Υπήρξαν πολλοί που πίστεψαν πως η καλή πορεία των τραπεζικών μετοχών στο Χρηματιστήριο Αθηνών τελείωσε κάποια στιγμή τον Ιούλιο. Την άποψή τους αυτή τη στήριζαν πάνω στη σημαντική πτώση των τιμών τους τον Αύγουστο και κυρίως τον Σεπτέμβριο και στην αδυναμία τους να αντιδράσουν θετικά στα καλά νέα από την αναβάθμιση της πιστοληπτικής αξιολόγησης της χώρας στην επενδυτική βαθμίδα στις αρχές Σεπτεμβρίου από την DBRS.
Αρνητικές προσδοκίες είχε δημιουργήσει και η φιλολογία σχετικά με το πως θα επιδρούσε σε αυτές η διαδικασία πώλησης των μεριδίων του ΤΧΣ. Τα πράγματα όμως αποδεικνύεται πως δεν είναι ακριβώς έτσι, αφού εδώ και δύο εβδομάδες είναι φανερό πως οι πιέσεις πάνω στις μετοχές των τεσσάρων συστημικών τραπεζών έχουν υποχωρήσει και έχουν δώσει τη θέση τους σε αρκετές αγορές.
Η εικόνα των μετοχών στο χρηματιστήριο είναι σαφώς καλύτερη, όλες βρίσκονται πλέον αρκετά πιο ψηλά από τις τιμές των αρχών του Οκτωβρίου και οι τεχνικές αναλύσεις δίνουν σημαντικές πιθανότητες στη συνέχιση της ανοδικής κίνησης. Κάποιος θα μπορούσε να πει πως η ανάκαμψη οφείλεται στη βελτίωση του διεθνούς χρηματιστηριακού κλίματος και δεν έχει σχέση με τις ίδιες τις τράπεζες και τις προοπτικές τους. Προφανώς, η καλή πορεία των διεθνών αγορών την τελευταία εβδομάδα έχει βοηθήσει και τις ελληνικές τραπεζικές μετοχές αλλά αυτό δεν μπορεί να εξηγήσει το γεγονός πως από η ανάκαμψη τους ξεκίνησε περίπου 20 μέρες πριν την ανάκαμψη των διεθνών χρηματιστηρίων και μάλιστα καθώς αυτά δεν πήγαιναν καθόλου καλά. Προφανώς, λοιπόν, η καλή πορεία τους δεν μπορεί να αποδοθεί στη «βοήθεια από το εξωτερικό».
Δεν είναι πολύ δύσκολο να εντοπίσουμε τους λόγους πίσω από τη σταδιακή επανάκαμψη του επενδυτικού ενδιαφέροντος για τις ελληνικές τράπεζες κόντρα στο αρνητικό διεθνές κλίμα. Όπως φαίνεται, το πολύ αρνητικό κλίμα που είχε δημιουργηθεί κατέβασε τις τιμές σε σημεία που αρκετοί επενδυτές θεώρησαν πως αποτελούσαν ελκυστικά σημεία εισόδου σε αναμονή των οικονομικών αποτελεσμάτων τους και ενόψει της πιθανολογούμενης τότε (περί την 10η Οκτωβρίου) αναβάθμισης της Ελλάδας στην επενδυτική βαθμίδα και από τον οίκο αξιολόγησης S&P. Κοιτάζοντας σχεδόν έναν μήνα πίσω βλέπουμε πως τελικά αυτοί που τόλμησαν να αγοράσουν μέσα στο πολύ αρνητικό κλίμα δεν έπεσαν έξω.
Τα οικονομικά αποτελέσματα της Alpha Bank και της Τράπεζας Πειραιώς που ανακοινώθηκαν την Παρασκευή που μας πέρασε ήταν πολύ καλά. Για την ακρίβεια δεν ήταν μόνο πολύ καλά αλλά και αρκετά καλύτερα από αυτά που περίμεναν οι αναλυτές των επενδυτικών τραπεζών και των χρηματιστηριακών εταιρειών. Διαβάζοντας τις πρώτες εντυπώσεις των αναλυτών είναι προφανές πως τα κέρδη των τραπεζών για το 2023 θα είναι τελικά ουσιωδώς ψηλότερα από αυτά που περίμενε η αγορά στις αρχές του φθινοπώρου όταν οι πιέσεις στις μετοχές τους ήταν έντονες. Αναφερόμαστε σε όλες τις τράπεζες και όχι μόνο στις δύο που ήδη ανακοίνωσαν τις οικονομικές τους επιδόσεις για το εννεάμηνο του τρέχοντος έτους γιατί τα καλά αποτελέσματα των πρώτων δύο δε φαίνεται να οφείλονται σε παράγοντες που αφορούν μόνον αυτές και όχι και τις άλλες δύο που θα ανακοινώσουν τα δικά τους αποτελέσματα αύριο Τρίτη.
