«Όσο σημαντικός και αν ήταν ο αγώνας, όποιον κι αν είχες αντίπαλο, ήσουν πάντα τόσο ήρεμος, σαν να ήταν απλώς προπόνηση».
Ο Γιου-τζιν, σ? αυτό το σκοτεινό, ψυχολογικό, αστυνομικό θρίλερ που μας έρχεται από την Κορέα, ήταν πάντα «ο καλός γιος» της μητέρας του. Πρωταθλητής στο κολύμπι με μια ηρεμία Ολύμπια, πρώτος στα μαθήματα, περνά με την πρώτη στη Νομική, παρ? ότι έχει ήδη παρεμβάλει η αρρώστια: κρίσεις επιληψίας που κόβουν την αντίληψή του στα δυο, και αναγκάζουν την μητέρα να τον ελέγχει. Πότε γυρίζει στο σπίτι κι αν πήρε τα χάπια του. Όσο για το κολύμπι, όνειρο μακρινό που απομακρύνεται.
Η ιστορία αρχίζει από μια παράξενη μεταλλική μυρωδιά αίματος που προμηνύει την κρίση. Το τηλεφώνημα που ακολουθεί από τον αδελφό του, αν είναι όλα στο σπίτι καλά, θα σταθεί η αφορμή για να διαπιστώσει ότι είναι βουτηγμένος στα αίματα. Στην ίδια κατάσταση οι σκάλες, η κουζίνα, η νεκρή μητέρα και στο μεταξύ να αναμένεται η κρίση.
Το μυθιστόρημα όλο είναι βουτιά στον ψυχισμό του Γιου-τζιν, αθώος αφηγητής και ταυτοχρόνως ο δράστης. Η φωνή της μητέρας που τον φωνάζει αλλά δεν ξέρει γιατί, η νυχτερινή του απόδραση από την ταράτσα κι ο επεισοδιακός γυρισμός του, το σπίτι, ο αδελφός του, η σχέση.
Ζώντας σε μια διπλοκατοικία σε ένα συγκρότημα που αν και ξεκίνησε με τις καλύτερες προδιαγραφές, η ζωή το ?φερε έτσι που να στοιχειώσει:
«Για να γίνουν τα πράγματα ακόμα χειρότερα, η κοινοβουλευτική έρευνα της κυβέρνησης διαπίστωσε ότι τα διαμερίσματα του Γκουν- ντο ήταν χτισμένα με τσιμέντο από βιομηχανικά απόβλητα και υλικά από το Φουκουσίμα. Έτσι σταμάτησαν οι αγορές των ακινήτων. Τα διαμερίσματα ονομάστηκαν διαμερίσματα του καρκίνου… Οι άνθρωποι αποκαλούσαν το Γκουντ-ντο «το νησί φάντασμα που είχε παγιδευτεί ανάμεσα στο βουνό, στη θάλασσα και το θαλάσσιο τείχος. Οι κάτοικοι που έμεναν στο νησί φάντασμα δεν έβγαιναν από τα σπίτια τους όταν έπεφτε το σκοτάδι».
Την θυμάται μέσα στη νύχτα με την νυχτικιά που της έχει χαρίσει. «Ήταν η πρώτη φορά που είπα καληνύχτα με στρατηγική. Της έλεγα “καληνύχτα” αντί να της πω να σταματήσει να με ενοχλεί, να σταματήσει να ανακατεύεται».
Σιγά- σιγά θα τα καταφέρει και ο Γιου-τζιν θα γυρίσει πίσω: Στο κολύμπι που λάτρευε και υπήρξε πρωταθλητής, στην θεία του που είναι η γιατρός του, στα χάπια και στην αρρώστια. Στις κρίσεις που τον καθηλώνουν να μείνει για πάντα παιδί, στο ατύχημα του μεγάλου του αδελφού και στον χαμό του πατέρα, στο Χε-τζιν που ήταν πρώτα «ο ορφανός φίλος του» και μετά έγινε «ο αγαπημένος, υιοθετημένος γιος της μητέρας».
