Η διατήρηση των 1.200 μονάδων και τα περιθώρια ανόδου
Eurokinissi
Eurokinissi
Χρηματιστήριο Αθηνών

Η διατήρηση των 1.200 μονάδων και τα περιθώρια ανόδου

Ο Γενικός Δείκτης του Χρηματιστηρίου Αθηνών έχει υπερδιπλασιάσει την τιμή του από τις αρχές του 2019 μέχρι σήμερα. Από τις 611 μονάδες έφτασε τις 1250 μονάδες. Ήταν μια κίνηση με σκαμπανεβάσματα, με τοπικές κορυφές και βυθίσεις. Με τη μεγαλύτερη από αυτές να είναι τον Μάρτιο του 2020, όταν εν μέσω της πανδημίας ο ΓΔ είναι γράψει το 4 μπροστά του.

Η άνοδος αυτή βασίστηκε τόσο σε προσδοκίες, όσο και σε αποτελέσματα. Οι μεγάλες προσδοκίες χωρίζονταν σε δυο κατηγορίες. Στις πολιτικές και στις οικονομικές. 

Οι πολιτικές προσδοκίες αφορούσαν τα αποτελέσματα των κοινοβουλευτικών εκλογών του 2019 και πολύ μετέπειτα του 2023. Αφορούσαν το ξετύλιγμα ενός μίγματος κυβερνητικής πολιτικής φιλικού προς τις επενδύσεις, προς τις ιδιωτικοποιήσεις, προς το άνοιγμα των αγορών, προς τη μείωση της φορολογίας, προς τις μεταρρυθμίσεις, προς την ψηφιακή και ενεργειακή μετάβαση και προς την αλλαγή του καρκινώματος της χώρας που ονομάζεται δημόσιος τομέας. 

Οι οικονομικές προσδοκίες αφορούσαν την ανάπτυξη, τη δημοσιονομική ισορροπία, τη σταθεροποίηση του τραπεζικού συστήματος, τη μείωση των μη εξυπηρετούμενων δανείων, τη μεγέθυνση των επιχειρήσεων, την αύξηση της κερδοφορίας των εισηγμένων εταιρειών, την ύπαρξη deals, τη συνεχή αναβάθμιση της οικονομίας και των επιχειρήσεων από τους οίκους αξιολόγησης, την ανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας, καθώς και την αποεπένδυση του Ταμείου Χρηματοπιστωτικής Σταθερότητας από τις συστημικές τράπεζες.

Πού βρισκόμαστε σήμερα; Στα αποτελέσματα. Στις 1.250 μονάδες του Γενικού Δείκτη που έχουν ενσωματώσει την τρέχουσα πολιτική και οικονομική κατάσταση. Έχουν ενσωματώσει το γεγονός ότι υπάρχει πολιτική σταθερότητα, με μια ισχυρή κυβέρνηση και μια εντελώς αδύναμη αντιπολίτευση. Επομένως, με πολιτικούς όρους το Χρηματιστήριο κινείται εν μέσω ιδανικών συνθηκών. Οι 1250 μονάδες του Γενικού Δείκτη έχουν ενσωματώσει παράλληλα την ανάκτηση της επενδυτικής βαθμίδας όσον αφορά το αξιόχρεο της χώρας, την επιτυχημένη αποεπένδυση του ΤΧΣ από την Εθνική Τράπεζα, την Alpha Bank και την Eurobank, τις αναβαθμίσεις των χρηματοοικονομικών δεδομένων των τραπεζών. Και το κυριότερο, την προσέλευση νέων επενδυτών και νέων κεφαλαίων.

Η ολοκλήρωση της ιδιωτικοποίησης της Alpha Bank με την UnitCredit να αποκτά τελικά το 9,6% των μετοχών της πρώτης και η επιτυχής διάθεση του 22% των μετοχών της Εθνικής Τράπεζας μέσω placement που υπερκαλύφθηκε κατά 8,1 φορές, συγκεντρώνοντας κεφάλαια 8,4 δισ. ευρώ, με την τιμή να «κλειδώνει» στα 5,3 ευρώ και τους επενδυτές να οδηγούν τη μετοχή της στα 6,12 ευρώ την Παρασκευή, είναι από μόνα τους γεγονότα που αλλάζουν το status quo του Χρηματιστηρίου Αθηνών.

