Ο Κώστας Καραμανλής κέρδισε τις εκλογές του 2004 με το θηριώδες 45,3% υποσχόμενος μεταξύ άλλων και την «επανίδρυση του κράτους».
Είχε το προφίλ του μετριοπαθούς πολιτικού και σημαντική ανοχή – αν όχι αποδοχή – από μεγάλο κομμάτι της Αριστεράς που τον έβλεπε με συμπάθεια.
Και ενώ υπήρχαν όλες οι προϋποθέσεις για μια επιτυχημένη θητεία, με πολιτικό κεφάλαιο αλώβητο, με ευνοϊκό διεθνές περιβάλλον και με κοινοτικό χρήμα να ρέει αφειδώς, ο ίδιος δεν ανταποκρίθηκε δυστυχώς στις προσδοκίες και απέτυχε παταγωδώς.
Στελέχωσε κατά βάση τις κυβερνήσεις του με ανθρώπους της λαϊκής Δεξιάς, προχώρησε σε δεκάδες χιλιάδες προσλήψεις στο Δημόσιο, δεν έκανε καμιά σχεδόν σημαντική μεταρρύθμιση και προέβη σε ελάχιστες μόνο ιδιωτικοποιήσεις με κυριότερη αυτή της Ολυμπιακής και ενός μικρού μεριδίου του ΟΤΕ.
Η φθορά της κυβέρνησής του ήταν ταχύτατη, το 2007 έκανε πρόωρες εκλογές παίρνοντας οριακή μόνο πλειοψηφία και όταν η κατάσταση στην οικονομία ξέφυγε και φαινόταν πλέον μη διαχειρίσιμη, απέδρασε στην ουσία από την εξουσία, με νέες πρόωρες εκλογές το 2009, παραδίδοντας ένα εξωπραγματικό πρωτογενές έλλειμμα 24 δισ. αλλά και ένα χρέος 300 δισ. Η ήττα μάλιστα της Νέας Δημοκρατίας το 2009, ήταν η πιο ταπεινωτική της μέχρι τότε ιστορίας της (33,4%).
Έκτοτε και παρά το γεγονός ότι ήρθαν τα πάνω-κάτω και η χώρα πτώχευσε, ο ίδιος παρέμεινε σιωπηλός. Καμιά ανάληψη ευθύνης στο μέτρο τουλάχιστον που του αναλογούσε, καμιά ανάλυση των λαθών του, καμιά αυτοκριτική – ούτε καν η στοιχειώδης. Η μοναδική εξαίρεση ήταν μια αναιμική παρέμβαση στο δημοψήφισμα του ’15, που πέρασε όμως σχεδόν απαρατήρητη.
Και απεναντίας, πλήθος θεωριών συνωμοσίας που διακινούσαν φίλοι του – και τις οποίες ο ίδιος ουδέποτε διέψευσε – με κυρίαρχη ότι τον έριξε τάχα μεγάλη ξένη δύναμη γιατί δεν της έκανε τα χατίρια στα ενεργειακά. Παραμύθια δηλαδή για μικρά παιδιά και αφελείς.
Και μ' αυτά και μ' αυτά πέρασε μια περίπου 15ετια, με τον Καραμανλή πάντα βουλευτή, να κάθεται συνήθως στα ορεινά της βουλής και να αστειεύεται με βουλευτές όλων των κομμάτων λέγοντας ανέκδοτα. Ώσπου το βαρέθηκε κι αυτό και αποφάσισε ο ίδιος να αποστρατευτεί μην κατεβαίνοντας υποψήφιος στις εκλογές του ’23.
Και όλως περιέργως βλέπουμε από τότε έναν διαφορετικό Καραμανλή.
Λαλίστατο και ομιλούντα επί παντός του επιστητού. Πότε για τον γάμο των ομοφύλων, πότε ανησυχούντα για τα εθνικά θέματα, πότε για πολιτική και ιδεολογική αλλοτρίωση του κόμματος που ίδρυσε ο θείος του.
