Ο Δ. Κουφοντίνας δήλωνε τον Αύγουστο του 2015: «Τη Δευτέρα το μεσημέρι, μου ανακοινώθηκε ότι μετάγομαι αιφνιδιαστικά στον Κορυδαλλό, σε έναν χώρο όπου βρίσκονται διεφθαρμένοι πολιτικοί, αστυνομικοί, δικαστικοί κ.α. με τους οποίους είναι αδύνατο φυσικά να συνυπάρξω. Η τοποθέτησή μου εκεί θεωρώ ότι είναι εξευτελιστική συμπεριφορά».
Και ως απάντηση για να μη μεταφερθεί στον Κορυδαλλό τότε, άρχισε απεργία πείνας. Τώρα κάνει απεργία πείνας, αλλά για να μεταφερθεί στον Κορυδαλλό, στους διεφθαρμένους αστυνομικούς, πολιτικούς, δικαστικούς κ.α.
Διαχρονικά επιδίδεται σε ένα ιδιότυπο blame game με το κράτος, έχοντας ανακαλύψει την καταφυγή στις απεργίες πείνας, που τρόμαζαν τις πολιτικές ηγεσίες και υποχωρούσαν στα αιτήματά του. Έτσι θα το φαντάστηκε και αυτή τη φορά. Η κυβέρνηση «Κούλη» θα υποχωρούσε μπρος στην ατσάλινη αποφασιστικότητα του αντάρτη πόλεων. Μάλλον έπεσε έξω.
Όπως έγραψε και η Βάσω Κιντή: «Κατά τη γνώμη μου η απεργία του Κουφοντίνα ξεκίνησε με τη βεβαιότητα από μέρους του και από μέρους όσων τον στηρίζουν, ότι θα επιτύχει μια εύκολη πολιτική νίκη εις βάρος της κυβέρνησης και του κράτους που θα υποχωρούσε. Έτσι δεν θα εφαρμοζόταν ο νόμος και θα εξευτελιζόταν η κυβέρνηση και η νομοθετική της πρωτοβουλία (…) τώρα η πλευρά Κουφοντίνα έχει εγκλωβιστεί σε μια απεργία πείνας μέχρις εσχάτων για ένα ζήτημα που θα μπορούσε να αντιμετωπισθεί δικαστικά. Αλλά δεν ήθελαν δικαστική διευθέτηση, ήθελαν πολιτική νίκη».
Στις απεργίες που ξεκινούσε είχε πάντα υποστηρικτικά κοινωνικά δίκτυα αλληλέγγυων: Βίαιων αντιεξουσιαστών, άκρο και ανέστιων αριστερών, απολιτίκ ανθρωπιστών «να μη χαθεί μια ανθρώπινη ζωή», φιλελελέδων «να υποχωρήσει η κυβέρνηση για να μην πληγεί το κράτος δικαίου», ή Συριζαίων, στους οποίους κατά την τωρινή απεργία προσχώρησε εκών άκων και ο Πρόεδρος Αλέξης, σε ένα κρεσέντο φτηνής αντιπολίτευσης (Αξιωματική αντιπολίτευση και τα δυο τελευταία… μεγάλα θέματα που ασχολείται είναι ο Κουφοντίνας και ο Λιγνάδης!)
Διαχρονική και διεθνική είναι η προστατευτική συμπεριφορά στους τρομοκράτες, όχι μόνο από την άκρα αλλά και από τη μετριοπαθή Αριστερά. Όσα π.χ. ηγετικά στελέχη των ιταλικών Ερυθρών Ταξιαρχιών ή της Εργατικής Αυτονομίας, κατέφυγαν στη Γαλλία, παρότι είχαν καταδικαστεί στην Ιταλία, απόλαυσαν της συντροφικής θαλπωρής της κυβέρνησης Μιτεράν.
Ήταν και άλλοι οι καιροί βέβαια, το πολιτικό έγκλημα είχε την «κατανόηση» της κοινωνίας και φυσικά των αριστερών διανοουμένων, και κυρίως υπήρχε τάση διαχωρισμού μεταξύ πολιτικού και ποινικού εγκλήματος.
