Πότε θα πέσει ο πληθωρισμός;

Μη βιαστείτε να απαντήσετε «ποτέ»! Αν και με όσα συμβαίνουν είναι αναμενόμενη η απογοήτευση. Κατανοητή και η κυβερνητική «κολοπιλάλα»: όποιο μέτρο και να πάρει (και δεν είναι πως δεν κάνει ό,τι καλύτερο σκέφτεται) δεν καταφέρνει να πείσει. Αναμενόμενη και η αντικυβερνητική εμμονή, που περιμένει από την κυβέρνηση να πατήσει το «μαγικό» κουμπί και να διορθώσει, μόνη αυτή από ολόκληρο τον κόσμο, τα πράγματα.

Όμως, κάποια στιγμή, ο γενικός τιμάριθμος θα συγκρατηθεί. Ήδη άλλωστε πάει καλύτερα. Ο ελληνικός πληθωρισμός «τρέχει» με 2,4% σε ετήσιο ρυθμό όπως εκτίμησε τις προάλλες η ευρωπαϊκή Στατιστική, και είναι ο τρίτος καλύτερος της Ευρωζώνης. Η Ισπανία, που μας έχουν ζαλίσει οι εγχώριοι, τρέχει με 3,2% και όλη η Ευρωζώνη είναι δύο μονάδες υψηλότερα, με 4,3%. Αν δεν ήταν το (πολύ) μεγάλο πρόβλημα με τις τιμές των τροφίμων θα λέγαμε ότι η μάχη με τον πληθωρισμό θα κερδηθεί σύντομα.

Όμως, όπως έγραφα τις προάλλες, η μάχη με την ακρίβεια δεν θα έχει κερδηθεί την επόμενη στιγμή που θα συμμαζευτεί ο τιμάριθμος. Ίσως δεν προσέξατε ότι ο Φίλιπ Λέιν, που είναι επικεφαλής των οικονομολόγων της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας, είπε ότι «οι αυξανόμενοι μισθοί στη ζώνη του ευρώ συμβάλλουν στη διατήρηση του πληθωρισμού σε υψηλά επίπεδα» δηλαδή αρκετά πάνω από το «γύρω στο 2%», που περιγράφει τον στόχο νομισματικής σταθερότητας για το ευρώ.

Εξήγησε μάλιστα ότι οι μισθοί, κατά ευρωμέσον όρο, τρέχουν με 5,5% και ότι αυτός ο ρυθμός πρέπει να μετριασθεί. Πρόσθεσε μάλιστα ότι «οι επιχειρήσεις πρέπει να φανούν πρόθυμες να απορροφήσουν μέρος του υψηλότερου μισθολογικού κόστους μέσω χαμηλότερων κερδών». Στη γραμμή αυτή συντάχθηκαν ήδη η «Νίκας» (του Σπύρου Θεοδωρόπουλου) και «Όλυμπος» (των αδελφών Σαράντη).

Ο ίδιος κ. Λέιν της ΕΚΤ είχε προτείνει, πέρυσι τέτοια εποχή, τη φορολόγηση των υψηλών εισοδημάτων ή των υπερκερδών των επιχειρήσεων για να χρηματοδοτηθούν οι ενισχύσεις στους πιο αδύναμους για την αντιμετώπιση του πληθωρισμού, καθώς έτσι θα αποφευχθεί η αύξηση των δημόσιων ελλειμμάτων.

Και καλά, εμείς, είχαμε εκλογές, αλλά και ο τρόπος με τον οποίο «διέψευσε» ο κυβερνητικός εκπρόσωπος τον αρμόδιο (σε τελευταία ανάλυση…) υφυπουργό δεν ήταν καθόλου κομψός. Ούτε καν φιλαλήθης. Θα ήταν γελοίο να μην έχει τεθεί στο κυβερνητικό τραπέζι το ζήτημα της φορολογίας της ομάδας των συμπολιτών την οποία, σύσσωμη η κυβέρνηση, θεωρεί πρωταθλητή της φοροδιαφυγής. Την ώρα μάλιστα που ο επόπτης υπουργός Οικονομικών ισχυρίζεται ότι θα πατάξει πάραυτα τη φοροδιαφυγή αυτής ακριβώς της ομάδας!

Ούτε είναι τόσο απλό όσο το παρουσιάζουν οι τηλεαστέρες των δήθεν καταναλωτικών ενώσεων, οι οποίοι βεβαίως-βεβαίως δεν τοποθετούνται ποτέ με το «θάρρος» του κ. Λέιν, αφού άλλωστε δεν ερωτώνται σχετικώς…

Δείτε όμως τι συμβαίνει με τις τιμές παραγωγού βιομηχανίας, δηλαδή τις τιμές βάσης δηλαδή, στις οποίες παραδίδουν τα προϊόντα τους οι κατά τεκμήριο μεγαλύτερες επιχειρήσεις στο εμπόριο για τα περαιτέρω. Σε ετήσια σύγκριση, οι τιμές αυτές μειωνόντουσαν τον Αύγουστο κατά 8,3%, εμφανίζουν δηλαδή αρνητικό πληθωρισμό.

Ο εξαποδώ όμως είναι στις λεπτομέρειες. Προφανώς η μείωση οφείλεται στην πτώση τιμών στο ρεύμα και τα καύσιμα, γιατί σε αυτές τις δύο κατηγορίες έχουμε πραγματική συγκράτηση της ακρίβειας. Στα τρόφιμα πάντως ο πληθωρισμός επιμένει. Λιγότερο όμως στα εγχωρίως παραγόμενα (+6,9%) και πολύ περισσότερο στα εισαγόμενα τρόφιμα (17,3%).

Με δύο λόγια, ο ύποπτος είναι και πάλι οι εισαγωγές, κάτι που γνωρίζουμε εδώ και αρκετό καιρό, αφού ο πληθωρισμός τροφίμων στις χώρες από τις οποίες πραγματοποιούμε τις περισσότερες εισαγωγές ήταν και συνεχίζει να είναι υψηλότερος από τον ελληνικό.

Το ίδιο παρατηρείται και με όλα τα «μη διαρκή καταναλωτικά αγαθά», αφού τα μεν εγχώρια τρέχουν με ρυθμό 7,2% ενώ τα εισαγόμενα με 11,8%. Γεγονός που καθιστά τη μάχη με τον πληθωρισμό πολύ δυσκολότερη υπόθεση από όσο εκτιμάται στις καθημερινές συζητήσεις μας.

Ας επιστρέψουμε στο αρχικό μας ερώτημα. Ο πληθωρισμός θα πέσει πραγματικά και σε βάθος χρόνου όταν η διεθνής αγορά τροφίμων ηρεμήσει. Θα χρειαστεί όμως να ξεπεραστούν εμπλοκές μεγάλες όπως ο πόλεμος στην Ουκρανία, οι κακές εσοδείες, ειδικά όσες οφείλονται σε κλιματικές καταστροφές και η μεγάλη ζήτηση τροφίμων από χώρες που μέχρι πρόσφατα δεν ζητούσαν και πολλά.

Σκεφτείτε μόνον ότι η Ινδία των 1.500 εκατομμυρίων κατοίκων, που ήταν πριν όχι πολλά χρόνια η δέκατη μεγαλύτερη παραγωγός χώρα είναι ήδη πέμπτη, αμέσως μετά τη Γερμανία και πριν το Ηνωμένο Βασίλειο, τη Γαλλία, την Ιταλία, τον Καναδά και τη Βραζιλία…