Την παραίτησή του από τη θέση του προέδρου της Εθνικής Επιτροπής για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου υπέβαλε ο Γιώργος Σταυρόπουλος, κάνοντας λόγο για «υπεροψία της εκτελεστικής εξουσίας και αυταρχισμό στη λήψη και εφαρμογή των αποφάσεών της».
«Η παραίτηση μου είναι πλέον η μόνη αξιοπρεπής αντίδραση στην απαξίωση της ΕΕΔΑ και εμού προσωπικά ως εκλεγμένου Προέδρου του Εθνικού Θεσμού Δικαιωμάτων», αναφέρει χαρακτηριστικά ο κ. Σταυρόπουλος.
Σε συνέχεια της χθεσινής ανακοίνωσης, ο Σταυρόπουλος τονίζει ότι η ανεξαρτησία της Επιτροπής υφίσταται καίριο πλήγμα, καθώς η κυβέρνηση θέλει να αλλοιώσει τη σύνθεσή της, αλλά και να την καταστήσει δυσλειτουργική έως πλήρως αδρανή, σε μια «πράξη μιας αδιάφορης και συχνά απαξιωτικής στάσης των εκπροσώπων της Εκτελεστικής Εξουσίας απέναντι στην ΕΕΔΑ».
Σημειώνεται πως είχε προηγηθεί σφοδρή επίθεση του κυβερνητικού εκπροσώπου, Δημήτρη Τζανακόπουλου στη Βουλή στον πρόεδρο της Επιτροπής, επειδή ο πρώτος διαφώνησε με τη διεύρυνση της 25μελούς Επιτροπής με επτά ακόμα οργανώσεις, για το οποίο η κυβέρνηση ουδέποτε ενημέρωσε, απλά νομοθέτησε...
«Μου κάνει τρομερή εντύπωση που άνθρωποι των δικαιωμάτων, φορείς οι οποίοι θα έπρεπε να πρωταγωνιστούν τοποθετούνται με αυτό τον απαξιωτικό τρόπο ότι θα πληγεί το κύρος της Επιτροπής», έλεγε ο κυβερνητικός εκπρόσωπος και μάλιστα επαναλάμβανε με το γνωστό του ύφος ότι λυπάται!
Αναλυτικά, η ανακοίνωση αναφέρει:
«Η Εθνική Επιτροπή για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου (ΕΕΔΑ) είναι το ανεξάρτητο συμβουλευτικό όργανο της Πολιτείας που έχει συσταθεί με νόμο, σύμφωνα με σχετική απόφαση της Γενικής Συνέλευσης του ΟΗΕ, ως ο εθνικός θεσμός για να προστατεύει, προωθεί, υπερασπίζεται και προβάλλει τις πανανθρώπινες αξίες των εν γένει δικαιωμάτων του ανθρώπου. Λειτουργεί στην Ελλάδα τα τελευταία 20 χρόνια, με πλήρη ανεξαρτησία, χωρίς κομματικές σκοπιμότητες και έχει να παρουσιάσει ένα σημαντικότατο έργο. Η ανεξαρτησία της έχει ενοχλήσει και στο παρελθόν, τώρα όμως υφίσταται καίριο πλήγμα. Η Κυβέρνηση θέλοντας να αλλοιώσει τη σύνθεσή της, αλλά και να την καταστήσει δυσλειτουργική έως πλήρως αδρανή, προχωρεί μονομερώς σε μια άμετρη και άκριτη προσθήκη 5 μελών από μια μόνο Κοινότητα, εκείνη των ΛΟΑΤΚΙ, και 2 ακόμη μελών, εκτός από το ήδη υφιστάμενο μέλος, από άλλη, την Κοινότητα των Ρομά, κατά παράβαση κάθε αρχής ισότητας έναντι των λοιπών φορέων προστασίας των δικαιωμάτων που είναι ήδη μέλη της ΕΕΔΑ και διαθέτουν μόνο μια ψήφο στην Ολομέλειά της. Η νομοθέτηση προχώρησε χωρίς δημόσια διαβούλευση, χωρίς ποτέ, από πριν, η Κυβέρνηση, να ενημερώσει, συγκεκριμένα, την ΕΕΔΑ γι αυτήν και μολονότι με την από 27.11.2018 ομόφωνη απόφαση της Ολομέλειάς της τάχτηκε κατά κάθε μεμονωμένης ρύθμισης και ήδη, με την με την από 28.3.2019 Δήλωσή της, απέκρουσε και τη συγκεκριμένη ρύθμιση, καταγγέλλουσα τόσο τη διαδικασία που ακολουθήθηκε όσο και την ουσία της ρύθμισης.
