Στρατηγικής σημασίας κίνηση για την πράσινη μετάβαση της χώρας αλλά και για τις εγχώριες ενεργειακές εξελίξεις συνιστά η συμμαχία ΔΕΗ- Motor Oil για από κοινού είσοδο στο πράσινο υδρογόνο. Από τα mega - φωτοβολταϊκά της Μακεδονίας και τις επενδύσεις σε ανανεώσιμες πηγές της ΔΕΗ που στόχο έχει τα 9,5 γιγαβάτ ως το 2025, θα παράγεται πράσινο υδρογόνο στα διυλιστήρια της Motor Oil, το οποίο θα καλύπτει τις ενεργειακές ανάγκες της χώρας, αλλά και θα διανέμεται μέσω του δικτύου της σε επιχειρήσεις και βιομηχανίες.
Στην πράξη, ο μεγαλύτερος σε μερικά χρόνια παίκτης της αγοράς ΑΠΕ συνασπίζεται με έναν από τους δύο ομίλους πετρελαιοειδών της χώρας, για να παράξουν τα επόμενα χρόνια τα πρώτα έργα με βάση το ενεργειακό καύσιμο του μέλλοντος.
Αμφότεροι δεσμεύονται για αποκλειστική συνεργασία ο ένας με τον άλλο ότι δεν πρόκειται να κάνουν επένδυση με τρίτο παίκτη στο πράσινο υδρογόνο, επιδιώκοντας να ηγηθούν της ανάπτυξης του πολλά υποσχόμενου αυτού καυσίμου στη νέα εποχή της ενέργειας που συνδέεται άμεσα με την απολιγνιτοποίηση.
Τα πρώτα έργα, που θα παράγεται
Η πρεμιέρα της συνεργασίας, για την οποία υπεγράφη το σχετικό MUO, θα γίνει με δύο projects στα πρώην λιγνιτικά πεδία της ΔΕΗ: Ένα φωτοβολταϊκό 100 μεγαβάτ με ηλεκτρολύτη στην Πτολεμαΐδα, και ένα αντίστοιχης ισχύος φωτοβολταϊκό στη Μεγαλόπολη.
Το πράσινο υδρογόνο προέρχεται από ΑΠΕ, επομένως η συνηθέστερη μέθοδος παραγωγής του είναι οι μονάδες όπου θα παραχθεί να γειτνιάζουν με μεγάλα φωτοβολταϊκά, όπως αυτά που αναπτύσσει η ΔΕΗ στη Δυτική Μακεδονία. Υπό αυτή την έννοια, τα λιγνιτικά πεδία θεωρούνται ιδανικά, αφού εκεί η επιχείρηση αναπτύσσει ήδη mega- πάρκα, προσφέροντας την άφθονη και πράσινη ηλεκτρική ενέργεια που χρειάζεται η παραγωγή του.
Το ένα σενάριο είναι αυτό. Το άλλο, εφόσον κριθεί οικονομικότερο, θέλει η παραγωγή του πράσινου υδρογόνου να γίνεται στις εγκαταστάσεις της Motor Oil, δηλαδή στα διυλιστήρια του πετρελαϊκού ομίλου. Σε αυτό το σενάριο, η ΔΕΗ θα πουλήσει την απαιτούμενη ποσότητα παραγωγής ρεύματος από ΑΠΕ στον πετρελαϊκό όμιλο, ο οποίος και θα παράξει το υδρογόνο στις εγκαταστάσεις του στους Αγίους Θεοδώρους.
Το επόμενο θέμα αφορά το πως θα διανέμεται στους τελικούς καταναλωτές. Στο ερώτημα αυτό κρίσιμο ρόλο παίζει το δίκτυο διανομής της Motor Oil, η οποία εκτός από το refinery, έχει και το trading, δηλαδή τόσο τα πρατήρια, όσο και ειδικά βυτιοφόρα οχήματα, ένας από τους βασικούς παράγοντες για να κλειδώσει η συνεργασία των δύο πλευρών.
Το υδρογόνο αποτελεί ένα από τα πλέον κομβικά καύσιμα για την πράσινη μετάβαση, αλλά και για τις νέες μονάδες φυσικού αερίου, αφού η πρόσμιξη του τελευταίου με υδρογόνο αποτελεί μονόδρομο για χαμηλότερα όρια εκπομπών. Τα εμπόδια που θέτει η Κομισιόν στο πλαίσιο του νέου πλαισίου για την πράσινη ταξινομία (Taxonomy), δηλαδή τα ενεργειακά καύσιμα που θα θεωρούνται στο εξής ότι πληρούν πράσινα χαρακτηριστικά, μπορούν να ξεπεραστούν σε ό,τι αφορά το φυσικό αέριο, έπειτα από πρόσμιξη του τελευταίου με υδρογόνο.
Της κοινοπραξίας θα ηγείται η Motor Oil με 51%, ενώ η ΔΕΗ θα έχει το 49%, με στόχο τα έργα παραγωγής και αποθήκευσης πράσινου υδρογόνου να συμβάλουν στην ενεργειακή μετάβαση της Ελλάδας σε ένα περιβάλλον καθαρών μηδενικών εκπομπών άνθρακα (Net Zero).
Το «πράσινο υδρογόνο» αποτελεί μια τεράστια ευκαιρία για την ενεργειακή μετάβαση και μέρος της λύσης για την επίτευξη του στόχου της Ευρωπαϊκής Πράσινης Συμφωνίας για κλιματική ουδετερότητα έως το 2050. Συμβάλλει στην περαιτέρω ενίσχυση και εξάπλωση των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας και στην απελευθέρωση από τη χρήση άνθρακα, σημαντικών κλάδων της οικονομίας, όπως η βαριά βιομηχανία και οι μεταφορές.
Η παραγωγή του «ανανεώσιμου υδρογόνου», της πλέον συμβατής επιλογής με τον στόχο της Ευρωπαϊκής Ένωσης για κλιματική ουδετερότητα, παράγεται με ηλεκτρόλυση και με χρήση ηλεκτρικής ενέργειας, που προέρχεται μόνο από ανανεώσιμες πηγές. Οι εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου κατά τον κύκλο ζωής της παραγωγής ανανεώσιμου υδρογόνου είναι σχεδόν μηδενικές.