«Ο πόνος που έχει υποστεί η Ελλάδα, αυτά που χρειάστηκε να αντέξουν οι Έλληνες, είναι απίστευτα. Είναι άνευ προηγουμένου στη σύγχρονη ευρωπαϊκή ιστορία», αναφέρει σε αποκλειστική συνέντευξη που παραχώρησε στην Καθημερινή, ο πρώην Βρετανός πρωθυπουργός, στα γραφεία του Tony Blair Institute for Global Change στην πλατεία Γκρόουβενορ του κεντρικού Λονδίνου.
«Οι Γερμανοί πιστεύουν ότι αν χαλαρώσουν τη στάση τους, οι διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις δεν θα γίνουν ποτέ κι εγώ το κατανοώ αυτό. Αλλά δύο πράγματα πρέπει να θυμόμαστε: Πρώτον, η κρίση της Ευρωζώνης είναι, από πολλές απόψεις, μία κρίση του ισοζυγίου πληρωμών. Δεύτερον, πιστεύω ότι είναι εφικτό να καταρτιστεί η συμφωνία με τέτοιο τρόπο ώστε να εμπεριέχει και τα δύο επιθυμητά στοιχεία: την ανάπτυξη και τις μεταρρυθμίσεις», σημειώνει ο Tony Blair.
Παράλληλα, πρόσθεσε ότι «η περίπτωση της Ελλάδας δείχνει ότι οι πολίτες είναι διατεθειμένοι να δεχθούν βαθιές οικονομικές αλλαγές, αλλά πρέπει να διασφαλίσουμε ότι η επόμενη δεκαετία θα είναι διαφορετική από την προηγούμενη – ότι οι μεταρρυθμίσεις θα αποδώσουν καρπούς. Εγώ προώθησα μείζονες μεταρρυθμίσεις στο Ηνωμένο Βασίλειο, αλλά ήταν σε εποχές ισχυρής ανάπτυξης. Σε καιρό ύφεσης είναι πολύ πιο δύσκολο».
Επίσης, ο κ. Blair εκφράζει την ελπίδα ότι η Γερμανία «θα εργαστεί με τον νέο πρόεδρο της Γαλλίας για να καταλήξουν στο πώς η Ευρώπη θα προχωρήσει μπροστά», μια κοινή πορεία «που θα πρέπει να συνδυάζει πολιτικές για την ανάπτυξη και τις θέσεις εργασίας με διαρθρωτικές μεταρρυθμίσεις». Αυτή είναι η «μεγάλη συμφωνία» που απαιτείται ώστε η Ευρωζώνη «να πλησιάσει περισσότερο στο καθεστώς μιας πραγματικής νομισματικής ένωσης» και «να επιβιώσει».
Όπως σημειώνει ο ίδιος, «εκατομμύρια ψηφοφόροι είναι πολιτικά άστεγοι» σήμερα στη Βρετανία, καθώς αντιμετωπίζουν την επιλογή «μεταξύ των Τόρις του σκληρού Brexit και των Εργατικών της σκληρής Αριστεράς».
Σχετικά με το Brexit, ο Blair υπογραμμίζει ότι «δεν γνωρίζουμε ακόμα τους όρους της εξόδου. Αυτό που βρίσκω πραγματικά ακατανόητο στη συζήτηση που γίνεται είναι αυτή η επιμονή ότι πρέπει να φύγουμε σε κάθε περίπτωση, όποιοι κι αν καταλήξουν να είναι αυτοί οι όροι. Η στάση των Συντηρητικών είναι “Brexit με οποιαδήποτε κόστος”. Αμφισβητώ έντονα ότι αυτό επιθυμούσαν όσοι ψήφισαν υπέρ της εξόδου στο δημοψήφισμα».
Για τη χρηματοπιστωτική κρίση παραδέχεται ότι «δεν την προβλέψαμε» – «όπως και όλες οι άλλες κυβερνήσεις». Η κρίση, συνεχίζει, «προκάλεσε σύγχυση στην Αριστερά, η οποία αντί να την αποδώσει σε λάθη που έγιναν στον χρηματοπιστωτικό τομέα, στράφηκε κατά της ελεύθερης αγοράς γενικότερα, ξεχνώντας όλα τα διδάγματα του τελευταίου αιώνα».
Τέλος, σχετικά με το ζήτημα που έπαιξε κεντρικό ρόλο στο δημοψήφισμα, τη μετανάστευση, σημειώνει: «Όσο διερευνούμε τα χαρακτηριστικά των Ευρωπαίων που μεταναστεύουν εδώ, τόσο πιο ξεκάθαρο γίνεται ότι είναι στην πλειονότητά τους άτομα που θα θέλαμε να έρθουν στη χώρα μας ούτως ή άλλως. Δεν έχουμε περιθώριο να χάσουμε αυτούς τους ανθρώπους – τα πιο ανοιχτόμυαλα, δημιουργικά και καινοτόμα άτομα από όλο τον κόσμο. Όσο κι αν το αρνείται σήμερα η Theresa May, η εκστρατεία υπέρ του Brexit ήταν σε μεγάλο βαθμό κακόβουλη».