Η ελληνική προεδρία είχε ως στόχο να στείλει «σε όλη την Ευρώπη, ένα σαφές μήνυμα ότι το Συμβούλιο της Ευρώπης παραμένει πάντα σε εγρήγορση και έτοιμο να υπερασπιστεί τη δημοκρατία, το κράτος δικαίου και τα ανθρώπινα δικαιώματα, ακόμη και σε αυτήν την κρίσιμη εποχή της πανδημίας» επεσήμανε ο αναπληρωτής υπουργός Εξωτερικών Μιλτιάδης Βαρβιτσιώτης σε ομιλία του στην τελετή παράδοσης - παραλαβής της προεδρίας της επιτροπής υπουργών του Συμβουλίου της Ευρώπης από την Ελλάδα στη Γερμανία.
Λόγω των περιορισμών που επιβάλλει η πανδημία, η τελετή παράδοσης-παραλαβής, όπως άλλωστε και οι περισσότερες εκδηλώσεις κατά τη διάρκεια της εξάμηνης ελληνικής προεδρίας, πραγματοποιήθηκε διαδικτυακά, με τον κ. Βαρβιτσιώτη να προβαίνει σε έναν απολογισμό της ελληνικής προεδρίας, προτού παραδώσει στο Γερμανό υπουργό Εξωτερικών Χάικο Μάας, η χώρα του οποίου αναλαμβάνει την προεδρία για το επόμενο εξάμηνο.
Όπως επεσήμανε ο κ. Βαρβιτσιώτης, η προστασία της ανθρώπινης ζωής και της δημόσιας υγείας ήταν η πρώτη προτεραιότητα, έτσι η ελληνική προεδρία ξεκίνησε στις 15 Μαΐου με μια συνάντηση μέσω τηλεδιάσκεψης και τελειώνει σήμερα με τον ίδιο τρόπο, ενώ και ενδιάμεσα, όλες οι συναντήσεις, συνέδρια, εκδηλώσεις, σεμινάρια, εργαστήρια υπό την ελληνική προεδρία, με λίγες εξαιρέσεις, πραγματοποιήθηκαν διαδικτυακά.
Όπως επεσήμανε ο αναπληρωτής υπουργός, είναι ιδιαίτερα σημαντικό τώρα που η Ευρώπη δοκιμάζεται ξανά και αντιμετωπίζει σοβαρές προκλήσεις, συμπεριλαμβανομένης της τρομοκρατίας, να σταλεί το μήνυμα ότι δεν υπάρχει χώρος για θρησκευτικό εξτρεμισμό και δεν υπάρχει χώρος σύγκρουσης μεταξύ διαφορετικών πεποιθήσεων.
Σημείωσε δε ότι όσοι αναζητούν καλύτερες συνθήκες διαβίωσης στην Ευρώπη, δεν καθοδηγούνται μόνο από τον πλούτο της Ευρώπης, αλλά για ό,τι αντιπροσωπεύει η Ευρώπη: μια ανοιχτή κοινωνία, ένταξη και ίσες ευκαιρίες, ανθρωπιστική κουλτούρα και κοινωνική κινητικότητα.
«Αυτό δεν σημαίνει ότι η Ευρώπη θα θέσει σε κίνδυνο τις αξίες στις οποίες ιδρύθηκε», τόνισε.
Ο αναπληρωτής υπουργός Εξωτερικών έκανε ειδική αναφορά και χαρακτήρισε ορόσημο τη Διάσκεψη των Υπουργών Παιδείας, κατά την οποία επιβεβαιώθηκε η πολιτική δέσμευση για μια Διευρυμένη Μερική Συμφωνία για την ίδρυση ενός Παρατηρητηρίου για τη Διδασκαλία της Ιστορίας.
«Πρέπει να επενδύσουμε στη δύναμη της ιστορίας να ενώνει», ανέφερε και προσέθεσε: «Το χρειαζόμαστε, ειδικά στην περιοχή μας, στη Νοτιοανατολική Ευρώπη και στην Ανατολική Μεσόγειο, παρ’ όλο που συνεχίζουμε να παρακολουθούμε, σήμερα, προκλητικές ενέργειες που παραβιάζουν το διεθνές δίκαιο και τα ψηφίσματα των Ηνωμένων Εθνών, όπως τα γεγονότα στα Βαρώσια».
Αναφορικά με τη δουλειά που πραγματοποιήθηκε κατά τη διάρκεια της ελληνικής προεδρίας του Συμβουλίου της Ευρώπης, ο κ. Βαρβιτσιώτης επεσήμανε ότι πραγματοποιήθηκαν 77 τηλεδιασκέψεις, μεταξύ των οποίων η τριμερής συνάντηση με τον γενικό γραμματέα και τον πρόεδρο της Κοινοβουλευτικής Συνέλευσης, 4 κοινές δηλώσεις, 12 διαδικτυακές συναντήσεις με υπουργούς ή αναπληρωτές υπουργούς των κρατών-μελών, προκειμένου να παρουσιάσουν τις προτεραιότητες της ελληνικής προεδρίας, 26 διεθνή σεμινάρια και εκδηλώσεις, καθώς και 11 σημαντικές διεθνείς πολιτιστικές εκδηλώσεις.
