Οι αποφάσεις του Συμβουλίου Επικρατείας έχουν υπάρξει –πέραν των αυτονόητων επιχειρημάτων περί κανόνων νομιμότητας κλπ.– σημαίες της εκάστοτε αντιπολίτευσης, πολλών δεν μάλλον του ΣΥΡΙΖΑ κυρίως στις υποθέσεις των ενστόλων και βέβαια στις περικοπές των συντάξεων. Τώρα όμως που ήρθε η ώρα της υλοποίησης αφενός δεν έχει ακόμα εφαρμοστεί η εντολή του ΣτΕ για επαναφορά των συντάξεων του ΙΚΑ στα επίπεδα του 2012 και αφετέρου (με βάση αυτή ακριβώς την απόφαση) είναι απορίας άξιον πως η κυβέρνηση που κραύγαζε περί νομιμότητας θα εφαρμόσει νέες περικοπές;
Κι αυτό γιατί η ήδη υπάρχουσα από τον Ιούνιο του 2015 απόφαση του ΣτΕ η οποία έκρινε αντισυνταγματικές τις μειώσεις που επέβαλλε το "Μνημόνιο 2" το 2012 στις συντάξεις ΙΚΑ κλπ. απαγορεύει ρητά κατάργηση ή συγχώνευση, όπως συζητείται, των επικουρικών συντάξεων. Χαρακτηριστικά εκείνη η απόφαση του Ιουνίου αναφέρει:
- Το Σύνταγμα και η νομολογία του δικαστηρίου θεωρούν δεσμευτική υποχρέωση του κράτους την καταβολή κυρίας και επικουρικής ασφάλισης, συνεπώς η εξαγγελία περί κατάργησης της δεύτερης και συγχώνευσης στην κύρια πιθανόν θα καταπέσει στα δικαστήρια.
- Ήδη το ΣτΕ έχει κρίνει αντισυνταγματικές τις μειώσεις του 2012 θεωρώντας πως ξεπερνούν το συνταγματικό μέτρο που επιβάλλει αξιοπρεπή διαβίωση των συνταξιούχων. Η αποκατάσταση δε των συντάξεων δεν έχει γίνει ακόμα από το κράτος. Πως λοιπόν το ίδιο δικαστήριο θα δεχτεί νέες μειώσεις συντάξεων;
- Βασικός πυρήνας της απόφασης αυτής του ΣτΕ αποτέλεσε η έλλειψη από μέρους της τότε κυβέρνησης μελέτης βιωσιμότητας των ταμείων που θα καταδείκνυε πως η μειώσεις αυτές είναι απολύτως αναγκαίες για να πάρουν σύνταξη και οι επόμενες γενιές ενόψει των ασφυκτικών δημοσιονομικών προβλημάτων. Η διέξοδος λοιπόν για την κυβέρνησή αφορά κατά βάσιν την ύπαρξη τέτοιας μελέτης βιωσιμότητας, την οποία πρέπει να εμφανίσει.
Για την υποχρεωτική επικουρική ασφάλιση το ΣτΕ αναφέρει επί λέξει:
"Εξ άλλου, η κρατική μέριμνα για την υποχρεωτική κοινωνική ασφάλιση (κύρια και επικουρική) δεν εξαντλείται στην ίδρυση από το κράτος των οικείων δημοσίων φορέων, στον ορισμό των διοικούντων αυτούς οργάνων, στην άσκηση εποπτείας της δραστηριότητάς τους και της διαχειρίσεως της περιουσίας τους και στη θέσπιση των σχετικών κανόνων, αλλά περιλαμβάνει και τη μέριμνα για την προστασία του ασφαλιστικού τους κεφαλαίου, δηλαδή για τη βιωσιμότητά τους χάριν και των επομένων γενεών, μέριμνα η οποία εκδηλώνεται, μεταξύ άλλων, με τη θέσπιση ρυθμίσεων για την προστασία και την αξιοποίηση της περιουσίας τους και την επωφελή διαχείριση των αποθεματικών τους, με τον καθορισμό εκάστοτε των οικείων συνταξιοδοτικών προϋποθέσεων, με την πρόβλεψη κοινωνικών πόρων, και, κυρίως, με την απ' ευθείας συμμετοχή στην χρηματοδότηση των εν λόγω φορέων μέσω του κρατικού προϋπολογισμού...... Το ύψος της κρατικής συμμετοχής στη χρηματοδότηση των φορέων της υποχρεωτικής κοινωνικής ασφαλίσεως –συμμετοχής η οποία πρέπει να είναι επαρκής για την εξυπηρέτηση των προεκτεθέντων συνταγματικώς επιβεβλημένων σκοπών (επάρκεια παροχών προς διασφάλιση ικανοποιητικού κατά τα ανωτέρω επιπέδου διαβιώσεως και διασφάλιση της βιωσιμότητας του οικείου ασφαλιστικού φορέα)– προσδιορίζεται εκάστοτε από τον κρατικό προϋπολογισμό... "
Το Ανώτατο Δικαστήριο βέβαια αφήνει ένα παράθυρο ανοιχτό μέσα από το οποίο μπορούν να "περάσουν" τέτοιου είδους μέτρα και αφορά στη μελέτη βιωσιμότητας των ταμείων:
"Προκειμένου, εξ άλλου, να ανταποκριθεί στις εν λόγω δεσμεύσεις του και να μην υπερβεί τα όρια που χαράσσει το Σύνταγμα, ο νομοθέτης, όταν λαμβάνει μέτρα συνιστάμενα, κατά τα ανωτέρω, σε περικοπή συνταξιοδοτικών παροχών, οφείλει, εν όψει και της γενικότερης υποχρέωσής του για «προγραμματισμό και συντονισμό της οικονομικής δραστηριότητας για την εδραίωση της κοινωνικής ειρήνης» (ανωτ. άρθρο 106 παρ. 1 του Συντάγματος), να έχει προβεί σε ειδική, εμπεριστατωμένη και επιστημονικά τεκμηριωμένη μελέτη, από την οποία να προκύπτει αφ' ενός μεν ότι τα συγκεκριμένα μέτρα είναι πράγματι πρόσφορα αλλά και αναγκαία για την αποτελεσματική αντιμετώπιση του προβλήματος βιωσιμότητας των φορέων κοινωνικής ασφαλίσεως, εν όψει και των παραγόντων που το προκάλεσαν, έτσι ώστε η λήψη των μέτρων αυτών να είναι σύμφωνη με τις πιο πάνω συνταγματικές αρχές της αναλογικότητας και της ισότητας στα δημόσια βάρη, αφ' ετέρου δε ότι οι επιπτώσεις από τα μέτρα αυτά στο βιοτικό επίπεδο των πληττομένων προσώπων, συνδυαζόμενες με άλλα τυχόν ληφθέντα μέτρα (φορολογικά κ.ά.), αλλά και με το σύνολο των κοινωνικοοικονομικών συνθηκών της δεδομένης συγκυρίας, δεν έχουν, αθροιστικά λαμβανόμενες, αποτέλεσμα τέτοιο που να οδηγεί σε ανεπίτρεπτη, κατά τα προεκτεθέντα, παραβίαση του πυρήνα του συνταγματικού δικαιώματος σε κοινωνική ασφάλιση".