Γιατί οι Έλληνες γυρίζουν την πλάτη στο Χρηματιστήριο
Shutterstock
Shutterstock

Γιατί οι Έλληνες γυρίζουν την πλάτη στο Χρηματιστήριο

Το Χρηματιστήριο Αθηνών έκλεισε το 2023 με θετική απόδοση της τάξης του 39% συμπληρώνοντας την τρίτη συνεχόμενη χρονιά ανόδου (+4,08% το 2022 και +10,43% το 2021) και βρέθηκε στην κορυφή των χρηματιστηριακών αποδόσεων παγκοσμίως. Παρ’ όλα αυτά όμως, το Χρηματιστήριο δεν έχει καταφέρει να συγκινήσει και να προσελκύσει τους πολίτες της χώρας μας.

Ας δούμε τι δείχνουν τα δεδομένα.

Σύμφωνα με τα στοιχεία του ATHEXCSD από το Κεντρικό Αποθετήριο Τίτλων για τον μήνα Δεκέμβριο, στο Χρηματιστήριο Αθηνών υπάρχουν 15.662 ενεργοί χρηματιστηριακοί κωδικοί. Δηλαδή, κωδικοί που έχουν πραγματοποιήσει έστω και μια χρηματιστηριακή πράξη μέσα στο μήνα. Εξ αυτών οι εγχώριοι ιδιώτες επενδυτές ανέρχονται στους 14.813, οι οποίοι πραγματοποιούν περίπου το 19% του συνόλου των χρηματιστηριακών πράξεων. Το 26% των χρηματιστηριακών συναλλαγών αφορά κινήσεις θεσμικών επενδυτών, τραπεζών και άλλων νομικών προσώπων, ενώ το υπόλοιπο 55% αφορά κινήσεις 535 επενδυτών από το εξωτερικό.

Στις ΗΠΑ που είναι η μητρόπολη των χρηματιστηρίων, σύμφωνα με στοιχεία του 2022, μετοχικά χαρτοφυλάκια διαθέτουν 158 εκατ. Αμερικανοί, δηλαδή το 61% του ενήλικου πληθυσμού, εκ των οποίων οι 54 εκατ., δηλαδή το 20%, χαρακτηρίζονται σαν ενεργοί επενδυτές στη Wall Street. Στην Ελλάδα με βάση τα στοιχεία του 2023, μετοχικά χαρτοφυλάκια έστω και μιας μετοχής διαθέτουν 932 χιλιάδες πολίτες, δηλαδή το 10,7% του ενήλικου πληθυσμού. Οι δε 14.813 ενεργοί επενδυτές αντιστοιχούν μόλις στο 0,16%.

Στον ακόλουθο πίνακα εμφανίζεται η στατιστική καταγραφή των Αμερικανών επενδυτών με βάση μια σειρά από διαφορετικά χαρακτηριστικά. Θα είχε ενδιαφέρον να δούμε τα στοιχεία ενός αντίστοιχου πίνακα για τους Έλληνες επενδυτές.

Για να αντιληφθούμε ακόμα καλύτερα τι σημαίνει το απόλυτο μέγεθος των 14.813 ενεργών χρηματιστηριακών κωδικών, αρκεί να θυμηθούμε τους αντίστοιχα μεγέθη σε κάποιες κομβικές χρονικές στιγμές.

Τον Σεπτέμβριο του 1999 λίγο πριν από την έκρηξη της «φούσκας» και την αρχή του «κραχ», ο αντίστοιχος αριθμός των εγχώριων ενεργών χρηματιστηριακών επενδυτών είχε φτάσει τις 580.000.

Τον Μάρτιο του 2015, λίγο μετά την άνοδο του Σύριζα στην κυβέρνηση, ο αριθμός των εγχώριων ενεργών επενδυτών του Χρηματιστηρίου Αθηνών είχε υποχωρήσει στους 1.500.

Τον Ιανουάριο του 2019, όταν είχε διαφανεί ότι θα ερχόταν μια αλλαγή της πορείας της χώρας προς την φιλοεπενδυτική και φιλοαναπτυξιακή κατεύθυνση, ο αριθμός των εγχώριων ενεργών χρηματιστηριακών επενδυτών ήταν 8.642, με τον αντίστοιχο αριθμό των ξένων επενδυτών να είναι 361.

Και τον Ιούλιο του 2019, όταν το κόμμα της Νέας Δημοκρατίας είχε κερδίσει τις εκλογές, ο αριθμός των εγχώριων ενεργών χρηματιστηριακών επενδυτών είχε ανέλθει στους 18.065.

