Το τέλος Φεβρουαρίου σηματοδοτεί το τέλος του January effect, μιας περιόδου ανοδικών τάσεων στις αγορές που εκκινεί προς το μέσο Δεκεμβρίου, όπου η επενδυτική κοινότητα προσδιορίζει τη στάση της απέναντι στα στοιχήματα της νέας χρονιάς. Η έλευση του Μαρτίου είναι το πρώτο crash test για αυτήν τη στάση: Οι γρήγορες αποδόσεις των πρώτων δύο μηνών της χρονιάς λειτουργούν ως δέλεαρ για τους διαχειριστές που κλειδώνουν αποδόσεις εξασφαλίζοντας το πρώτο θετικό αποτέλεσμα για τα χαρτοφυλάκια τους.
Ο Μάρτιος για τους Αρχαίους Ρωμαίους είναι ο μήνας του πολέμου και ο χαρακτηρισμός του ταιριάζει με τη συμπεριφορά που έχει ο Γενικός Δείκτης τα προηγούμενα 25 χρόνια: Μόλις 8 φορές έχει καταφέρει να κλείσει με θετικό πρόσημο, ενώ η μέση μηνιαία απόδοση είναι αρνητική κατά 2,2%, δεύτερη χειρότερη πίσω από τον Ιούνιο που χάνει κατά μέσο όρο 2,6%. Στο πολύ πρόσφατο παρελθόν οι δύο προηγούμενες χρονιές ήταν αρνητικά φορτισμένες από την επίδραση του πολέμου στην Ουκρανία (-1,4%) και το δυστύχημα στα Τέμπη (-6,6%) ενώ το 2020 η πανδημία του Covid-19 οδήγησε σε συντριπτικές απώλειες 22,5%.
Παρόλα αυτά οι παραδόσεις είναι για σπάνε: Μέσα στον μήνα τρέχουν σημαντικές εξελίξεις σε μίκρο και μάκρο επίπεδο που μπορούν να αλλάξουν τα δεδομένα. Ξεκινώντας από την Τράπεζα Πειραιώς, είναι σχεδόν κοινή αντίληψη της Αγοράς ότι μετά τις 15 Φεβρουαρίου η αγορά μπήκε σε μια κατάσταση αναμονής. Η αναμονή δεν έχει να κάνει τόσο με την άρνηση του ΧΑ να κινηθεί πιο ζωηρά ακολουθώντας τα ρεκόρ του εξωτερικού, όσο με τη διακράτηση ρευστότητας και αποφυγή κινήσεων από την πλειοψηφία των εγχώριων χαρτοφυλακίων με στόχο την εξασφάλιση της μεγαλύτερης δυνατής κατανομής από τη συμμετοχή στο placement των μετοχών που ξεκινάει τη Δευτέρα.
Η ολοκλήρωση της Δημόσιας Προσφοράς θα απελευθερώσει δυνάμεις και μέρος των διαθεσίμων θα διοχετευθεί σε μετοχές. Σύμμαχος σε αυτήν την κίνηση θα είναι και τα εταιρικά αποτελέσματα του 2023 τα οποία στην αμέσως επόμενη εβδομάδα από την ολοκλήρωση της Δημόσιας Προσφοράς (4-6 Μαρτίου) περιλαμβάνουν 8 εταιρίες του FTSE-25 που θα διαμορφώσουν κλίμα και ενδεχομένως να διαφοροποιήσουν θετικά την ελληνική Αγορά.
Αμέσως μετά (15/3) η Moody’s θα επικαιροποιήσει την αξιολόγηση της για την ελληνική οικονομία. Είναι ο μοναδικός αξιολογητής που υπολείπεται της επενδυτικής βαθμίδας και σίγουρα μια θετική ετυμηγορία δεν θα περάσει απαρατήρητη από τα ομόλογα και των τραπεζικό κλάδο. Ενδεχομένως και η δημοσιοποίηση των στοιχείων για την πρώτη εκτίμηση του ΑΕΠ το 2023 νωρίτερα στις 7 Μαρτίου να υποστηρίξει πιο ένθερμα μια θετική άποψη ώστε και οι τέσσερις οίκοι να ευθυγραμμιστούν στο επενδυτικό αξιόχρεο.
Σημείο αναφοράς για το σύνολο των αγορών είναι η συνεδρίαση της FED για την νομισματική πολιτική στις 20 Μαρτίου. Οι προσδοκίες όπως εκφράζονται στα παράγωγα του CME δεν αναμένουν μεταβολή ωστόσο στην ανακοίνωση και τη συνέντευξη που θα συνοδεύει την απόφαση θα αναζητηθεί μια πιο σαφής εικόνα στο πόσο κοντά βρισκόμαστε για την αντιστροφή της πορείας των επιτοκίων.
Στο γεωπολιτικό πεδίο οι ενεργειακές τιμές βρίσκονται σε ύφεση ενώ μια εκεχειρία στη Μ. Ανατολή ενδεχομένως να οδηγήσει σε μεγαλύτερη αποκλιμάκωση των τιμών και την αποκατάσταση των προβλημάτων που παρατηρούνται στην εφοδιαστική αλυσίδα.
Στις μόλις 18 συνεδριάσεις του Μαρτίου υπάρχει επομένως σφιχτή ατζέντα γεγονότων πριν το Καθολικό Πάσχα (31/3) και μεσοπρόθεσμοι καταλύτες που ανοίγουν το δρόμο για ανοδικές αναθεωρήσεις. Και μέχρι στιγμής στο 2024 η Ελληνική Αγορά έχει φανεί απόλυτα συνεπής με τις αρχικές προσδοκίες (placements, κερδοφορία, ενδιαφέρον ξένων) πηγαίνοντας ένα βήμα παρακάτω. Το όλον βγάζει μια αισιοδοξία.