Τα πακέτα που αλλάζουν χέρια, η δίψα για τραπεζικές μετοχές και ο δρόμος για νέα υψηλά
Shutterstock
Shutterstock
Χρηματιστήριο Αθηνών

Τα πακέτα που αλλάζουν χέρια, η δίψα για τραπεζικές μετοχές και ο δρόμος για νέα υψηλά

Όσο λογική και αναμενόμενη να είναι μία σημαντική διόρθωση στην ελληνική χρηματιστηριακή αγορά, αυτή ακόμα δε φαίνεται έτοιμη να ξεκινήσει. Ακόμα και όταν σημαντικά πακέτα μετοχών προς πώληση εμφανίζονται στον τραπεζικό κλάδο, ο οποίος εδώ και μήνες έχει αναλάβει τον ρόλο του οδηγού στο Χρηματιστήριο Αθηνών, η αγορά δείχνει σε γενικές γραμμές ανθεκτική.

Τελευταίο παράδειγμα είναι αυτό της Παρασκευής, όπου ένας από τους μέχρι τώρα πιο σημαντικούς ιδιώτες επενδυτές στη μετοχή της Alpha Bank, ο Αμερικανός Τζον Πόλσον, αποφάσισε να διαθέσει το τελευταίο μέρος της συμμετοχής του στην αγορά μέσω πώλησης του σχετικού πακέτου. Παρά το γεγονός πως η μετοχή της τράπεζας έχει κάνει μία πολύ σημαντική ανοδική κίνηση μέσα στις τελευταίες εβδομάδες, το πακέτο των 53 εκατομμυρίων μετοχών βρήκε αμέσως αγοραστές με πολύ μικρή έκπτωση σε σχέση με την τιμή κλεισίματος της προηγούμενης ημέρας. Οι μετοχές πουλήθηκαν στα 2,225 ευρώ, 3,26%
χαμηλότερα από το κλείσιμο των 2,3 ευρώ της συνεδρίασης της Πέμπτης 20ης Μαρτίου.

Μάλιστα, η τιμή της στο χρηματιστηριακό ταμπλό δεν έφθασε μέχρι την τιμή του πακέτου και κατέβηκε μέχρι τα 2,245 ευρώ, πριν κλείσει τελικά στα 2,282 ευρώ με απώλειες μόλις 0,78%. Και αυτό μέσα σε μία χρηματιστηριακή συνεδρίαση χωρίς μεγάλο κέφι, καθώς την ίδια ώρα τα ευρωπαϊκά χρηματιστήρια σημείωναν πτώση της τάξης του 1% και επιβάρυναν το κλίμα στο Χ.Α. Πολύ εύκολα είχαν απορροφηθεί και τα 57 εκατομμύρια μετοχές Alpha Bank που είχε πουλήσει ο ίδιος επενδυτής, πάλι σε πακέτο, πριν 17 μέρες στην τιμή των 1,92 ευρώ.

Κάτι αντίστοιχο είχε γίνει και στο τέλος του Φεβρουαρίου όταν ο Πόλσον, ο οποίος κατέχει ακόμα περίπου το 14% των μετοχών αυτής της τράπεζας, είχε πουλήσει 35 εκατομμύρια μετοχές της Τράπεζας Πειραιώς στην τιμή των 4,58 ευρώ, με την μετοχή να βρίσκεται τώρα στα 5,218 ευρώ. Ανθεκτικότητα στις πωλήσεις πακέτων έδειξε και η Eurobank.

Στο τέλος του Ιανουαρίου, ο βασικός μέτοχος της τράπεζας, η καναδική Fairfax, είχε πουλήσει πακέτο 76,7 εκατομμυρίων μετοχών στα πλαίσια μίας πώλησης που έγινε περισσότερο για λόγους συμμόρφωσης με ορισμένους εποπτικούς κανόνες και λιγότερο γιατί η Fairfax ήθελε να μειώσει τη συμμετοχή της. Η πώληση αυτή είχε γίνει στην τιμή των 2,33 ευρώ και η μετοχή βρίσκεται τώρα στα 2,59, κάτι που δείχνει πως το αγοραστικό ενδιαφέρον που έχει εκδηλωθεί για τον τραπεζικό κλάδο από την αρχή του 2025 παραμένει αμείωτο και πως πωλήσεις τέτοιου τύπου αντιμετωπίζονται από τους μεγάλους διεθνείς επενδυτές σαν ευκαιρία αύξησης των θέσεων τους σε ελληνικές τραπεζικές μετοχές χωρίς να αναγκάζονται να ανεβάζουν μόνοι τους τις τιμές.

Το μεγάλο ενδιαφέρον για τις ελληνικές τράπεζες φαίνεται καθαρά τις τελευταίες εβδομάδες και από τα μηνύματα που έρχονται από το εξωτερικό, μέσω των συνεχών αναβαθμίσεων των τιμών στόχων για τις μετοχές τους από τους χρηματιστηριακούς αναλυτές των μεγάλων διεθνών επενδυτικών τραπεζών. Φαίνεται επίσης και από την πολύ μεγάλη συμμετοχή των θεσμικών επενδυτών στην εκδήλωση που διοργάνωσε στο Λονδίνο την προηγούμενη εβδομάδα η αμερικανική επενδυτική τράπεζα Morgan Stanley.

