης, που χρησιμοποιείται συχνά από το κόμμα της μειοψηφίας, για να μπλοκάρει ή να καθυστερήσει μια ψηφοφορία (τακτική γνωστή με την ονομασία filibuster), μια απλή πλειοψηφία των 100 μελών πρέπει να ψηφίσει για την επικύρωση. Αυτό φαίνεται πιθανό δεδομένου ότι οι Ρεπουμπλικάνοι έχουν πλειοψηφία 53-47 και μόνο δύο Ρεπουμπλικάνοι γερουσιαστές έχουν αντιταχθεί δημοσίως στην προσπάθεια Τραμπ να καλύψει την κενή θέση στο Ανώτατο Δικαστήριο μετά τον θάνατο της Ρουθ Μπέιντερ Γκίνσμπεργκ.
Ιστορικά, ο μέσος αριθμός ημερών από τον προεδρικό ορισμό υποψηφίου έως την τελική ψηφοφορία στη Γερουσία είναι περίπου 70, σύμφωνα με την Υπηρεσία Ερευνών του Κογκρέσου. Ωστόσο, ο χρόνος από τον διορισμό της Γκίνσμπεργκ έως την επικύρωση ήταν μόλις 42 ημέρες.