Το Κομμουνιστικό Κόμμα Ελλάδας διακρίνεται από μια ευρωπαϊκή αν όχι παγκόσμια πρωτοτυπία. Αντιπροσωπεύει κάτι το οποίο έχει πάψει να υπάρχει εδώ τριάντα πέντε χρόνια. Και στηρίζει το παρόν και το μέλλον του, στο παρελθόν. Στην Οκτωβριανή Επανάσταση στη Ρωσία και στον δικό μας Εμφύλιο Πόλεμο. Πέραν τούτων, ουδέν.
Δεν είναι λίγοι αυτοί που παρομοιάζουν τον κομματικό μηχανισμό του Περισσού με μια θρησκευτική αίρεση ή με μια κλειστή παραθρησκευτική σέχτα, της οποίας τα μέλη αποτελούν φορείς της απόλυτης αλήθειας και του απόλυτου φωτός. Απομονωμένα από την πραγματικότητα και ξεκομμένα από την ίδια τη ζωή.
Το ΚΚΕ αποτελεί ένα πολιτικό μαυσωλείο, με εκθέματα από άλλες εποχές, με ξεπερασμένα σύμβολα, με συνθήματα που έχουν εξαϋλωθεί με το πέρασμα του χρόνου και με πρόγραμμα που δεν ενδιαφέρεται να εφαρμοστεί. Έτσι η Βασιλεία των Ουρανών, που για το ΚΚΕ δεν είναι άλλη από την επικράτηση του κομμουνιστικού σοβιετικού μοντέλου σε όλα τα πλάτη και μήκη της Γης, θα παραμένει το απατηλό όνειρο αφ’ ενός του κομματικού μηχανισμού που βιοπορίζεται από τον «επαναστατικό αγώνα» και αφ’ ετέρου των μελών και οπαδών, οι οποίοι ακολουθούν και συμμετέχουν σε όλες τις επαναστατικές γυμναστικές, όπως είναι οι διαδηλώσεις, οι πορείες και οι απεργίες.
Έτσι το ΚΚΕ, παρ’ όλο που δεν έχει την παραμικρή πολιτική και κοινοβουλευτική ουσιαστική δράση και παρέμβαση και παρ’ όλο που αποτελεί «έναν παίκτη που δεν παίζει με κανέναν», κινείται σταθερά εδώ και χρόνια ανάμεσα στο 5% και 7,5%, δίχως ωστόσο να συνεισφέρει στην κοινωνική και οικονομική πορεία του τόπου. Αναμασώντας από τη μεταπολίτευση και μετά, τα ίδια λόγια.
Πολύ φοβόμαστε ότι τον δρόμο του ΚΚΕ, ακολουθεί κατά πόδας και το ΠΑΣΟΚ. Το οποίο σύντομα θα μετατρέψει τη Χαριλάου Τρικούπη στο δικό του μαυσωλείο.
Η «ξύλινη γλώσσα» του ΠΑΣΟΚ δεν έχει να ζηλέψει τίποτα από την αντίστοιχη του ΚΚΕ. Το σημερινό κόμμα του 2025, βρίσκεται προσκολλημένο ιδεολογικά στο ΠΑΣΟΚ του 1981 και στην καταστροφική οικονομική πολιτική του Ανδρέα Παπανδρέου και απομακρυσμένο ιδεολογικά από το ΠΑΣΟΚ του Κώστα Σημίτη. Ξένο προς τη σύγχρονη ευρωπαϊκή σοσιαλδημοκρατία, η οποία ούτως ή αλλιώς περνάει και αυτή, βαθιά κρίση.
Πολιτικά παραγκωνισμένο και αδύναμο στο να μιλήσει για την επόμενη ημέρα. Δανειζόμενο στοιχεία από ακραία κόμματα και υιοθετώντας άκριτα όλα τα σενάρια που μπορεί να βλάψουν την κυβέρνηση, χωρίς ωστόσο αυτά τα σενάρια να προσφέρουν στο ίδιο το ΠΑΣΟΚ, δύναμη και προοπτική.
