"Οι επενδύσεις και η ποιότητα της φροντίδας" ψυχικής υγείας πρέπει να αυξηθούν "επειγόντως" προειδοποίησε ο ΟΟΣΑ σε μια έκθεση που δημοσιοποιήθηκε σήμερα και υπογραμμίζει τη σημασία του κοινωνικού και οικονομικού κόστους που συνδέεται με τα ψυχικά προβλήματα και τη μεγάλη αύξηση των προβλημάτων ψυχικής υγείας με την κρίση της Covid-19.
"Οι χώρες πρέπει να δώσουν κατάλληλη υποστήριξη στους ανθρώπους που επλήγησαν αυξάνοντας επειγόντως τις επενδύσεις και την ποιότητα της φροντίδας προκειμένου να μειώσουν τα αυξημένα κοινωνικά και οικονομικά κόστη που συνδέονται με ψυχικά προβλήματα", σημειώνει σε μια ανακοίνωση ο Οργανισμός για την Οικονομική Συνεργασία και Ανάπτυξη.
"Οι ψυχιατρικές υπηρεσίες είχαν παραμεληθεί και υποχρηματοδοτηθεί επί χρόνια, και οι ανάγκες φροντίδας που δεν έχουν ικανοποιηθεί παραμένουν αυξημένες στις χώρες του ΟΟΣΑ", σύμφωνα με τους συντάκτες της έκθεσης.
Κι όμως οι ανάγκες είναι μεγάλες: υπολογιζόταν πριν από την υγειονομική κρίση ότι ένας στους δύο ανθρώπους υπέφερε ήδη από ψυχικά προβλήματα στη διάρκεια της ζωής του, και ότι ένας στους πέντε θα μπορούσε να αντιμετωπίσει τέτοια προβλήματα ανά πάσα στιγμή. Και "η πανδημία της Covid-19 οδήγησε σε μια μεγάλη αύξηση των προβλημάτων ψυχικής υγείας, ιδιαίτερα στους νέους, τους ανέργους και τους ανθρώπους σε κατάσταση οικονομικής επισφάλειας", σύμφωνα με τον οργανισμό.
Σύμφωνα με την έκθεση, τα οικονομικά κόστη που συνδέονται με ψυχικά προβλήματα αποτελούν ποσοστό άνω του 4,2% του ΑΕΠ των χωρών του ΟΟΣΑ. Μπορεί ορισμένα να προκύπτουν απευθείας από τις θεραπείες, όμως περισσότερα από τα δύο τρίτα συνδέονται με πιο χαμηλά ποσοστά απασχόλησης και με μια απώλεια παραγωγικότητας.
'Όμως τα κόστη μπορούν να αποφευχθούν, τουλάχιστον εν μέρει", διαβεβαιώνουν οι συντάκτες της έκθεσης. Κυρίως, βελτιώνοντας τον πρόληψη, την ανάληψη φροντίδας, επιτρέποντας καλύτερη πρόσβαση στην εκπαίδευση, στην εργασία...
Καθώς, σύμφωνα με την έκθεση, το 67% των ανθρώπων που θα ήθελαν να επωφεληθούν από φροντίδες ψυχικής υγείας δήλωσαν ότι είχαν δυσκολίες στο να τις αποκτήσουν. "Έντεκα χώρες του ΟΟΣΑ έχουν μόλις έναν ψυχολόγο για 10.000 κατοίκους", σημειώνουν οι συντάκτες της έκθεσης.
Και τα ψυχικά προβλήματα συνοδεύονται με ένα πιο χαμηλό επίπεδο εκπαίδευσης και απασχόλησης και δυσκολία διατήρησης μιας καλής φυσικής υγείας. Οι συντάκτες σημειώνουν επίσης πως το προσδόκιμο ζωής των ανθρώπων που υποφέρουν από σοβαρά προβλήματα ψυχικής υγείας είναι πολύ μικρότερο από τον μέσο όρο του πληθυσμού.
Έχοντας λάβε εντολή το 2017 από τους υπουργούς Υγείας του ΟΟΣΑ, ο οργανισμός σημειώνει στην έκθεσή του πως αυτή "η παγκόσμια αποτίμηση εξακολουθεί να παρεμποδίζεται από τη μικρή διαθεσιμότητα των στοιχείων".