Πριν λίγες μέρες ασχοληθήκαμε με τις συνέπειες μίας – πιθανολογούμενης τότε – ρωσικής εισβολής στην Ουκρανία στις διεθνείς αγορές αγροτικών προϊόντων (Ουκρανία και ξηρασία στέλνουν τις τιμές των τροφίμων ακόμα πιο ψηλά | Liberal Markets). Τώρα που η εισβολή είναι πλέον – δυστυχώς – πραγματικότητα και ο πόλεμος έχει ξεκινήσει, έχουν αρχίσει να γίνονται φανερές κάποιες πρώτες συνέπειες. Οι πληροφορίες του Bloomberg, την Πέμπτη που μας πέρασε και χθες Κυριακή, αναφέρονται στην μεγάλη δυσκολία της Αιγύπτου να προμηθευθεί σιτάρι. Η δημοπρασία που ήταν προγραμματισμένη για την Πέμπτη ακυρώθηκε λόγω του ότι εμφανίστηκε μόνο ένας διεθνής έμπορος σιτηρών (μία γαλλική εταιρεία).
Η δημοπρασία ορίστηκε να γίνει σήμερα Δευτέρα, αλλά δεν είναι καθόλου βέβαιο πως θα μπορέσει να διεξαχθεί επιτυχώς. Σύμφωνα με το ρεπορτάζ του πρακτορείου, πολλοί έμποροι σιτηρών δεν θέλουν να ρισκάρουν να υποβάλλουν προσφορές για σιτάρι που θα αγοράσουν από την Ρωσία ή την Ουκρανία, που είναι οι προτιμώμενες πηγές σιταριού για την Αίγυπτο.
Όσον αφορά στο ρωσικό σιτάρι, φοβούνται πάρα πολύ να υπογράψουν νέα συμβόλαια αφού δεν είναι καθόλου σίγουροι πως θα μπορέσουν να προχωρήσουν στις απαραίτητες χρηματικές συναλλαγές με τους Ρώσους συνεργάτες τους, ενόψει των κλιμακούμενων κυρώσεων στις ρωσικές τράπεζες. Όσο δε αφορά στο ουκρανικό, το πρόβλημα έχει να κάνει με το αν τα λιμάνια θα είναι ανοικτά ή όχι, αφού στην μισή τουλάχιστον χώρα διεξάγονται εχθροπραξίες.
Μπορεί τα κυριότερα λιμάνια, μέσω των οποίων διεξάγεται το 80% του εμπορίου σιτηρών, να είναι στα νοτιοδυτικά της χώρας, τα οποία μέχρι στιγμής δεν εμπλέκονται άμεσα στον πόλεμο, οι πληροφορίες όμως λένε πως και αυτά τα λιμάνια ήδη δυσλειτουργούν. Για την Αίγυπτο, που είναι ο μεγαλύτερος εισαγωγέας σιταριού στον κόσμο, με λίγο πάνω από το 5%, η κατάσταση δεν είναι καθόλου απλή και, όπως μαθαίνουμε από την ίδια πηγή, η κυβέρνηση βρίσκεται σε κατάσταση συναγερμού προκειμένου να διασφαλίσει τον εφοδιασμό της χώρας με επαρκείς ποσότητες σιταριού, καλαμποκιού και άλλων απόλυτα απαραίτητων αγροτικών προϊόντων. Κάτι παρόμοιο είναι βέβαιο πως συμβαίνει και σε άλλες χώρες της Μέσης Ανατολής, αλλά και στην Τουρκία, η οποία βρίσκεται ελάχιστα πιο κάτω από την Αίγυπτο στον κατάλογο των χωρών που εισάγουν σιτάρι.
Σχετικά με τις ποσότητες σιταριού από την περσινή συγκομιδή που βρίσκονται ακόμα σε ρωσικές και ουκρανικές αποθήκες προκειμένου να εξαχθούν, εκτιμήσεις της εταιρείας συμβούλων SovEcon κάνουν λόγο για περίπου 6 εκατομμύρια τόνους ουκρανικού και 7 εκατομμύρια ρωσικού σιταριού, ποσότητες που αντιστοιχούν στο 30% και 20% του συνόλου των εξαγωγών των δύο χωρών αντίστοιχα, οι οποίες θυμίζουμε πως κατέχουν μαζί το 29% των παγκόσμιων εξαγωγών. Είναι φανερό πως αν ο πόλεμος συνεχιστεί για πολλές μέρες ακόμα, η αναταραχή στην αγορά σιταριού θα μεγαλώσει και το κόστος για τις χώρες που εξαρτώνται από τις εισαγωγές θα γίνει δυσβάστακτο, ειδικά για χώρες όπως η Αίγυπτος και η Τουρκία που μπορεί να αναγκαστούν να παραγγείλουν σιτάρι από τις ΗΠΑ και τον Καναδά, με συνέπεια την πολύ μεγάλη αύξηση και του μεταφορικού κόστους.
Για το καλαμπόκι, στην παγκόσμια αγορά του οποίου είναι πολύ δραστήρια η Ουκρανία, με το 13% των παγκόσμιων εξαγωγών, δεν έχουν αρχίσει να γίνονται γνωστά αντίστοιχα παραδείγματα με αυτό του σιταριού για την Αίγυπτο. Δεν χρειάζεται όμως να σκεφθούμε και πολύ για να καταλάβουμε πως και εκεί πρέπει να περιμένουμε να παρουσιαστούν παρόμοιες δυσκολίες. Κάτι που κάνει την περίπτωση του καλαμποκιού λίγο πιο περίπλοκη από αυτή του σιταριού, είναι το γεγονός πως χρησιμοποιείται και για παρασκευή ζωοτροφών και για την παρασκευή αιθανόλης, η οποία χρησιμοποιείται ευρύτατα ως βιοκαύσιμο στις ΗΠΑ και στην Βραζιλία.
