Οι αποφάσεις των Κεντρικών Τραπεζών για αλλαγή πλεύσης και αύξηση επιτοκίων είναι η ζωντανή απόδειξη ότι ο πληθωρισμός κάθε άλλο παρά παροδικό φαινόμενο είναι και ότι θα μας ταλαιπωρήσει για αρκετούς μήνες ακόμα.
Το ενεργειακό κόστος αποτελεί δομικό στοιχείο του πληθωρισμού και η ενεργειακή κρίση των τελευταίων μηνών έχει πυροδοτήσει ήδη ένα κύμα ανατιμήσεων σε όλο το φάσμα σχεδόν της οικονομίας. Σε συνδυασμό δε με την κρίση στην εφοδιαστική αλυσίδα που συνεχίζεται ελέω της πανδημίας, βρισκόμαστε μπροστά σε περαιτέρω ανατιμήσεις και ίσως και ελλείψεις βασικών προϊόντων και αγαθών, ακόμα και στα τρόφιμα.
Αρκεί να δει κανείς τις τελευταίες ανακοινώσεις του Παγκόσμιου Οργανισμού Τροφίμων και Γεωργίας των Ηνωμένων Εθνών (FAO). Ο δείκτης έφτασε τον Ιανουάριο του 2022 στις 135,7 μονάδες, ήτοι αυξήθηκε κατά 32% σε σχέση με τον Ιανουάριο του 2020 και κατά 19% σε σχέση με τον Ιανουάριο 2021. Όλοι οι επιμέρους δείκτες, από τα δημητριακά και τα έλαια, έως το κρέας τα γαλακτοκομικά και τη ζάχαρη. παρουσιάζουν αυξήσεις..
Δεδομένου ότι αν δεν αποκλιμακωθούν οι τιμές της ενέργειας δεν θα αποκατασταθούν οι τιμές σε ένα μεγάλο εύρος βιομηχανιών, από την παραγωγή λιπασμάτων και την παραγωγή αλουμινίου έως την επεξεργασία και τη συσκευασία τροφίμων, κατανοούμε ότι το πρώτο ζητούμενο είναι η μείωση της τιμής της μεγαβατώρας, τόσο στη λιανική όσο και στη χονδρική αγορά.
Ακόμα και οι πιο αισιόδοξες προβλέψεις όμως για αποκλιμάκωση των τιμών κάποια στιγμή κατά τη διάρκεια του πρώτου εξαμήνου του 2022, εκτιμούν δυστυχώς ότι οι τιμές της ενέργειας θα σταθεροποιηθούν σε σημαντικά υψηλότερα επίπεδα σε σχέση με τα προ κρίσης κόστη.
Αρκεί να δει κανείς τις προθεσμιακές τιμές για να κατανοήσει ότι το περιβάλλον των υψηλών τιμών θα μας συνοδεύσει και τους επόμενους μήνες και η ενεργειακή κρίση της Ευρώπης έχει μέλλον μπροστά της.
Παγκόσμιο πρόβλημα αλλά με τεράστιες διαστάσεις στην Ευρώπη
Η αύξηση των τιμών ηλεκτρικής ενέργειας είναι ένα φαινόμενο που παρατηρείται παγκόσμια, εντούτοις η αύξηση των τιμών στην ΕΕ είναι δραματικά υψηλότερη από τις αυξήσεις που παρατηρούνται στις υπόλοιπες περιοχές.
Τα νούμερα είναι αφοπλιστικά: Σύμφωνα με τα στοιχεία που ανακοίνωσε ο ΙΕΑ τον Ιανουάριο, το τελευταίο τετράμηνο του 2021 οι τιμές ηλεκτρικής ενέργειας στις χονδρεμπορικές αγορές αυξήθηκαν στην ΕΕ κατά 400%, στην Αυστραλία κατά 170%, στις ΗΠΑ κατά 75%, στην Ινδία κατά 70% και στην Ιαπωνία κατά 80%, σε σχέση με τις τιμές που επικρατούσαν στις ίδιες χώρες τις αντίστοιχες περιόδους μεταξύ των ετών 2016 έως 2020.
Οι λόγοι που στην Ευρώπη η αύξηση των τιμών ενέργειας έχει ξεφύγει στη στρατόσφαιρα, περιληπτικά είναι οι εξής:
-Η αύξηση της χρήσης φυσικού αερίου στην ηλεκτροπαραγωγή συνέπεσε με μειωμένες προμήθειες
Σύμφωνα με στοιχεία του ΙΕΑ το 2021 στην ΕΕ παρατηρείται αύξηση της χρήσης φυσικού αερίου στην ηλεκτροπαραγωγή(+20TWh) συγκριτικά με το έτος 2019. Σε καμία άλλη χώρα δεν παρατηρήθηκε ανάλογη αύξηση στη χρήση του φυσικού αερίου στην ηλεκτροπαραγωγή, συγκριτικά με το έτος 2020 και το 2019.
Με βάση την αύξηση στις ευρωπαϊκές τιμές φυσικού αερίου έως και 400%, είναι λογικό η τιμή της μεγαβατώρας να έχει εκτοξευτεί.
Οι λόγοι της εκτόξευσης του φυσικού αερίου έχουν εξηγηθεί, αλλά περιληπτικά να αναφέρουμε ότι από την αρχή του φετινού χειμώνα τα ευρωπαϊκά δίκτυα ηλεκτρικής ενέργειας ήρθαν αντιμέτωπα με τον περιορισμό των προμηθειών φυσικού από τη Ρωσία, η οποία τίμησε μεν τα μακροπρόθεσμα συμβόλαια ήταν όμως ιδιαίτερα «σφιχτή» με τη ζήτηση στην spot αγορά.