Πώς βλέπει άραγε οι ξένοι θεσμικοί επενδυτές σήμερα το Χρηματιστήριο μας;

Βλέπουν πως έχει μειωθεί το ρίσκο συμμετοχής στην ελληνική οικονομία, αφού μετά από 13 χρόνια, τα ομόλογα του ελληνικού δημοσίου βγαίνουν από την κατηγορία των junk bonds. Βλέπουν τις τράπεζες να έχουν γυρίσει σε ισχυρές και διατηρήσιμες κερδοφορίες και να είναι έτοιμες να διανείμουν μερίσματα στους μετόχους τους. Και βλέπουν ταυτόχρονα τις μεγαλύτερες σε κεφαλαιοποίηση εταιρείες να μεγαλώνουν, συγκεντρώνοντας το ενδιαφέρον των ξένων θεσμικών επενδυτών, όπως είναι Fidelity, Blackrock, Lazard, Norges Bank Asset Management, Allianz, Capital Group, GIS, Romerco, IRWS, Wellington που πρωτοστάτησαν στο book building της Εθνικής Τράπεζας.

Βλέπουν ότι οι καλές ειδήσεις δεν έχουν εξαντληθεί, αφού αναμένεται η κρίση από τον Fitch εντός του 2023 και από τη Moody’s μέσα στους πρώτους μήνες του 2024. Αναμένεται η πλήρης ιδιωτικοποίηση της Τράπεζας Πειραιώς με τη διάθεση του 27% που βρίσκεται στα χέρια του ΤΧΣ. Αναμένεται η είσοδος του Διεθνούς Αερολιμένα Αθηνών στο Χρηματιστήριο και η αλλαγή της μετοχικής σύνθεσης της HelleniQ Energy (Ελληνικά Πετρέλαια) με τη διάθεση μετοχών τόσο από το ΤΑΙΠΕΔ όσο και από τον Όμιλο Λάτση. 

Βλέπουν παράλληλα ότι όλοι οι διεθνείς οργανισμοί και οι οικονομικοί αναλυτές εκτιμούν πως θα υπάρξει υπεραπόδοση της οικονομίας και μέσα στο 2024, χωρίς προβλήματα στο δημοσιονομικό μέτωπο. Η UBS εκτιμά ότι το ΑΕΠ για το 2024 θα βρίσκεται στο +3% και η Morgan Stanley στο +2,3%. H Ευρωπαϊκή Επιτροπή στο +2,3% και το ΔΝΤ στο +2%.

Δηλαδή οι ξένοι θεσμικοί επενδυτές βλέπουν ότι Χρηματιστήριο δικαιούται απολύτως δικαιολογημένα να πλησιάσει και να υπερβεί τα προηγούμενα υψηλά του, των 1345,95 μονάδων. Γι’ αυτό άλλωστε και αγοράζουν τη μετοχή της Εθνικής Τράπεζας σε τιμές αυξημένες κατά +44% και τη μετοχή της Alpha Bank κατά +35% από τις αντίστοιχες τιμές που είχαν οι μετοχές στις αρχές του 2023. 

Είναι όμως οι 1.200 μονάδες ένα επαρκές επίπεδο αναφοράς και στήριξης; Μπορεί να κινδυνεύσει;

Κατ’ αρχάς ύστερα από τη βύθιση στις 1105 μονάδες στις 9/10, ο ΓΔ με ευκολία επέστρεψε στους επενδυτές ένα σχεδόν +15% στους επενδυτές. Οι 1200 μονάδες είναι το επίπεδο που είχε ήδη δοκιμαστεί ιδιαίτερα, όταν οι ξένες αγορές και κυρίως ο S&P δεχόταν πιέσεις για να υποχωρήσει κάτω από τις 4100 μονάδες, κάτι που δεν επετεύχθη και ο S&P επέστρεψε σχετικά εύκολα στις 4514 μονάδες.

Το σκηνικό των επιτοκίων παραμένει σταθερό με τη Fed και την ECB να συγκρατιούνται για περαιτέρω αυξήσεις, καθώς τα υψηλά δημόσια χρέη μεγάλων και μικρών οικονομιών, τόσο στις μητροπόλεις όσο και στην περιφέρεια, θα οδηγούσαν σε αρνητικές παρενέργειες. 

Ο περιορισμός των γεγονότων στη Μέση Ανατολή μέσα στα όριο της Λωρίδας της Γάζας, η αποφυγή εμπλοκής του Ιράν και οι σταθερές τιμές του πετρελαίου, προς το παρόν φαίνεται να εφησυχάζουν τους επενδυτές.

Με βάση τα ανωτέρω δεδομένα, οι 1250 μονάδες αποτελούν ένα ικανό εφαλτήριο που θα δώσει την ευκαιρία στους ταύρους να κυνηγήσουν επενδυτικές ευκαιρίες, και παράλληλα οι 1200 μονάδες αποτελούν ένα δίχτυ ασφαλείας το οποίο για να προσεγγισθεί, θα πρέπει να επιβαρυνθεί το σε σημαντικό βαθμό το τρέχον περιβάλλον γεωπολιτικής και οικονομικής ισορροπίας.