Οι παροικούντες στη χρηματιστηριακή Ιερουσαλήμ, όσοι δηλαδή γνωρίζουν πράγματα και καταστάσεις σε ένα μικρό κύκλο, δεν εξεπλάγησαν από την αντίδραση της εγχώριας κεφαλαιαγοράς στην πυραυλική επίθεση του Ιράν στο Ισραήλ. Διαχρονικά, το Χρηματιστήριο Αθηνών αντιδρά με υπερβολή και παρορμητικότητα, τόσο στις θετικές, όσο και στις αρνητικές ειδήσεις.
Έτσι ο Γενικός Δείκτης που ήταν ήδη «κουρασμένος» από τις ανεπιτυχείς προσπάθειες επαναπροσέγγισης των φετινών υψηλών των 1.434 μονάδων, υποχώρησε με ταχύτητα προς τις 1.360, με αποτέλεσμα να τις διασπάσει οριακά καθοδικά στο κλείσιμο της συνεδρίασης της περασμένης Τρίτης. Το χθεσινό κλείσιμο στις 1.365,48 μονάδες, έδειξε ότι οι 1.360 μονάδες είναι μέχρι στιγμής πολύ σκληρές για να διασπαστούν τελεσίδικα. Κάτι που θα οδηγήσει σε περαιτέρω υποχώρηση και θα πιστοποιήσει την επαλήθευση ενός καθοδικού σεναρίου. Ωστόσο και το θετικό σενάριο που απαιτεί την ανοδική διάσπαση των 1.425 μονάδων και το οποίο θα οδηγήσει προς τις 1.500 μονάδες, σήμερα μοιάζει μακρινό.
Η ταχύτητα με την οποία υποχώρησαν οι τιμές των μετοχών, οφείλεται σε διάφορους λόγους. Είναι κατ’ αρχάς, οι ανησυχίες σχετικά με την αύξηση των τιμών πετρελαίου, που πυροδοτούν έναν διπλό κίνδυνο. Αφ’ ενός τον κίνδυνο της αύξησης του ενεργειακού κόστους, με ό, τι θα σημάνει αυτό για τις εταιρικές λογιστικές καταστάσεις και αφ’ ετέρου τον κίνδυνο του παρατεταμένου πληθωρισμού που θα καθυστερήσει τις μειώσεις των επιτοκίων από την πλευρά των κεντρικών τραπεζών και το κόστος χρήματος από την πλευρά των εμπορικών τραπεζών. Ένας σημαντικός λόγος είναι και η προσπάθεια κατοχύρωσης των σημαντικών κερδών που έχουν αποκομίσει οι επενδυτές κατά τη διάρκεια της τελευταίας διετίας.
Έτσι είναι λογικό να κυριαρχούν αρνητικές σκέψεις και προβληματισμοί.
Θα καταφέρουν οι τράπεζες να ακολουθήσουν τα επιχειρηματικά τους πλάνα, όσον αφορά την περαιτέρω μείωση των μη εξυπηρετούμενων δανείων; Θα καταφέρουν να αυξήσουν τους ρυθμούς πιστωτικής επέκτασης που απαιτούνται; Θα καταφέρουν να μειώσουν το κόστος δανεισμού τους από τις ομολογιακές εκδόσεις στις οποίες προβαίνουν;
Βέβαια, όσον αφορά τις τράπεζες τα μεγέθη του Q1 του ‘24, σύμφωνα με τις εκτιμήσεις των χρηματιστηριακών αναλυτών είναι ιδιαίτερα θετικά και δεν αναμένoυν σημαντική μεταβολή τους «επί τα χείρω», τουλάχιστον μέχρι και το Q2. Το ίδιο συμβαίνει με τις εταιρείες του κατασκευαστικού κλάδου των οποίων ο κύκλος εργασιών είναι αυξημένος κατά τουλάχιστον 30%, χωρίς να διαφαίνεται στον ορίζοντα αναστροφή της τάσης.