Πάνω από το 1/3 της αμερικανικής παραγωγής καλαμποκιού χρησιμοποιείται για την παρασκευή της αιθανόλης, η οποία αναμειγνύεται με την βενζίνη που βγαίνει από τα αμερικανικά διυλιστήρια. Αν ο πόλεμος δημιουργήσει στενότητα στην αγορά καλαμποκιού, τότε θα ακριβύνει λογικά και η αιθανόλη, αυξάνοντας ακόμα περισσότερο την τιμή της βενζίνης στις ΗΠΑ, τιμή που είναι ήδη σε πολύ υψηλά επίπεδα. Επειδή όμως στις αγορές εμπορευμάτων πολύ συχνά γίνονται «καραμπόλες» εκεί που δεν το περιμένουμε, η πιθανή περαιτέρω αύξηση της τιμής της αιθανόλης στις ΗΠΑ είναι πιθανόν να οδηγήσει σε αντίστοιχη αύξηση της τιμής της και στην Βραζιλία, όπου επίσης χρησιμοποιείται ευρέως σαν βιοκαύσιμο.
Μόνο που στην Βραζιλία παρασκευάζεται από ζαχαροκάλαμο και όχι από καλαμπόκι, οπότε μπορεί να δούμε κάποιους καλλιεργητές να σταματήσουν να παραδίδουν την συγκομιδή τους στα εργοστάσια παραγωγής ζάχαρης και να προτιμήσουν τα αντίστοιχα της αιθανόλης. Δεν χρειάζεται να πούμε πως αυτό μπορεί να προκαλέσει σημαντική άνοδο και στην τιμή της ζάχαρης.
Λίγο πιο πάνω αναφερθήκαμε στην ευρύτατη χρήση του καλαμποκιού για παρασκευή ζωοτροφών. Ο μεγάλος ανταγωνιστής του καλαμποκιού είναι η σόγια. Όπως είχαμε δει πριν από αρκετούς μήνες, η Κίνα είναι πάρα πολύ δραστήρια στις εισαγωγές αυτών των δύο προϊόντων, σε μεγάλο βαθμό λόγω της ανάγκης της για ζωοτροφές (Η Κίνα καταβροχθίζει όλο το καλαμπόκι και τη σόγια του κόσμου, αλλά πεινάει ακόμα | Liberal Markets). Σε πολύ πρόσφατο ρεπορτάζ του Reuters μάθαμε πως πριν μία εβδομάδα η Κίνα ανακοίνωσε πως σχεδιάζει την αύξηση της εγχώριας παραγωγής κρέατος κατά 15% μέχρι το 2025. Σύμφωνα με τις εκτιμήσεις των συντακτών του Reuters, κάτι τέτοιο είναι αδύνατον να επιτευχθεί χωρίς σημαντική αύξηση των ποσοτήτων ζωοτροφών πλούσιων σε πρωτεΐνες, δηλαδή κυρίως αυτών που βασίζονται στην σόγια και το καλαμπόκι.
Ίσως να κοιτάζουμε λίγο πιο μπροστά απ’ όσο χρειάζεται αυτή την στιγμή, αλλά αυτό σημαίνει πως η ζήτηση για αυτά τα δύο προϊόντα θα παραμείνει υψηλή για αρκετό καιρό ακόμα. Αν συνδυάσουμε αυτή την διαπίστωση με τα προβλήματα στην συγκομιδή σόγιας στην Νότια Αμερική και την πιθανότατη διατάραξη της ομαλής λειτουργίας της αγοράς καλαμποκιού λόγω του πολέμου, μας φαίνεται πολύ λογικό να συμπεράνουμε πως το κόστος των ζωοτροφών για τους μεγάλους κτηνοτρόφους ανά τον κόσμο είναι πιθανότερο να αυξηθεί παρά να μειωθεί, οδηγώντας σε αντίστοιχη μεταβολή και την τιμή των κρεάτων.
Επιστρέφοντας και πάλι στην επικαιρότητα, είναι γεγονός πως προς το τέλος της χρηματιστηριακής συνεδρίασης της Πέμπτης, και κατά την συνεδρίαση της Παρασκευής, οι τιμές των αγροτικών προϊόντων, σιταριού, καλαμποκιού, σόγιας και άλλων, σημείωσαν σημαντική αποκλιμάκωση, ίσως γιατί αρκετοί συναλλασσόμενοι προτίμησαν να «γράψουν» τα κέρδη τους, υποθέτοντας πως ο πόλεμος μπορεί να έχει μικρή διάρκεια και όχι τόσο σημαντικές πραγματικές συνέπειες.
Παρ’ όλα αυτά, οι τιμές παραμένουν πολύ κοντά σε πολυετή υψηλά, ακόμα και μετά την διήμερη διορθωτική τους πορεία. Αν η λήξη των εχθροπραξιών δεν έρθει γρήγορα και τα προβλήματα στις εξαγωγές σιταριού και καλαμποκιού ενταθούν, το πιθανότερο είναι πως οι τιμές στα χρηματιστήρια εμπορευμάτων θα αρχίσουν και πάλι να ανεβαίνουν, προκαλώντας ακόμα μεγαλύτερους πονοκεφάλους σε κυβερνητικούς αξιωματούχους, οδηγούς αυτοκινήτων, κτηνοτρόφους και καταναλωτές ψωμιού, ζάχαρης και κρέατος ανά τον κόσμο.