Από εκείνη τη στιγμή ο Γενικός Δείκτης του Χρηματιστηρίου Αθηνών έχει δώσει αποδόσεις της τάξης του +60%, έχοντας απορροφήσει εν τω μεταξύ, τόσο την κατάρρευση των αγορών λόγω της πανδημίας, όσο και την υποχώρηση τους μετά από την εισβολή της Ρωσίας στην Ουκρανία και το ξέσπασμα της ενεργειακής κρίσης.

Και όμως, νέοι επενδυτές, όπως διαπιστώνουμε σύμφωνα με τα προαναφερθέντα δεδομένα, δεν δείχνουν να περνούν τα χρηματιστηριακά προπύλαια.

Μια ερμηνεία είναι ότι όσοι εκ των επενδυτών «είχαν καεί με το χυλό» του 1999, «φυσάνε σήμερα και το γιαούρτι».

Μια άλλη ερμηνεία είναι ότι οι ιστορίες του κραχ του 1999, που είχαν καταστρέψει δεκάδες χιλιάδες νοικοκυριά, είναι ακόμα βαθιά ριζωμένες στα οικογενειακά και κοινωνικά αφηγήματα.

Μια ακόμα ερμηνεία είναι η εξάχνωση που επήλθε ακόμα και στα πιο συντηρητικά χαρτοφυλάκια των επενδυτών που είχαν επενδύσει σε τραπεζικές μετοχές. Διότι η αξία αυτών των παραδοσιακών και συντηρητικών χαρτοφυλακίων εκμηδενίστηκε μέσα από τις διαδικασίες των συνεχόμενων ανακεφαλαιοποιήσεων.

Μια επιπλέον ερμηνεία είναι η απώλεια κεφαλαίων των επενδυτών που έχει προκληθεί από τη διαγραφή τουλάχιστον 150 μετοχών, από το Χρηματιστήριο κατά τη διάρκεια της τελευταίας 20ετίας.

Και μια σχετικά αληθοφανής ερμηνεία είναι ότι η νέα γενιά των δυνητικών επενδυτών, δεν έχει επαρκές διαθέσιμο εισόδημα για να επενδύσει στο χρηματιστήριο. Και αυτό είναι εν μέρει αληθές. Ωστόσο, η αύξηση των καταθέσεων τα τελευταία χρόνια δείχνει, πως υπάρχει εισόδημα που περισσεύει στους οικονομικά εύρωστους πολίτες. Και αυτό είναι εμφανές και από το ύψος των χρημάτων που κατευθύνονται στον στοιχηματισμό, όπου μόνο μέσα στο 2022 είχαν «παιχθεί» 29 δισ. ευρώ.

Το γεγονός ότι η συντριπτική πλειοψηφία των πολιτών της χώρας επιλέγει να μην λαμβάνει μέρος στην αναπτυξιακή πορεία της Ελλάδας μέσω της συμμετοχής τους στη μετοχική βάση των μεγαλύτερων επιχειρήσεων της χώρας είναι προβληματικό. Αποδεικνύει ότι ο οικονομικός αναλφαβητισμός και η μη κατανόηση βασικών κανόνων επενδυτικής παιδείας έχει λάβει εκτεταμένες διαστάσεις.

Είναι δυνατόν ο φόβος του 1999, ο εφιάλτης των τραπεζικών ανακεφαλαιοποιήσεων και η καταστροφική χρηματιστηριακή εμπειρία της εποχής του Σύριζα, να μην επιτρέπει στους πολίτες να αντιλαμβάνονται ότι τα πράγματα έχουν αλλάξει; Να μην αντιλαμβάνονται οι πολίτες το κόστος του χρήματος και τις διαφορετικές δυνατότητες αποδόσεων που προσφέρουν οι άτοκες καταθέσεις, οι προθεσμιακές καταθέσεις, τα ομόλογα και οι μετοχές;

Να μην κατανοούν τον τρόπο που οι αποταμιεύσεις, εξανεμίζονται σε βάθος χρόνου; Να μην βλέπουν τις ευκαιρίες που ανοίγονται σήμερα με τη συμμετοχή τους στο μετοχικό κεφάλαιο εταιρειών με ασφαλή οικονομικά θεμελιώδη μεγέθη και με ισχυρές προοπτικές; Να μην αναλαμβάνουν την υπευθυνότητα να κτίσουν οι ίδιοι το προσωπικό τους περιουσιακό χαρτοφυλάκιο και να εξαρτώνται από τη σύνταξη τους, όταν μεγαλώσουν;

Και ας μην πει κανείς το χιλιοειπωμένο «ότι χρειάζεται να τους δοθούν κίνητρα από το κράτος». Το μόνο κίνητρο είναι βαθιά μέσα τους. Είναι η επιθυμία να ευημερήσουν, αναλαμβάνοντας οι ίδιοι με υπεύθυνο τρόπο τις κρίσιμες οικονομικές αποφάσεις που απαιτούνται προς αυτήν την κατεύθυνση.