Δηλαδή μια ψυχραιμότερη καταγραφή και ανάλυση των νέων δεδομένων από τις εξελίξεις στη Μέση Ανατολή, δεν δικαιολογεί αυτήν την αναταραχή του Χρηματιστηρίου Αθηνών. Διότι για την πλειοψηφία των εισηγμένων εταιρειών δεν διαταράσσεται προς το παρόν ούτε η κερδοφορία τους, ούτε οι μερισματικές τους αποδόσεις, ούτε η ανάπτυξη τους.
Ωστόσο, η απουσία βάθους στην αγορά επέτρεψε στους «γρήγορους και δυνατούς παίκτες» να διαμορφώσουν ένα έντονο κλίμα ανασφάλειας και φόβου. Η πτώση των δεικτοβαρών μετοχών που προκλήθηκε από τις πωλήσεις των ισχυρών funds και η απόσυρση της αγοραστικής διάθεσης στις μετοχές της μεσαίας και μικρής κεφαλαιοποίησης, στάθηκαν αρκετές για να βρεθεί το Χρηματιστήριο ξεκρέμαστο και ευάλωτο στις αλλαγές της επενδυτικής ψυχολογίας.
Επομένως, εάν οι επενδυτές εκτιμούν ότι η ανθρωπότητα δεν οδηγείται σε ένα Παγκόσμιο Πόλεμο, ότι δεν έχει προκύψει μεταβολή των βασικών μακροοικονομικών δεδομένων, ότι το αναπτυξιακό σενάριο της ελληνικής οικονομίας δεν έχει ανατραπεί και ότι οι χρηματιστηριακές αποτιμήσεις είναι ρεαλιστικές, δεν έχουν κανέναν λόγο να εγκαταλείψουν το παρατεταμένο bull rally του Χρηματιστηρίου Αθηνών, αλλά ούτε και να προσπαθήσουν να κερδοσκοπήσουν πάνω στις διακυμάνσεις.
Εάν όμως πάλι εκτιμούν ότι ο πόλεμος στη Μέση Ανατολή διαταράσσει το σύνολο της παγκόσμιας οικονομίας, ότι οι μειώσεις των επιτοκίων παραπέμπονται στις καλένδες και ότι η ελληνική οικονομία θα επηρεαστεί αρνητικά από τις διεθνείς εξελίξεις ή ότι τα εγχώρια οικονομικά δεν πάνε τόσο καλά όσο δείχνουν, μπορεί να μείνει εκτός αγοράς.
Άλλωστε τι επιλογές έχει ο ψύχραιμος επενδυτής, για να αποφύγει το ναυάγιο, όταν η αγορά γυρίσει και δώσει σήμα πώλησης; Η πρώτη και πιο εύκολη επιλογή, είναι ο επενδυτής να ρευστοποιήσει τη θέση του, πωλώντας τις μετοχές και τα μερίδια των αμοιβαίων κεφαλαίων που κατέχει, κατοχυρώνοντας έτσι τα κέρδη του. Και να μείνει εκτός αγοράς μέχρι τα μεταβληθούν οι συνθήκες.
Η δεύτερη επιλογή είναι πιο επιθετική. Ο επενδυτής όχι μόνο ρευστοποιεί το χαρτοφυλάκιο του, αλλά επενδύει πάνω στην πτώση, μέσω μιας σειράς από χρηματιστηριακά προϊόντα. Έτσι εκμεταλλεύεται τον πραγματικό φόβο των υπολοίπων επενδυτών.
Κομβικό σημείο λοιπόν, οι 1360 μονάδες για τον Γενικό Δείκτη του Χρηματιστηρίου Αθηνών. Η παραμονή πάνω από αυτό το επίπεδο διατηρεί ζωντανές τις ελπίδες για ανοδική αντίδραση, ακόμα και για επαναπροσέγγιση των προηγούμενων υψηλών. Αντίθετα, η καθοδική διάσπαση θα οδηγήσει σε μεγαλύτερη ταλαιπωρία και σε περαιτέρω πτώση.