Αναφερόμαστε στο Morgan Stanley European Financials Conference, μία εκδήλωση που γίνεται κάθε χρόνο τέτοια εποχή εδώ και 21 χρόνια και δίνει την ευκαιρία στους χρηματιστηριακούς αναλυτές και τους θεσμικούς επενδυτές να έρθουν σε επαφή με τους εκπροσώπους επιχειρήσεων από την παγκόσμια χρηματοοικονομική βιομηχανία. Σύμφωνα με τα ρεπορτάζ του οικονομικού Τύπου, οι ελληνικές «αντιπροσωπείες» συνομίλησαν με πλήθος θεσμικών επενδυτών και χρηματιστηριακών αναλυτών, οι οποίοι έδειξαν μεγάλο ενδιαφέρον για τις προοπτικές τους και ήταν ήδη πολύ καλά ενημερωμένοι για τις μέχρι στιγμής επιδόσεις τους. Από τις ανταποκρίσεις από το Λονδίνο, είναι φανερό πως έχει αυξηθεί πολύ και το ενδιαφέρον των Αμερικανών θεσμικών επενδυτών για τις ελληνικές τραπεζικές μετοχές. Όχι μόνο στα πλαίσια της γενικότερης επιστροφής τους προς τα ευρωπαϊκά χρηματιστήρια αλλά και ανεξάρτητα από αυτήν.

Το γεγονός πως οι τράπεζες σέρνουν τον χορό στο Χρηματιστήριο Αθηνών δε σημαίνει πως απουσιάζει το ενδιαφέρον και για μετοχές από άλλους κλάδους. Καθώς έχουμε μπει στην περίοδο της δημοσίευσης των οικονομικών αποτελεσμάτων του 2024 για τις περισσότερες εισηγμένες εταιρείες (οι τράπεζες έχουν ήδη κάνει τις δικές τους ανακοινώσεις εδώ και μερικές εβδομάδες), έχει ήδη φανεί πως οι μεγάλοι θεσμικοί επενδυτές είναι έτοιμοι να κινηθούν δυναμικά όταν έρθουν καλά νέα. Το πρώτο σχετικό παράδειγμα το είδαμε τον Φεβρουάριο, όταν τα καλά νέα της Coca Cola Hellenic έφεραν μία πολύ σημαντική άνοδο στη μετοχή της (και ανοδική ώθηση στους χρηματιστηριακούς δείκτες).

Ένα δεύτερο παράδειγμα είχαμε την εβδομάδα που μας πέρασε με την αντίστοιχη ανακοίνωση από τον ΟΠΑΠ, η οποία έγινε μετά το κλείσιμο της αγοράς το απόγευμα της Τετάρτης. Τα καλά νέα που ακούστηκαν έφεραν άνοδο σχεδόν 6% στις επόμενες δύο ημέρες και ανέβασαν τη μετοχή της επιχείρησης στο ψηλότερο σημείο της από το 2009. Δύο ημέρες πριν, είχαμε την αντίστοιχη ανακοίνωση από την Αεροπορία Αιγαίου, με τα νέα να είναι καλύτερα από τα αναμενόμενα. Έτσι, η μετοχή της εταιρείας ανέβηκε κατά 12,6% τις επόμενες τέσσερις ημέρες της εβδομάδας. Αξιοσημείωτη ήταν η αντίδραση των επενδυτών απέναντι στην Attica Bank, καθώς από την ημέρα που ανακοινώθηκαν τα αποτελέσματά της για το 2024, δηλαδή στις 10 Μαρτίου, η μετοχή της τράπεζας έχει σημειώσει άνοδο μεγαλύτερη από 15%, βοηθούμενη και από την αναβάθμιση της αξιολόγησής της από τον διεθνή οίκο Moody’s.

Εκτός από το μεγάλο ενδιαφέρον για τις τράπεζες και τις ευχάριστες εκπλήξεις από άλλες μεγάλες επιχειρήσεις, η επενδυτική ζήτηση για την ελληνική χρηματιστηριακή αγορά έχει ενισχυθεί και από την αναβάθμιση της πιστοληπτικής ικανότητας του ελληνικού δημοσίου από τον οίκο Moody’s.

Το γεγονός πως και ο πιο απαιτητικός οίκος ανέβασε την Ελλάδα στην επενδυτική βαθμίδα δεν έχει μόνο συμβολική αλλά και ουσιαστική σημασία και «ξεκλειδώνει» δυνητικές επενδύσεις αρκετών δισεκατομμυρίων ευρώ, κυρίως σε ομόλογα του Ελληνικού Δημοσίου αλλά και σε μετοχές ελληνικών επιχειρήσεων. Πέρα από αυτό δε, είναι πολύ πιθανόν να συμβάλει και στην επιτάχυνση των διαδικασιών για την επιστροφή του Χρηματιστηρίου Αθηνών στις ανεπτυγμένες αγορές.

Και σε γενικό λοιπόν επίπεδο, με τα θετικά νέα για την αξιολόγηση της χώρας και τα δυνητικά νέα για την κατάταξη του Χρηματιστηρίου Αθηνών και σε ειδικό, με το πολύ ζωηρό αγοραστικό ενδιαφέρον για τις μετοχές των τραπεζών και κάθε μεγάλης εισηγμένης εταιρείας που εκπλήσσει ευχάριστα τους επενδυτές, υπάρχουν σοβαρές προϋποθέσεις για τη συνέχιση της ανόδου που έχει ξεκινήσει από την αρχή του χρόνου για την ελληνική χρηματιστηριακή αγορά. Αρκεί να μην «πέσει ο διεθνής χρηματιστηριακός ουρανός στο κεφάλι μας», όπως ίσως να έλεγε ο αρχηγός του γνωστού γαλατικού χωριού.