Αρχηγοί των παραθύρων, κόμματα ευκαιρίας και άτακτοι των socials ορίζουν την ατζέντα της πολιτικής καθημερινότητας. Ακολουθούμενοι από όλους εκείνους που δεν πιστεύουν στις βασικές λειτουργίες της αστικής δημοκρατίας. Άλλοι, δεν πίστεψαν ποτέ στους θεσμούς που καθιέρωσε η μεταδικτατορική Δημοκρατία. Άλλοι, προτιμούσαν και προτιμούν διάφορες μορφές αυταρχικής διακυβέρνησης. Άλλοι, θέλουν να αλλάζουμε τις διεθνείς συμμαχίες μας κατά πώς «συμφέρει» στις δοξασίες τους. Όλα χωρίς αποδείξεις, αλλά με σαφείς ενδείξεις του εκάστοτε εντολέα και των ακολούθων τους.
Όλοι μαζί οι παραπάνω, προφανώς και δεν σέβονται τίποτε από το Σύνταγμα της χώρας. Βρέθηκε ο δασκαλάκος να το διατυπώσει καταφατικά: «Μήπως να πάρουμε τον Νόμο στα χέρια μας!»
Η αντίφαση σε παρόμοιες παραινέσεις «δασκάλων» της δημόσιας εκπαίδευσης είναι πρόδηλη: αν πάρουν κάτι στα χέρια τους, αυτό δεν θα είναι ο Νόμος. Ούτε πρόκειται να δικάσουν κάποιον. Να «κρεμάσουν ψηλά» θέλουν όσους είναι «στα ψηλά». Άντε να προλάβουν να κηρύξουν, δια σόσιαλ-βοής, ενόχους συγκάλυψης όσους κατά την κρίση τους προκάλεσαν το πολύνεκρο δυστύχημα. Τελεία, πάμε παρακάτω.
Η χώρα βουτά στον βούρκο μιας νέας μεγάλης κρίσης εμπιστοσύνης. Μόλις πριν δέκα χρόνια είχαμε κάνει το ίδιο. Τα αποτελέσματα ήσαν, τότε, τραγικά. Αυτή τη φορά θα είναι χειρότερα. Η ζητούμενη Τίσις, δεν χρειάζεται να είναι η κατά τον Νόμο Τιμωρία. Όπως ορίζει η αρχαία τραγωδία, πρέπει ο αντίπαλος-ένοχος να συντριβεί. Να καταστραφεί η ύλη των ατόμων που θα υποδείξει ο «δάσκαλος» υπό τις επευφημίες του χορού των συλλαλητηρίων.
Ο καθημερινός φασισμός ονειρεύεται να κυβερνήσει, αφού βεβαίως επιβάλει πρώτα τη φασιστική καθημερινότητα.
Ποια Δημοκρατία, ποια Δικαιοσύνη, ποιος νόμος! Ας λέμε τα πράγματα με το όνομά τους. Όλοι εκείνοι που εργαλειοποιούν τις δημοσκοπήσεις, διαστρέφουν κατά το δοκούν το εύρημα: όλοι θέλουμε και περιμένουμε περισσότερα και καλύτερα από τη Δικαιοσύνη, επειδή όμως αυτήν εμπιστευόμαστε περισσότερο από άλλες πηγές της εξουσίας. Μπορεί στις δημοσκοπήσεις να είμαστε όλοι στο ίδιο «καλάθι», αλλά δεν είμαστε πρόθυμοι να στρατευθούμε στον πολιτικό στόχο της... απονομιμοποίησης του δήθεν «σοβαρού» Φάμελλου
Αντί λοιπόν να περιμένει ο πρωθυπουργός πότε θα τα βρουν μεταξύ τους στην αντιπολίτευση για να εκφράσει η Βουλή τη δυσπιστία της, ας θέσει ο ίδιος στους 300 το θέμα εμπιστοσύνης στην κυβέρνηση. Την παρούσα ή την επόμενη, μικρή σημασία έχει. Αυτό που μετρά είναι να καταστεί σαφές ότι η Βουλή παραμένει εκφραστής της λαϊκής βούλησης και πηγή της νομιμότητας. Θα το χρειαστούμε στη μεγάλη σύγκρουση στην οποία, όσοι δεν εμπιστεύονται τη δημοκρατία μας, θέλουν να οδηγήσουν την κοινωνία μας με την είσοδο του Τόπου, σε δέκα μέρες, στη Σαρακοστή των αμαρτωλών.