Η δέσμευση του πρωθυπουργού, ότι στη δεύτερη τετραετία, η κυβέρνηση θα κάψει όλη της τη βενζίνη για να αυξήσει τους μισθούς, προκαλεί ένα μικρό μούδιασμα σε όσους δεν είναι θιασώτες της θεωρίας Αχτσιόγλου, ότι προϋπόθεση για την ανάπτυξη είναι η αύξηση των μισθών.
Δεν ανησυχούμε μήπως κάποιοι από το οικονομικό επιτελείο της κυβέρνησης υιοθέτησαν τις θέσεις ΣΥΡΙΖΑ, αφού πρώτα διάβασαν τη συζήτηση των οικονομολόγων για το «wageledgrowth», όπως είχε συμβουλέψει «τους ενοίκους του Μαξίμου», η νυν υπεύθυνη των οικονομικών της Κουμουνδούρου.
Η προεκλογική χρησιμότητα της υπόμνησης του Κ. Μητσοτάκη, ότι μια νέα κυβερνητική θητεία θα οδηγήσει σε αύξηση του εισοδήματος των εργαζομένων - όχι μέσω της μείωσης της φορολογίας όπως γίνεται κατά βάση σήμερα - αλλά με καθαρές αυξήσεις, μην γελιόμαστε, είναι προφανής.
Την ίδια στιγμή όμως, είναι εξίσου προφανές, ότι η διαχείριση και υλοποίηση των προεκλογικών εξαγγελιών της πρώτης τετραετίας αποτελούν ένα σημαντικό εχέγγυο, ότι η δέσμευση δεν θα μείνει κενό γράμμα, αλλά ούτε - προκειμένου να υλοποιηθεί - κάποιοι θα τινάξουν στον αέρα τη βασική αρχή της φιλελεύθερης οικονομίας, που λέει σε απλά ελληνικά πως το βόδι είναι η ανάπτυξη και το κάρο οι μισθοί.
Η αναγκαιότητα να ενισχυθούν τα εισοδήματα των εργαζόμενων είναι αδήριτη. Ιδίως για μια σειρά από κλάδους και κατηγορίες εργαζομένων των οποίων ο μόχθος, είναι δυσανάλογος των απολαβών τους, ή το λειτούργημά τους, επιβάλλει διαφορετική μισθολογική αντιμετώπιση από την πολιτεία.
Η αναγκαιότητα αυτή, έγινε -εννοείται- ακόμη επιτακτικότερη μέσα στην κόλαση του πληθωρισμού που εκτινάσσει το κόστος ζωής για όλους, αλλά πλήττει αφόρητα τους ευάλωτους. Η έμμεση και ισχυρή στήριξη του εισοδήματος - την οποία σημειωτέον λαμβάνει για τους γνωστούς λόγους, μια μεγάλη μερίδα πολιτών που δεν θα έπρεπε - υποτιμάται, όχι μόνο από τους πολιτικούς αντιπάλους της κυβέρνησης, αλλά και από όσους την λαμβάνουν.
Η κυβέρνηση και ο ίδιος ο πρωθυπουργός μας έχουν προϊδεάσει, ότι έχουν στο μυαλό τους το μισθολόγιο των δημοσίων υπαλλήλων, των γιατρών και των εκπαιδευτικών, όταν μιλούν για την επόμενη μεγάλη πρόκληση της τετραετίας, ως προς το σκέλος ενίσχυσης των εισοδημάτων.
Όλων οι μισθοί;
Χωρίς την καθιέρωση ενός συστήματος επιβράβευσης σε όσους κάνουν τη δουλειά τους συνεπέστερα και καλύτερα από τους άλλους;
Για να δικαιολογήσω το ερώτημα θα περιγράψω την τελευταία εμπειρία στο γκισέ μιας δημόσιας υπηρεσίας η οποία στο πλαίσιο του ψηφιακού εκσυγχρονισμού έχει κάνει θαύματα. Πολίτης φτάνει με ραντεβού μπροστά στο γκισέ Παρασκευή πρωί. Καλημερίζει σχεδόν απολογούμενος γιατί ενοχλεί που θέτει το αίτημα του στον κύριο που βρίσκεται πίσω από το κιγκλίδωμα. «Τώρα ανακάλυψες ότι σου λείπουν αυτά τα χαρτιά από το ’96» κεραυνοβολεί τον πολίτη ο οποίος διαθέτει εξαιρετικά αντανακλαστικά και καλή διάθεση.
«Συγνώμη με μαλώνετε;» απαντά στον υπάλληλο που δεν περιμένει την αντίδραση. Προς στιγμή ο υπάλληλος τον «ζυγίζει» και στη συνέχεια περιγράφει ενοχλημένος τη διαδικασία - την οποία ο πολίτης έχει εξηγήσει ότι την έχει κάνει ήδη - και στο τέλος τον παραπέμπει σε ένα αντίστοιχο γραφείο, σε μια περιοχή της Αττικής. Μια διακριτική γυναικεία φωνή από ένα γραφείο πίσω του προσφέρεται να βοηθήσει. Μετακινείται μπροστά στον υπολογιστή και ακριβώς σε δύο λεπτά βρίσκει όλα τα στοιχεία και δίνει στον πολίτη όλες τις απαντήσεις που ζητούσε.
Το μισθολόγιο στο δημόσιο είναι όντως μια τεράστια πρόκληση. Υπό την έννοια ότι πρέπει κάποια στιγμή σύντομα ελπίζουμε να βρεθούν τα εργαλεία και οι τρόποι μιας καθαρής και έντιμης αξιολόγησης για το ποιος κάνει τη δουλειά και ποιος κάνει ότι δουλεύει.