Χρηματιστηριακές ασκήσεις ακροβασίας στις 1.400 και κάτι μονάδες
shutterstock
shutterstock

Χρηματιστηριακές ασκήσεις ακροβασίας στις 1.400 και κάτι μονάδες

Οι 1.540 δεν προσεγγίστηκαν. Οι 1.480 δεν άντεξαν. Έσπασαν και οι 1.440 μονάδες. Η αγωνία πλέον μεταφέρεται στη μάχη με το επίπεδο στήριξης των 1.420 μονάδων. Καθώς το ενδεχόμενο της καθοδικής διάσπασης των 1.420 μονάδων, θα σημάνει και την πλήρη και σαφή έξοδο του Γενικού Δείκτη από το ανοδικό κανάλι, που είχε ξεκινήσει τον Οκτώβριο του 2023 από τις 1.111 μονάδες.

Συνήθως η υποχώρηση των χρηματιστηρίων από τα τοπικά υψηλά τους, αποτελεί μια χρυσή ευκαιρία για τους επενδυτές να επαναπροσδιορίσουν τους στόχους τους, να επαναξιολογήσουν τα χαρτοφυλάκια τους και να αποτιμήσουν τις νέες συνθήκες της αγοράς. Κάπου εδώ είμαστε κι εμείς τώρα. Έτσι παρ’ όλο που το πάνω χέρι το έχουν οι πωλητές και ο Γενικός Δείκτης κινείται αισθητά χαμηλότερα από τα υψηλά του, κλίμα φόβου προς το παρόν δεν εμφανίζεται.

Ωστόσο, οι δυνητικοί αγοραστές περιμένουν να δουν εάν βρισκόμαστε μπροστά σε μια απλή διόρθωση ή σε μια γενικότερη αλλαγή πλεύσης της αγοράς. Αλλά και οι πωλητές δεν πιέζουν υπέρμετρα. Είναι σχεδόν σίγουρο ότι εάν γυρίσει ανοδικά ο Γενικός Δείκτης, αυτοί θα επανεμφανιστούν. Εάν πάλι ο ΓΔ «σπάσει» τις 1.420 μονάδες, τότε οι πωλήσεις θα ενταθούν.

Προς το παρόν φαίνεται ότι το Χρηματιστήριο Αθηνών ταλαιπωρείται από την απουσία νέων κεφαλαιακών εισροών. Η διαθέσιμη ρευστότητα που διψούσε για ελληνικούς μετοχικούς τίτλους έχει απορροφηθεί ήδη από τις αυξήσεις μετοχικού κεφαλαίου που έλαβαν χώρα κατά τη διάρκεια των τελευταίων μηνών, καθώς και από τις πρωτοφανείς ιδιωτικές τοποθετήσεις τα λεγόμενα private placements, στα οποία προέβησαν είτε το ΤΑΙΠΕΔ, είτε οι μεγαλομέτοχοι των εισηγμένων εταιρειών.

Οι συγκεκριμένες αγορές μετοχών δεν έγιναν μέσα από το ταμπλό και οι τιμές στις οποίες πραγματοποιήθηκαν, διαμορφώθηκαν μέσω της διαδικασίας του book building, δηλαδή από τη ζήτηση κυρίως των θεσμικών επενδυτών που κατευθυνόταν στις υπό προσφορά μετοχές.

Για πολλούς, η κίνηση γύρω από τις 1431 μονάδες μοιάζει με ακροβασία σε σχοινί. Είναι όμως έτσι; Ο Γενικός Δείκτης του Χρηματιστηρίου Αθηνών παρά το -1,15% του Μαΐου, κρατάει ακόμα ένα +10,73% από την αρχή του έτους και ένα +18,43% για το τελευταίο 12μηνο.

Την ίδια στιγμή ο S&P 500, που συνηθίζουμε να λέμε ότι βρίσκεται μονίμως σε ένα ανοδικό πάρτι, έχει παρουσιάσει άνοδο της τάξης του +10,60% από την αρχή του έτους και ένα +4,84% μέσα στον περασμένο μήνα, κυρίως λόγω της θεαματικής κερδοφορίας, μεγάλων δεικτοβαρών τεχνολογικών μετοχών.

Αλλά και ο γερμανικός δείκτης DAX στα ίδια βήματα κινείται με +10,42% από την αρχή του έτους και +3,16% μέσα στον Μάιο.

Αν δούμε και τους υπόλοιπους χρηματιστηριακούς δείκτες, θα παρατηρήσουμε ότι όλοι μαζί βρίσκονται σε απόσταση αναπνοής από τα προηγούμενα απόλυτα υψηλά τους. Με την αίσθηση, ότι είτε παίρνουν ξανά δυνάμεις, είτε αναμένουν τις εξελίξεις.

Ποιες εξελίξεις; Τις εκλογές σε ΗΠΑ και ΕΕ, τα στοιχεία του πληθωρισμού, τις αποφάσεις των κεντρικών τραπεζών για τα επιτόκια, τον κλιμακούμενο εμπορικό πόλεμο με την Κίνα και την επιμονή των Ρωσικών απειλών περί πυρηνικού πολέμου.

