Οι δύο πρώτοι γύροι των διερευνητικών, μετά τη σχεδόν πενταετή διακοπή τους, εκκίνησαν κυρίως λόγω της ανάγκης της Τουρκίας να εξωραΐσει την εικόνα της, αφενός, στον απόηχο των σεισμικών ερευνών του Oruc Reis σε ανοριοθέτητη περιοχή, που θεωρούμε υφαλοκρηπίδα μας, και αφετέρου μετά την εκλογή Μπάιντεν, καθώς το καθεστώς Ερντογάν ψυχανεμίζονταν ότι ο νέος ένοικος στον Λευκό Οίκο δεν θα ακολουθούσε την πεπατημένη του Τραμπ.
Και για εμάς, εξαρχής η χρησιμότητά τους εξαντλούνταν στη σχετική βελτίωση του κλίματος ή έστω στη μη περαιτέρω επιδείνωσή τους, κάτι που επιβεβαιώθηκε από τις συναντήσεις των υπουργών Εξωτερικών και τη μερική αποκατάσταση των σχέσεων ανάμεσα στους δύο ηγέτες. Πάντως, αμφότεροι οι δύο προηγούμενοι γύροι είχαν αποδείξει αυτό που περιμέναμε, ότι η Τουρκία παραμένει ανυποχώρητη σε ζητήματα που η Ελλάδα δεν πρόκειται ποτέ να συζητήσει, ενώ επιβεβαιώθηκε ότι το δόγμα της Γαλάζιας Πατρίδας είναι πλέον παγιωμένη άποψη.
Τα δεδομένα όμως τώρα έχουν μερικώς τροποποιηθεί. Στο τραπέζι των συζητήσεων, όποτε και αν αυτές γίνουν με ουσιαστικό τρόπο, η Ελλάδα, θα προσέλθει με άλλους όρους απ' ότι πριν από ένα χρόνο. Και κυρίως, με διαφορετική ισχύ. Η Τουρκία είναι μια χώρα, που καταλαβαίνει κυρίως τη γλώσσα της πυγμής. Δεν αντιμετωπίζεται με στρατηγικές κατευνασμού. Το ερώτημα επομένως, ενόψει και του 63ου γύρου διερευνητικών που θα γίνουν στην Άγκυρα είναι με τι όρους και κυρίως με τι ισχύ θα προσέλθει η Ελλάδα.
Και είναι σαφές ότι η ισχύς της αναβαθμίζεται μετά την αγορά των φρεγατών, μαζί με εκείνη των Rafale, πιθανώς και των κορβετών, αυξάνοντας το κόστος για την Άγκυρα, σε περίπτωση που φλερτάρει με ιδέες για περιπέτειες με τη χώρα μας. Κυρίως όμως, αυτό που έχει αλλάξει τα δεδομένα, όποτε και αν η Ελλάδα ξεκινήσει συζητήσεις ουσίας με την άλλη πλευρά, είναι το άρθρο 2 της ελληνογαλλικής συμφωνίας. Το άρθρο, βάσει του οποίου, το Παρίσι θα συνδράμει την Αθήνα σε περίπτωση που δεχθεί επίθεση η ελληνική επικράτεια, δηλαδή τεθεί ζήτημα ως προς την κυριαρχία της - όχι ως προς τα κυριαρχικά δικαιώματα. Είναι κάτι που έχει ενοχλήσει πολύ τη Τουρκία και το οποίο οπωσδήποτε θα προσμετρήσει στους από εδώ και πέρα σχεδιασμούς της.
Διευκρινίζω προς αποφυγή παρεξηγήσεων, ότι οι διερευνητικές δεν είναι τίποτα περισσότερο από μια ανταλλαγή απόψεων σε τεχνικό επίπεδο. Δεν αφορούν διαπραγματεύσεις. Ακριβώς για αυτό το λόγο, δεν πρόκειται να υπάρξει επί του παρόντος καμία αλλαγή επί της ουσίας στα ελληνοτουρκικά. Οι διερευνητικές διεξάγονται με ευθύνη της Τουρκίας για το θεαθήναι και δεν έχουν περιεχόμενο, δεδομένου ότι κάθε φορά η άλλη πλευρά προσέρχεται με προκλητικές και μαξιμαλιστικές απαιτήσεις.
Ακόμη όμως και αυτές οι αμιγώς τεχνικές συζητήσεις στο νέο γύρο διερευνητικών, θα διεξαχθούν σε εντελώς διαφορετικό κλίμα από τους προηγούμενους. Σε αντίθεση με τον 62ο γύρο, αυτόν του Μαρτίου του 2021, έχουν μεσολαβήσει η αμυντική συμφωνία Ελλάδας-Γαλλίας, αλλά και η αποτυχία της πενταμερούς ως προς το Κυπριακό λόγω της απροθυμίας του Τατάρ και της Άγκυρας να συζητήσουν τη διζωνική δικοινοτική ομοσπονδία και την επιμονή να υπάρξει λύση στην βάση δύο κρατών. Όμως, η Τουρκία δεν πρόκειται να προσέλθει την Τετάρτη με κομμένα τα φτερά, μιας και η φύση των διαβουλεύσεων είναι τέτοια. Πιθανώς να είναι και πιο επιθετική, αισθανόμενη μεγαλύτερη πίεση.
Σε κάθε περίπτωση, η ελληνο-γαλλική συμφωνία, η συμφωνία συνδρομής με τα Ηνωμένα Αραβικά Εμιράτα, και ό,τι άλλο έχει πετύχει σε διπλωματικό επίπεδο η Ελλάδα, όλα αυτά θα φανούν στην πράξη, αν και εφόσον προκύψουν μελλοντικά και σε πολιτικό επίπεδο, διαπραγματεύσεις. Ικανές, να μπουν στην ουσία και σε βάθος, κάτι που δεν φαντάζει αυτή τη στιγμή ως το πιθανότερο σενάριο.
* O Kωνσταντίνος Φίλης είναι Αναπληρωτής Καθηγητής Αμερικανικού Κολλεγίου Ελλάδας & αναλυτής διεθνών θεμάτων του ΑΝΤ1. Κυκλοφορεί από τις εκδόσεις Παπαδόπουλος το βιβλίο του «Διεκδικητικός πατριωτισμός. Ανατομία μιας συζήτησης που δεν έγινε ποτέ»