Με σκληρή συνήθως κριτική για την κυβέρνηση Μητσοτάκη για την οποία και αφήνει βαρύτατους υπαινιγμούς για υποχωρήσεις για τα εθνικά θέματα.
Λες και δεν ήταν ο Μητσοτάκης που διαχειρίστηκε εξαιρετικά την απόπειρα υβριδικής εισβολής στον Έβρο τον Μάρτιο του ’20 αλλά και την κρίση με το Ορούτς Ρέις το καλοκαίρι του ’21.
Λες και δεν ήταν ο Μητσοτάκης που εξοπλίζει τη χώρα σαν αστακό με τα Ραφάλ, τα αναβαθμισμένα F16 Viper, τα F35, τις φρεγάτες Belharra, τα ανθυποβρυχιακά ελικόπτερα, τα νέα σκάφη του Λιμενικού και πολλά άλλα.
Και λες και δεν ήταν ο Μητσοτάκης που έχει κατ’ επανάληψη δηλώσει το αυτονόητο, ότι η Ελλάδα, μια μόνο διαφορά αναγνωρίζει, αυτήν της οριοθέτησης της ΑΟΖ και της υφαλοκρηπίδας για την οποία και είναι διατεθειμένη να προσφύγει στη Χάγη.
Και διερωτάται κανείς, τι λιγότερο έκανε δηλαδή ο Μητσοτάκης από τον αείμνηστο εθνάρχη Καραμανλή. Που και στη Χάγη προσέφυγε – έστω μονομερώς – αλλά και το πρωτόκολλο της Βέρνης υπέγραψε με το οποίο δεσμεύτηκε ότι η χώρα δεν θα προχωρήσει σε έρευνες για υδρογονάνθρακες ακόμα και σε ελληνική δυνητικά υφαλοκρηπίδα, πριν από την τελική οριοθέτηση.
Και σε ό,τι αφορά την «ιδεολογική αλλοτρίωση» της Νέας Δημοκρατίας λόγω της σύμπραξης με τον Μητσοτάκη, πολιτικών από την εκσυγχρονιστική κεντροαριστερά, διερωτάται κανείς τι λιγότερο έκανε ο Κων/νος Καραμανλής το 1956 όταν απορρόφησε μεγάλο μέρος των τότε Φιλελευθέρων, τι λιγότερο έκανε το 1974 με την ένταξη στη ΝΔ πολλών στελεχών της προδικτατορικής Ένωσης Κέντρου, τι λιγότερο έκανε το 1978 με την προσχώρηση πολιτικών όπως ο Κων. Μητσοτάκης και ο Αθανάσιος Κανελλόπουλος.
Με τη λογική αυτή, άνετα κάποιοι θα κατηγορούσαν σήμερα και τον Κων/νο Καραμανλή για «πασοκοποίηση».
Δεν είναι σαφές γιατί ο Κώστας Καραμανλής αποφάσισε ξαφνικά να απασφαλίσει και ούτε είναι σωστό να μπει κανείς σε ψυχαναλυτικού τύπου ερμηνείες.
Πολλώ δε μάλλον που σε όλη την πενταετία Τσίπρα παρέμεινε σιωπηλός μην εκφράζοντας δυσαρέσκεια ακόμα κι όταν οι στενοί του συνεργάτες συνέπραξαν με τους Σύριζα/Ανελ. Ήταν η περίφημη «τρίτη και αθέατη συνιστώσα» κατά τον εύστοχο χαρακτηρισμό του Ε. Βενιζέλου.
Ο ιστορικός πάντως του μέλλοντος θα κρίνει ασφαλώς ψύχραιμα και νηφάλια τη συνεισφορά όλων αλλά και τις ευθύνες του καθ’ ενός στο μέτρο που τους αναλογεί.
Αλλά μέχρι τότε, δικαιούμαστε να κρίνουμε κι εμείς. Και να πούμε ότι αυτή η συμπεριφορά είναι ακατανόητη και αδικεί πρώτα απ’ όλα τον ίδιο.