Μια δεύτερη θητεία του Ντόναλντ Τραμπ, θα οδηγήσει σε εφαρμογή νέων δασμών ύψους 10% σε όλες τις εισαγωγές προϊόντων στις ΗΠΑ και 60% στις εισαγωγές από την Κίνα. Οι παλαιότερες εμπορικές πολιτικές επί προεδρίας Τραμπ είχαν οδηγήσει τον S&P500 στο -11%. Γεγονός που αποδεικνύει την ευαισθησία των χρηματιστηρίων απέναντι στην εφαρμογή επιθετικών εμπορικών τακτικών. Την ίδια στιγμή οι αγορές αγωνιούν για το μέλλον του Tax Cuts and Jobs Act (TCJA) που είχε επιβληθεί το 2017 και λήγει μέσα στο 2025.

Αλλά και οι εκλογές στην Ευρωπαϊκή Ένωση, πραγματοποιούνται εν μέσω μιας μεταβατικής οικονομικής πραγματικότητας. Με τις συζητήσεις για την ανάγκη παράτασης των αναπτυξιακών προγραμμάτων να προτάσσονται, με τις αμυντικές δαπάνες να τοποθετούνται σε νέες βάσεις, με τους στόχους της πράσινης μετάβασης να αμφισβητούνται και με τη διαμάχη ανάμεσα στη βιομηχανία και τη γραφειοκρατία να ενδυναμώνεται.

Η πιο καλή χρηματιστηριακή συμβουλή γι’ αυτές τις οριακές λοιπόν συνεδριάσεις, κατά τη διάρκεια των οποίων τα πάντα μπορούν να συμβούν, είναι να παρακολουθούμε μετοχές και όχι δείκτες. Και αυτό δεν ισχύει μόνο για το Χρηματιστήριο Αθηνών, αλλά ακόμα και για τη Wall Street.

Για παράδειγμα, το +10,60% του S&P500 από την αρχή του χρόνου, μπορεί να αποτελεί τη συνισταμένη της πορείας κάθε μιας από τις 500 μετοχές που τον αποτελούν, ωστόσο οι διαφοροποιήσεις είναι μεγάλες. Από τo +121,38% της Nvidia (NVDA) μέχρι το -28,33% της Tesla (TLSA), από το +40,73 της Eli Lilly (LLY) μέχρι το -25,49% της Adobe (ADBE) και από το +19,12% της JPMorgan Chase (JPM) μέχρι το -31,86% της Boeing (BA). Και όπως βλέπουμε, στο ακόλουθο γράφημα, αναφερόμαστε σε μετοχές πρώτης γραμμής.

Στον Γενικό Δείκτη του Χρηματιστηρίου Αθηνών, δεν παρατηρούνται τόσο ακραίες διαφορές. Η γενική εικόνα αναφοράς των δυο βασικότερων χρηματιστηριακών δεικτών (ratios) είναι ότι το Ρ/Ε κινείται κάπου ανάμεσα στο 10 και στο 11 και ότι η μερισματική απόδοση (dividend yield) μαζί με τις επιστροφές κεφαλαίων πλησιάζουν το 4%.

Ωστόσο, κι εδώ υπάρχουν διαφοροποιήσεις. Και ίσως η στιγμή του αναστοχασμού για τη σύνθεση των χαρτοφυλακίων των επενδυτών να είναι τώρα. Να αναζητήσουμε τις μετοχές που αποτίμησαν σωστά τις προσδοκίες μας, τις μετοχές που υπολείπονται ακόμα για τον Α ή Β λόγο και τις μετοχές που βρίσκονται σε εύθραυστα επίπεδα υπερβολής.

Θεωρητικά, τα καλά νέα, βρίσκονται όλα μπροστά μας. Η αύξηση του κύκλου εργασιών των εισηγμένων εταιρειών, η άνοδος στην κερδοφορία και τα αναμενόμενα νέα deals. Αλλά και η μείωση του πληθωρισμού, η μείωση των επιτοκίων, η περαιτέρω αύξηση του ΑΕΠ, η ενσωμάτωση των ευρωπαϊκών πόρων στην πραγματική οικονομία, η ισχυρή πιθανότητα της εκ νέου αναβάθμισης του αξιόχρεου της οικονομίας και άλλα.

Δεν θα πρέπει όμως να λησμονούμε την υστέρηση σε Άμεσες Ξένες Επενδύσεις, τη μείωση των εξαγωγών, καθώς και την πρόσφατη έκθεση της TMF Group που προσέφερε μια πολύ δυσάρεστη πρωτιά στη χώρα μας. Αυτήν, της πρώτης θέσης στον παγκόσμιο δείκτη επιχειρηματικής πολυπλοκότητας. Η Ελλάδα βγήκε πρώτη ανάμεσα σε 79 χώρες όσον αφορά την πολυπλοκότητα, των γραφειοκρατικών, φορολογικών και ρυθμιστικών εμποδίων στην προσέλκυση ξένων επενδύσεων.

Έχουμε πολύ δουλειά μπροστά μας. Οποιοδήποτε πισωγύρισμα θα το πιάσουν οι ευαίσθητες κεραίες των επενδυτών και τα ραντάρ των ξένων θεσμικών επενδυτών. Ο μεγαλύτερος κίνδυνος για τις αγορές πέρα από τους ανεξέλεγκτους εξωγενείς παράγοντες, είναι ο δικός μας κακός εαυτός.