«Κανείς δεν ήξερε ότι τα σωθικά μου σάπιζαν». Ο Γιου-τζιν κάποια στιγμή θα τ? αποδεχτεί. Δικαιώνοντας κάθε του κίνηση, από το ατύχημα του αδελφού του στο καμπαναριό, μέχρι εκείνη εκεί την κοπέλα και το κρυμμένο ξυράφι του πατέρα.
Διανύοντας μαζί του όλη την «αθώα» σκοτεινιά ενός διαταραγμένου νου που ωστόσο υπήρξε «κάλμα μπουνάτσα», «μια ζωή ο απόλυτα ψύχραιμος», ο αναγνώστης κάποια στιγμή θα βρεθεί ν? αμφιβάλει: Για το ποιος σκότωσε τελικά και γιατί. Για το πού σταματάει ο θύτης και αρχίζει το θύμα να επιδιώκει «ό,τι θα κάνει». Ακόμα και όσον αφορά τα αγαπημένα πρόσωπα, όσο και να τα αγαπά, όταν θα νοιώσει ότι απειλείται, πως «είναι ανάγκη».
«…Πήρα μια αναπνοή και άφησα έναν μακρύ αναστεναγμό, βλέποντας τη ζεστή ανάσα μου να αχνίζει λευκή στον αέρα. Άλλο ένα ρίγος ένιωσα στην πλάτη μου. Το κρύο με διαπέρασε. Ήταν η στιγμή που το απόφθεγμα του Δαρβίνου ήρθε στο μυαλό μου: Προσαρμόσου ή πέθανε».
Το φινάλε απρόβλεπτο και η διαδρομή ως αυτό γεμάτη εκπλήξεις επίσης. Ένα ψυχολογικό θρίλερ με ημιτόνια που συμβαίνει σχεδόν εσωτερικά, στο κεφάλι και στο σώμα ενός παμπόνηρου αθώου. Είναι κακό το κακό όταν δεν υπάρχει συνείδηση περί καλού και κακού; Που αρχίζουν και τελειώνουν τα όρια όταν ο άλλος αισθάνεται ότι είναι απόλυτη ανάγκη επιβίωσης; Πώς μπορεί ένας μελλοντικός δολοφόνος να είναι τόσο ικανός και πώς γίνεται να μη βλέπει καμία άλλη επιλογή από το κακό μπροστά του; Πού τελειώνει η ευθύνη του και αρχίζουν να τον διαλύουν τα χάπια; Πόσο μπορείς να προστατεύσεις τον άλλον από τον ίδιο του τον εαυτό; Ερωτήματα που τίθενται για να μείνουν ουσιαστικά αναπάντητα. Η εξαιρετική συγγραφέας έχει φροντίσει να μας μεταφέρει στο μυαλό του Γιου-τζιν. Η λύση δεν θα βρεθεί, διότι η ζωή λύνει τις εξισώσεις της με ό,τι ο καθένας παρέχει.
Η εξαιρετική συγγραφέας του, You-Jeong Jeong (1966), γεννήθηκε στη Νότια Κορέα και σπούδασε νοσηλεύτρια. Κορυφαία στο αστυνομικό και ψυχολογικό θρίλερ στη χώρα της, όπου τη θεωρούν την κορεατική εκδοχή του Stephen King και τη συγκρίνουν, επίσης, συχνά με τον Raymond Chandler. Έχει μεταφραστεί στα κινεζικά, τα ιαπωνικά, τα γαλλικά, τα γερμανικά (η Die Zeit συμπεριέλαβε το ντεμπούτο της, "Επτά χρόνια σκοτάδι", στα δέκα κορυφαία αστυνομικά του 2015) τα ταϊλανδέζικα και τα βιετναμέζικα. Το "Ο καλός γιος" είναι το πρώτο της βιβλίο που μεταφράζεται στην αγγλική γλώσσα.
Η You-Jeong Jeong αναζητώντας την πραγματική φύση του Κακού, ομολογεί ότι έφτασε ως την καρδιά του Γιου-τζιν «γιατί υπάρχει ένα σκοτεινό δάσος γερακιών μέσα σε μας ενώ πιστεύουμε ότι είμαστε απλώς συνηθισμένα περιστέρα».