H είσοδος της μετοχής της Alter Ego Media, στο Χρηματιστήριο Αθηνών μαζί με τη φημολογία ότι θα ακολουθήσουν τον συγκεκριμένο δρόμο και οι εταιρείες των μέσων μαζικής ενημέρωσης των ομίλων Βαρδινογιάννη και Αλαφούζου, έχουν δημιουργήσει ένα ιδιαίτερο κλίμα ευφορίας ανάμεσα στους επενδυτές.
Ορισμένοι ανακαλούν στη μνήμη τους, τις παλιές καλές ημέρες του 1999 και την είσοδο του ΔΟΛ / Δημοσιογραφικού Οργανισμού Λαμπράκη, του Μega Channel / Τηλέτυπου και του Alter Channel στο χρηματιστήριο και την εκτόξευση των μετοχών τους. Άλλοι σκέφτονται ότι η επιλογή της εισόδου μιας από τις εταιρείες του ομίλου Μαρινάκη στο χρηματιστήριο δεν μπορεί να είναι τυχαία. Αλλά αποτελεί από μόνη της μια σφραγίδα σιγουριάς, στο χρηματιστήριο που πασχίζει να προσελκύσει παλαιούς και νέους επενδυτές. Και η αλήθεια είναι ότι η υπερκάλυψη της έκδοσης της Alter Ego Media κατά σχεδόν 12 φορές και το «κλείδωμα» της τελικής τιμής στο υψηλό όριο των 4,00 ευρώ είναι ιδιαίτερα ενθαρρυντικά γεγονότα.
Η αναμενόμενη είσοδος της μετοχής της θυγατρικής εταιρείας της Titan Cement International S.A., Titan America (ΤΤΑΜ) στη Wall Street σε μια αποτίμηση που εκπλήσσει θετικά, έρχεται να επισφραγίσει το κύμα αισιοδοξίας πάνω στο οποίο σερφάρει το Χρηματιστήριο Αθηνών.
Από τα «υπερθετικά» δεδομένα του Χρηματιστηρίου δε θα μπορούσαν να απουσιάζουν οι υψηλές μερισματικές αποδόσεις των μετοχών του τραπεζικού κλάδου, οι οποίες σε απόλυτους αριθμούς θα φτάσουν τα 2 δισ. ευρώ για την οικονομική χρήση του προηγούμενου έτους.
Τα επιχειρηματικά σχέδια της ΔΕΗ και του ΟΤΕ και οι νέες τιμές – στόχοι που θέτουν οι χρηματιστηριακοί αναλυτές, τοποθετούν και τις συγκεκριμένες μετοχές στο παζλ της αναμενόμενης ανόδου μετά από τη διάσπαση του επιπέδου των 1520 μονάδων του Γενικού Δείκτη.
Το μοναδικό ερώτημα για το ανοδικό ξέσπασμα της αγοράς παραμένει η ενεργοποίηση εγχώριων κεφαλαίων και η προσέλκυση νέων από το εξωτερικό. Διότι το μοντέλο «αγοράζω εγώ - πουλάς εσύ», σε μια κλειστή κοινότητα 20.000 επενδυτών, δεν είναι διατηρήσιμο για μεγάλο χρονικό διάστημα.
Σε κεφάλαια από το εξωτερικό βασίζεται εν πολλοίς και το ανοδικό σενάριο της εγχώριας πραγματικής οικονομίας. Με τους ρυθμούς ανάπτυξης να ακολουθούν τις εισροές από το RRF, το οποίο συνηθίζουμε να αποκαλούμε ως Ταμείο Ανάκαμψης.
Εδώ όμως υπάρχει η εξής ειδοποιός διαφορά. Στο Χρηματιστήριο Αθηνών ο χρόνος κυλάει υπέρ των επενδυτών, αφού τα θεμελιώδη οικονομικά δεδομένα των εισηγμένων εταιρειών ακολουθούν ανοδική τροχιά. Αντιθέτως, στην πραγματική οικονομία, ο χρόνος δεν είναι σύμμαχος, αλλά εχθρός.
Διότι έχουμε μπροστά μας 18 μήνες ζωής του Ταμείου. Και μέσα σε αυτό το χρονικό παράθυρο ευκαιρίας, θα πρέπει να καταφέρουμε να εξασφαλίσουμε όλα τα εναπομείνοντα κεφάλαια που αντιστοιχούν στην Ελλάδα. Και ακολούθως να τα αντλήσουμε και να τα επενδύσουμε στην οικονομία. Έτσι ώστε να παραμείνουν οι ρυθμοί ανάπτυξης υψηλοί.
Πέρα από τον συγκεκριμένο χρονικό περιορισμό, υπάρχει και ποιοτικός περιορισμός. Εάν οι ευρωπαϊκοί πόροι οι οποίοι εξασφαλίζονται, δεν επενδυθούν σωστά και δεν κατευθυνθούν σε κρίσιμες και σημαντικές επενδύσεις, αλλά διοχετευτούν σε παροχές, σε επιδοτήσεις και σε ενέργειες που δε γεννούν πραγματικές υπεραξίες, τότε υπάρχει πρόβλημα.
Όπως προαναφέραμε οι επενδύσεις έχουν αυξηθεί χάρη και στο RRF. Οπότε όταν τα χρήματα αυτά τελειώσουν, ποιος θα συνεχίσει να ωθεί την ανάπτυξη; Τι θα γίνει με την οικονομία;
Φτάνει τότε η στιγμή να αρχίσουν να αποδίδουν οι επενδύσεις που έχουν πραγματοποιηθεί. Η στιγμή που θα αποδειχθεί κατά πόσον οι επενδύσεις των κεφαλαίων του RRF ήταν παραγωγικές ή όχι.
Και τότε είναι που θα κριθεί το εάν οι ρυθμοί ανάπτυξης της Ελλάδας θα συνεχίσουν την ανοδική τους πορεία, ή θα επιβραδυνθούν ή θα περάσει η χώρα σε περιβάλλον ύφεσης. Στο θετικό σενάριο οι επενδύσεις αυτές θα έχουν αποδώσει, θα έχει επιταχυνθεί η δυναμική της οικονομίας, θα έχουν αυξηθεί οι εξαγωγές και θα έχουν μειωθεί οι εισαγωγές. Στο αντίθετο αρνητικό σενάριο, θα αποδειχθεί ότι οι επενδύσεις δεν ήταν παραγωγικές, ότι τα χρήματα διοχετεύτηκαν σε επιδόματα, σε «μπαλώματα» και στην κατανάλωση, οπότε η ανάπτυξη θα φρενάρει και το εμπορικό έλλειμμα θα παραμείνει το τρωτό σημείο της ελληνικής οικονομίας.
Με δυο λόγια θα μπορούσαμε να πούμε ότι το ζήτημα για την άνοδο του Χρηματιστηρίου είναι η προσέλκυση κεφαλαίων, ενώ το ζήτημα για τη συνέχιση της ανάπτυξης της οικονομίας είναι η παραγωγική επισφράγιση των πόρων που εισρέουν από το RRF.