Όσον αφορά στην αξιολόγηση της πιστοληπτικής ικανότητας της χώρας από τον οίκο S&P, αυτή ήρθε και, σε αντίθεση με ό, τι είχε γίνει τον Σεπτέμβριο, δε συνοδεύτηκε από πωλήσεις μετοχών στο Χρηματιστήριο Αθηνών (όχι μόνο τραπεζικών). Αυτό είναι πολύ πιθανόν να οδήγησε αρκετούς επενδυτές που πίστευαν πως τα καλά νέα θα συνέχιζαν να «καίγονται» σε αναθεώρηση της αρνητικής τους στάσης και σε μία επανεξέταση της επενδυτικής τους τακτικής. Εδώ φυσικά δεν πρέπει να ξεχνάμε πως η πρώτη χρηματιστηριακή συνεδρίαση μετά την ανακοίνωση της απόφασης του αμερικανικού οίκου αξιολόγησης συνοδεύτηκε από μία – αναπάντεχη για τους περισσότερους από εμάς – είδηση, η οποία άλλαξε το κλίμα προς το καλύτερο για όλη τη χρηματιστηριακή αγορά και ειδικότερα για τις τραπεζικές μετοχές. Αναφερόμαστε βέβαια στην ανακοίνωση της σημαντικής συνεργασίας της Alpha Bank με την ιταλική Unicredit, μία από τις μεγαλύτερες τράπεζες της Ευρωζώνης.
Εκτός από την πολύπλευρη συνεργασία τους στη ρουμανική αγορά, η συμφωνία των δύο τραπεζών περιλαμβάνει και την αγορά σημαντικού ποσοστού μετοχών της ελληνικής από την ιταλική τράπεζα. Δεν ξέρουμε ακόμα με ποιόν τρόπο θα αγοράσει η Unicredit ποσοστό λίγο κάτω από το 10% της Alpha Bank, καθώς η πρόταση που έχει κάνει στο ΤΧΣ βρίσκεται ακόμα υπό εξέταση και θα περάσουν μερικές μέρες μέχρι να μάθουμε τι θα γίνει. Αυτό όμως δεν έχει τόσο μεγάλη σημασία όσο το γεγονός πως με αυτή την εξέλιξη έγιναν σαφή δύο πράγματα: αφενός πως υπάρχει ενδιαφέρον εκ μέρους μεγάλης διεθνούς τράπεζας για αγορά σημαντικού μεριδίου σε μία από τις ελληνικές συστημικές τράπεζες και αφετέρου πως η διαδικασία πώλησης των συμμετοχών που έχει το ΤΧΣ δεν είναι και τόσο πιθανόν να προκαλέσει σημαντική πίεση στις μετοχές τους όπως πολλοί υποστήριζαν πριν μερικές εβδομάδες.
Στο θετικό για τις τράπεζες υπόβαθρο θα πρέπει να προσθέσουμε και το γεγονός πως θα συνεχιστεί το πρόγραμμα Ηρακλής με τη βοήθεια του οποίου έχει σημειωθεί εξαιρετική πρόοδος στην απαλλαγή των ελληνικών τραπεζών από τα προβληματικά δάνεια που τις ταλαιπώρησαν πάρα πολύ για σχεδόν δέκα χρόνια. Μπορεί το ποσοστό προβληματικών δανείων να βρίσκεται πλέον κοντά στο 5% ενώ πριν μερικά χρόνια ήταν πέντε και έξι φορές παραπάνω αλλά είναι ακόμα πιο ψηλά από το αντίστοιχο ποσοστό στις υπόλοιπες χώρες της Ευρωζώνης, οπότε η παράταση του προγράμματος Ηρακλής λειτουργεί καθησυχαστικά προς τους επενδυτές καθώς δείχνει πως δε χαλαρώνουν οι προσπάθειες για την περαιτέρω μείωση του.
Δε θα ήταν υπερβολή αν λέγαμε πως λόγω του συνδυασμού των παραγόντων που προαναφέραμε οι τραπεζικές μετοχές έχουν βρεθεί και πάλι στο επίκεντρο του επενδυτικού ενδιαφέροντος στο Χρηματιστήριο Αθηνών. Οι προοπτικές είναι θετικές και τα πράγματα μπορεί να γίνουν ακόμα καλύτερα μετά την αυριανή ανακοίνωση των αποτελεσμάτων της Eurobank και της Εθνικής Τράπεζας και μερικές μέρες αργότερα όταν θα γίνει γνωστή η τύχη της πρότασης της Unicredit για την αγορά μετοχικού μεριδίου στην Alpha Bank. Εφόσον προχωρήσει γρήγορα η πώληση αυτού του ποσοστού θα επισπευσθεί και η έναρξη των σχετικών διαδικασιών για την Εθνική Τράπεζα και την Τράπεζα Πειραιώς.
Ο δρόμος για τη συνέχιση της θετικής πορείας που ξεκίνησε πριν περίπου έναν μήνα φαίνεται λοιπόν πως είναι ανοικτός, αρκεί να μην έχουμε αρνητικές εξελίξεις από τα δύο μέτωπα που απασχολούν αυτήν την εποχή τις χρηματιστηριακές αγορές (και όχι μόνον αυτές): την πορεία στο μέτωπο των επιτοκίων η οποία επηρεάζει άμεσα τις διεθνείς χρηματιστηριακές κινήσεις και τις εξελίξεις στα πολεμικό μέτωπο που έχει ανοίξει στη Μέση Ανατολή. Καλώς εχόντων των πραγμάτων σε αυτά τα δύο εξωτερικά μέτωπα, οι ελληνικές τραπεζικές μετοχές θα παραμείνουν στην πρώτη γραμμή των επενδυτικών επιλογών στο Χρηματιστήριο Αθηνών και θα το βοηθήσουν να κινηθεί συνολικά υψηλότερα.