Δυο χρόνια ασχολείται με τις παρακολουθήσεις, έξι μήνες με τα μη κρατικά πανεπιστήμια, δώδεκα μήνες με το δήθεν μπάζωμα, παρά την ενημέρωση που είχε επιτόπου από τους υπεύθυνους, είκοσι ημέρες με την πρόταση δυσπιστίας στη Βουλή, δεκαπέντε ημέρες με τη μη πρόωρη καταβολή των συντάξεων λόγω του Πάσχα, δεκαπέντε ημέρες με την τιμή του αρνιού, το οποίο παραμένει σταθερό από το 2000 όταν κόστιζε 4.000 δραχμές, δηλαδή 11,8 ευρώ, δέκα ημέρες με την Ομάδα Αλήθειες, και τρεις ημέρες με τη μη διαγραφή των αιώνιων φοιτητών. Δεν θα έλεγε κανείς, ότι επιτελεί σπουδαίο πολιτικό έργο. Ίσως, οι εσωτερικοί τριγμοί διαρκείας του ΠΑΣΟΚ, να έχουν μεγαλύτερο ενδιαφέρον.
Το παράθυρο ευκαιρίας του ΠΑΣΟΚ, το οποίο είχε ανοίξει με τη διάσπαση του Σύριζα, σε κόμμα Αχτσιόγλου, κόμμα Κασσελάκη και κόμμα υπολοίπων, και το οποίο του είχε δώσει κάποιες ποσοστιαίες μονάδες στις δημοσκοπήσεις, έκλεισε ανεκμετάλλευτο. Και τώρα το ΠΑΣΟΚ υποχωρεί με βρόντο. Ενώ ταυτόχρονα τα νέα σε ηλικία στελέχη του, υιοθετούν μια τοξική και ξύλινη γλώσσα που αποπνέει φανατισμό και ανασφάλεια, ίσως από τον φόβο απώλειας ακόμα και της βουλευτικής τους έδρας.
Το ΠΑΣΟΚ έχει πάψει να είναι ελκυστικό. Έχει μετεξελιχθεί σε ένα κόμμα άρνησης, καταγγελίας και γκρίνιας. Ακόμα και προχθές μετά την ανακοίνωση των μέτρων στήριξης που εξήγγειλε η κυβέρνηση, μετά την ανακοίνωση του πρωτογενούς πλεονάσματος μαμούθ, βρήκε να πει ότι «οι Έλληνες πέρασαν το πιο ακριβό Πάσχα», ότι «τα μέτρα αυτά δεν αρκούν», ότι «η μικρή αύξηση του προγράμματος δημοσίων επενδύσεων κατά 500 εκατομμύρια (0,2% του ΑΕΠ του 2024) δεν μπορεί να εκληφθεί ως ενθαρρυντική εξέλιξη για τις προοπτικές ανάπτυξης της ελληνικής οικονομίας» και ότι το ΠΑΣΟΚ «έχει παρουσιάσει ατζέντα προτάσεων για την αντιμετώπιση των προβλημάτων στην οικονομία».
Λησμονώντας ωστόσο το σημαντικότερο. Ότι από τα €11 δισ. του πλεονάσματος τα €8 δισ. κατευθύνθηκαν στην πληρωμή τόκων. Και ότι μόλις τα €3 δισ. έμειναν στα χέρια της κυβέρνησης, εκ των οποίων το 16,6% πήγε στις κρατικές επενδύσεις.
Η συρρίκνωση των δυνάμεων του ΠΑΣΟΚ, θα μετατρέψει το πάλαι ποτέ κυβερνητικό κόμμα, σε έναν ουραγό της πολιτικής και σε ένα κόμμα διαμαρτυρίας, τύπου ΚΚΕ. Έναν ουραγό που θα απασχολεί τον στενό κομματικό μηχανισμό και όσους βιοπορίζονται από την παρουσία τους στο κοινοβούλιο. Δεν θα αφορά κανέναν άλλον. Διότι οι πολίτες αναζητούν αυτόν που θα τους κυβερνήσει και όχι αυτόν που αρνείται και διαμαρτύρεται συνεχώς.