Όπως τόνισε, στο επίκεντρο της ελληνικής προεδρίας βρέθηκε η ανάγκη σεβασμού των δικαιωμάτων των νεότερων γενεών των Ευρωπαίων, του Generation-E, καθώς και του Ευρωπαϊκού Κοινωνικού Χάρτη και των σχετικών Συμβάσεων του Συμβουλίου της Ευρώπης, όπως η Σύμβαση κατά της Βίας κατά των Γυναικών και κατά της ενδοοικογενειακής βίας και η σύμβαση του Λανθαρότε για την προστασία των παιδιών.
«Λυπάμαι ειλικρινά που ορισμένα κράτη-μέλη έχουν εκφράσει τη βούλησή τους να αποσυρθούν από αυτές τις σημαντικές συμβάσεις», τόνισε και σημείωσε τη βούληση της γερμανικής προεδρίας να δώσει έμφαση με τη σειρά της σε αυτές τις συμβάσεις.
Η Ελλάδα ολοκλήρωσε ακόμη τη διαδικασία επικύρωσης της Σύμβασης για αδικήματα που σχετίζονται με την πολιτιστική ιδιοκτησία, τη λεγόμενη Σύμβαση της Λευκωσίας.
Η Διακήρυξη των Αθηνών που εκδόθηκε στις 4 Νοεμβρίου, κατά τη διάρκεια της ελληνικής προεδρίας «είναι μια απάντηση στις προκλήσεις που αντιμετωπίζουμε από την αρχή της πανδημίας, όσον αφορά την προστασία των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και το κράτος δικαίου», σημείωσε, διευκρινίζοντας ότι «τα μέτρα που επιβάλλονται πρέπει να είναι προσωρινά, αναλογικά, με βάση την αρχή της αναγκαιότητας και υπό συνεχή επανεξέταση».
Ο κ. Βαρβιτσιώτης εξέφρασε για μια ακόμη φορά τη λύπη του επειδή δεν ήταν δυνατόν να επιτευχθεί συναίνεση και από τα 47 κράτη-μέλη, σχετικά με αυτήν τη Διακήρυξη, μετά από αλλαγή της τελευταίας στιγμής ενός κράτους-μέλους, παρ’ όλο που όλα τα κράτη-μέλη επέδειξαν την απαιτούμενη ευελιξία, προκειμένου να μπορέσει να υιοθετηθεί το κείμενο.
Υπενθύμισε ακόμη ότι στις 4 Νοεμβρίου, σε μια εκδήλωση στη Βουλή των Ελλήνων εορτάστηκαν επίσης τα 70 χρόνια από την υπογραφή της Ευρωπαϊκής Σύμβασης για τα Ανθρώπινα Δικαιώματα.
Θέλαμε να μεταδώσουμε το μήνυμα ότι η «Ευρώπη δεν είναι απλώς ένας χώρος, από γεωγραφική και οικονομική άποψη, αλλά ένα σύνολο αξιών, ένας τρόπος ζωής, βασισμένος σε διαχρονικές ανθρωπιστικές αρχές και μια μακρά παράδοση προώθησης της Δημοκρατίας και του κράτους δικαίου».
«Τους τελευταίους μήνες, εφαρμόστηκαν περιορισμοί στις θεμελιώδεις ελευθερίες, δοκιμάστηκαν σημαντικοί κρατικοί θεσμοί και οι διαφορές διευρύνθηκαν», σημείωσε ο κ. Βαρβιτσιώτης, προσθέτοντας ότι η ανθρώπινη ζωή προτάχθηκε της οικονομικής δραστηριότητας.
Η ελληνική προεδρία από την πλευρά της ανέλαβε την ηθική ευθύνη να επισημάνει την πραγματική έννοια των αξιών και των αρχών του Συμβουλίου της Ευρώπης, τόνισε ο αναπληρωτής υπουργός.
«Η δημοκρατία, το κράτος δικαίου και τα ανθρώπινα δικαιώματα δεν μπορούν να αποτελούν παράπλευρη απώλεια μιας κρίσης. Όσο και αν ο κορονοϊός επηρέασε τον τρόπο ζωής μας, δεν μπορούμε να τον αφήσουμε να αλλάξει τις θεμελιώδεις μας αξίες», υπογράμμισε ο υπουργός.
Τέλος, ο κ. Βαρβιτσιώτης επεσήμανε ότι κατά τους τελευταίους έξι μήνες έγινε ό, τι ήταν δυνατόν για να προωθηθεί το έργο και οι αξίες του Συμβουλίου της Ευρώπης, και ταυτόχρονα για την υπεράσπιση της δημοκρατίας και του συνόλου των αξιών της Ευρώπης, καθώς «τίποτα δεν πρέπει να θεωρείται δεδομένο».