Τα δικαιώματα του ανθρώπου δεν ιεραρχούνται. Βρίσκονται στο ίδιο επίπεδο και προστατεύονται ισότιμα όταν προσβάλλονται. Η Κοινότητα των Ρομά φυσικά πρέπει να εκπροσωπείται στην ΕΕΔΑ, όπως και η Κοινότητα των ΛΟΑΤΚΙ. Ως προς την πρώτη αλλά και ως προς τη δεύτερη κοινότητα, η ΕΕΔΑ έχει ήδη συμβάλει αποφασιστικά στην ανάδειξη των προβλημάτων τους, προβάλλοντας, με επιστημονικές εργασίες αλλά και δημόσιες τοποθετήσεις, την ανάγκη άμεσης επίλυσής τους, υποστηρίζοντας, συχνά, τις σχετικές νομοθετικές πρωτοβουλίες. Η υπερβολικά μεγάλη όμως, ευνοϊκή μεταχείρισή τους σε βάρος όλων των άλλων υπερασπιστών των δικαιωμάτων του ανθρώπου προσβάλλει τους δεύτερους, αλλά και υποβαθμίζει το κύρος της ίδιας της Εθνικής Επιτροπής, αλλοιώνει άκριτα τη σύνθεσή της και θίγει την ανεξαρτησία της.
Η τελευταία κυβερνητική ενέργεια ήταν η τελευταία πράξη μιας αδιάφορης και συχνά απαξιωτικής στάσης των εκπροσώπων της Εκτελεστικής Εξουσίας απέναντι στην ΕΕΔΑ, με ελάχιστες, μόνο, λαμπρές εξαιρέσεις. Ο προϋπολογισμός της είναι τόσο μικρός που η ΕΕΔΑ αδυνατεί να ανταποκριθεί με επάρκεια στο ρόλο της, το ελάχιστο σε αριθμό επιστημονικό προσωπικό που εργάζεται με αυταπάρνηση και μέτριες αποδοχές πληροφορείται από τον αρμόδιο Υπουργό στη Βουλή ότι δεν πρέπει να μονιμοποιηθεί γιατί «έχει συγκεκριμένες αντιλήψεις και θεάσεις» (; !), οι συνθήκες στέγασης της Εθνικής Επιτροπής είναι απαράδεκτες για ευρωπαϊκό θεσμό, για κάθε μέλος της ΕΕΔΑ που μετέχει στην Ολομέλειά της (συμπεριλαμβανομένου του Προεδρείου) προβλέπεται η χορήγηση 40 περίπου ευρώ το μήνα (!), ποσό από το οποίο τα περισσότερα μέλη έχουν παραιτηθεί για λόγους προσωπικής αξιοπρέπειας. Τα υπηρεσιακά έγγραφα της ΕΕΔΑ προς την Κυβέρνηση και τη Διοίκηση συνήθως δεν απαντώνται και τα αιτήματα συχνά δεν ικανοποιούνται. Οι αρμόδιοι, ακόμα και σε υψηλό επίπεδο, συνήθως αρνούνται την επικοινωνία με την ΕΕΔΑ ! Και λυπούμαι να πω ότι ο Πρωθυπουργός της χώρας, στον οποία η ΕΕΔΑ «υπάγεται» οργανωτικά και η οποία αποτελεί το θεσμικό σύμβουλό του, ουδέποτε τα τελευταία πολλά χρόνια βρήκε λίγο χρόνο να ενημερωθεί από το Προεδρείο της για την κατάσταση των δικαιωμάτων του ανθρώπου στη χώρα και τα προβλήματα της Εθνικής Επιτροπής ή έστω να παραλάβει προσωπικά την Ετήσια Έκθεση της, κάτι που επέβαλε ο ίδιος ο νόμος και η πρακτική που ακολουθήθηκε από όλους τους άλλους αποδέκτες της! Αντιθέτως, ο Πρόεδρος της Βουλής και οι βουλευτές- μέλη των αρμόδιων Επιτροπών της Βουλής όλων των κομμάτων έδειξαν πάντα μείζονα ευαισθησία για ενημέρωση και προβληματισμό πάνω στα πολλά προβλήματα που αντιμετωπίζουν τα δικαιώματα του ανθρώπου στην Ελλάδα.
Η υπεροψία της εκτελεστικής εξουσίας, ο αυταρχισμός στη λήψη και εφαρμογή των αποφάσεων της κι ένας προσβλητικός διδακτισμός, τελευταία, έχουν πλέον περισσέψει. Η παραίτηση μου είναι πλέον η μόνη αξιοπρεπής αντίδραση στην απαξίωση της ΕΕΔΑ και εμού προσωπικά ως εκλεγμένου Προέδρου του Εθνικού Θεσμού Δικαιωμάτων.
Θέλω να εκφράσω, αποχωρώντας, τις θερμές μου ευχαριστίες στις Αντιπροέδρους, αλλά και στα λοιπά μέλη της Εθνικής Επιτροπής, τα οποία, στη συντριπτική τους πλειοψηφία, συνέβαλαν ή συμπαραστάθηκαν στο δύσκολο έργο της, στα μέλη του Δικτύου Καταγραφής Περιστατικών Ρατσιστικής Βίας, το οποίο η ΕΕΔΑ δημιούργησε από κοινού με την Ύπατη Αρμοστεία του ΟΗΕ για τους Πρόσφυγες, καθώς και στο εξαίρετο προσωπικό της Εθνικής Επιτροπής για το παραχθέν έργο τα τελευταία χρόνια. Ελπίζω ότι θα έρθουν καλύτερες μέρες για την Εθνική Επιτροπή και τα δικαιώματα του ανθρώπου στην Ελλάδα. Αρκεί οι υπερασπιστές τους να γρηγορούν».