Η επιεικής συντροφική φιλοξενία Μιτεράν τελείωσε με την άνοδο του Ζακ Σιράκ που άρχισε να στέλνει πεσκέσι στην Ιταλία τους αντάρτες πόλεων. Και τότε οι αριστεροί διανοούμενοι ανησυχούσαν για τα ανθρώπινα δικαιώματα και με απογοήτευση δήλωναν ότι δεν ήταν αυτή η Ευρώπη των ονείρων τους.
Εδώ, κοινό μοτίβο όλων, πλην των αντιεξουσιαστών, είναι η αποστασιοποίηση από τις πράξεις Κουφοντίνα και το ενδιαφέρον να μην ηττηθεί το κράτος δικαίου σε ενδεχόμενο θάνατό του. Ετερο μοτίβο, μάλλον από άγνοια, η ντροπή που θα υφίστατο ένα ευρωπαϊκό κράτος εάν υπάρξει νεκρός απεργός πείνας 40 χρόνια μετά τον βορειοιρλανδό Μπόμπι Σαντς επί Θάτσερ.
Όπως όμως υπενθυμίζει ο δικηγόρος Στέλιος Πάλλας, έχουν ήδη υπάρξει θάνατοι στην Ευρώπη του 21ου αιώνα. Πρόκειται για τον Tohuami Hamdoaoui στην Ισπανία το 2011 και δυο μετανάστες στην Αυστρία το 2007. Οσο για το κράτος δικαίου, αυτό δομείται σε δυο αρχές α) τη διάκριση των εξουσιών και β) τη δικαστική προστασία των συνταγματικών δικαιωμάτων και ελευθεριών.
Καμία νομική αρχή δεν ορίζει ως υπεράσπιση του κράτους δικαίου την υποχώρηση σε εκβιαστικές συμπεριφορές. Μόνο ο εύκολος συναισθηματισμός και η άγνοια που μπερδεύει το κράτος δικαίου με φιλανθρωπική ΜΚΟ (ναι και η στήλη τάχθηκε υπέρ ικανοποίησης του αιτήματός του, αλλά μόνο επειδή με τα προβλήματα που έφερε η πανδημία, υπάρχουν σοβαρότερα θέματα να ασχοληθεί η κυβέρνηση και η κοινή γνώμη).
Προσωπικά (όπως προφανώς και ο Κουφοντίνας, το περιβάλλον του και η δικηγόρος του), όντως εξεπλάγημεν από την αποφασιστικότητα της κυβέρνησης. Είναι η πρώτη φορά στη μεταπολίτευση που κυβέρνηση αντιστέκεται στην πίεση του πιο ενεργού (αλλά και μειοψηφικού) τμήματος της κοινής γνώμης. Αυτού που μετέχει σε διαδηλώσεις και εκδηλώσεις, αρθρογραφεί και κραυγάζει στα σόσιαλ μήντια.
Είναι δεδομένο ότι η στάση της κυβέρνησης θα ακονίσει ανακλαστικά - ήδη βλέπουμε καθημερινές συγκεντρώσεις συμπαράστασης και αύξουσα επιθετικότητα με καταδρομικές «παρεμβάσεις». Θεωρούμε ότι αυτά έχουν ημερομηνία λήξης, γιατί με τον λαό κουρασμένο και ταλανισμένο από άλλα προβλήματα, πλέον δεν υπάρχει το κοινωνικό υπόστρωμα ανοχής. Δεν αποκλείεται δε, να λειτουργήσει και ενισχυτικά για την κυβέρνηση.
Ιστορικά, όταν το κράτος αποφάσισε να επιβάλει ένα μέτρο, το επέβαλλε. Εκτός περιπτώσεων επαναστατικής εξέγερσης. Βλέπει κανείς να υπάρχει τέτοια προοπτική; Εντάξει, στα μυαλά κάποιων υπάρχει.