Όσο κρατάει η κρίση με την Ουκρανία, όπως εξηγήσαμε πρόσφατα το ενδεχόμενο των κυρώσεων από τη Δύση απέναντι στη Ρωσία και η ανταπάντηση της Ρωσίας με μειωμένη προσφορά φυσικού αερίου είναι ένα σενάριο που θα παραμείνει στο τραπέζι. Όσο το σενάριο αυτό όμως είναι ενεργό είναι εξαιρετικά δύσκολο να αποκλιμακωθούν οι τιμές του φυσικού αερίου.
Ακόμα και όσοι ποντάρουν ότι καθώς θα υποχωρεί ο χειμώνας θα υποχωρήσει η ζήτηση και μπορεί να αποκλιμακωθούν οι τιμές, θα πρέπει να έχουν υπόψη τους ότι και την άνοιξη η ζήτηση θα παραμείνει υψηλά, λόγω της ανάγκης να γεμίσουν οι άδειες αποθήκες αερίου.
Αν δε παραμείνει σε αναστολή από τη Γερμανία η έγκριση του ρωσικού αγωγού Nord Stream 2 μέχρι και το καλοκαίρι, τότε δύσκολα θα γεμίσουν οι αποθήκες της Ευρώπης προκειμένου να είναι έτοιμες για τον επόμενο χειμώνα. Γι’αυτό τον λόγο οι περισσότεροι traders στοιχηματίζουν στην αγορά προθεσμιακών συμβολαίων ότι οι πιέσεις στις τιμές του φυσικού αερίου θα συνεχιστούν έως το 2023. Λαμπρή απόδειξη οι τιμές των συμβολαίων των επόμενων μηνών.
-H απόσυρση πολλών πυρηνικών σταθμών
Το ενεργειακό έλλειμμα επιτείνει η μαζική και εσπευσμένη διακοπή λειτουργίας των εργοστασίων πυρηνικής ενέργειας της Γαλλίας.
Υπενθυμίζουμε ότι μέσα Ιανουαρίου η Εlectricité de France ανακοίνωσε τη διακοπή της λειτουργίας τεσσάρων αντιδραστήρων, που προσέφεραν το 10% της πυρηνικής ενέργειας της χώρας, ενώ έως το τέλος Ιανουαρίου η παραγωγική ικανότητα πυρηνικής ενέργειας της Γαλλίας μειώθηκε κατά 30%.
Την ίδια στιγμή δεν πρέπει να ξεχνάμε ότι η Γερμανία έκλεισε το 50% όλων των πυρηνικών αντιδραστήρων της έως το τέλος Δεκεμβρίου.
Όμως και μέσα στον Φεβρουάριο η τύχη δεν είναι ευνοϊκή για την πυρηνική ενέργεια στη Γαλλία. Πριν τρεις ημέρες η γαλλική εταιρία ηλεκτρισμού Εlectricité de France-εφεξής EDF- ανακοίνωσε ότι θα σταματήσει τη λειτουργία τριών επιπλέον πυρηνικών αντιδραστήρων για να ελέγξει την παρουσία πιθανών προβλημάτων διάβρωσης. Οι διακοπές των τριών αντιδραστήρων έχουν προγραμματιστεί από την 19η Φεβρουαρίου, την 26η Μαρτίου και την 9η Απριλίου.
Ως εκ τούτου η EDF στο πλαίσιο του προγράμματος ελέγχου στο πυρηνικό πάρκο μείωσε αυτή την εβδομάδα τις προβλέψεις της για την παραγωγή πυρηνικής ενέργειας τη φετινή χρονιά. Πιο συγκεκριμένα μείωσε τις προβλέψεις της σε 295-315 τεραβατώρες -TWh- από 300-330 TWh προηγουμένως.
Υπόψιν ότι η EDF είχε ήδη αναθεωρήσει προς τα κάτω την πρόβλεψή της στα μέσα Ιανουαρίου, όταν αρχικά στόχευε μια παραγωγή 330 έως 360 TWh, ενώ σύντομα η εταιρεία θα προχωρήσει και σε νέες εκτιμήσεις για την πυρηνική παραγωγή ηλεκτρικού ρεύματος του 2023.
Γίνεται κατανοητό ότι η εξέλιξη αυτή αποτελεί κακή είδηση στη δεδομένη συγκυρία όπου η τιμή της μεγαβατώρας έχει εκτιναχτεί και πιθανότατα να αυξήσει τις πιέσεις για την προμήθεια ηλεκτρικής ενέργειας στη Γαλλία αλλά και τις εξαγωγές της.
-Η αναγκαστική επιστροφή στο λιγνίτη και η εκτόξευση της τιμής των ρύπων
Οι οικονομίες προκειμένου να περιορίσουν τις τεράστιες αυξήσεις των τιμών αναγκάστηκαν να στραφούν στη φθηνότερη λύση του άνθρακα. Αυτό είχε σαν επακόλουθο να εκτοξευτούν οι εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου.
Η επιστροφή των πιο «βρώμικων» πηγών ενέργειας οδήγησε τις συνολικές εκπομπές διοξειδίου του άνθρακα από την παραγωγή ενέργειας σε αύξηση κατά 7% .
Η αύξηση αυτή οδήγησε με τη σειρά της στην κατακόρυφη αύξηση της ζήτησης για δικαιώματα ρύπων, η τιμή των οποίων είναι ένας ακόμα από τους παράγοντες που έχουν εκτινάξει τις χονδρεμπορικές τιμές ηλεκτρικής ενέργειας.
Μάλιστα, το ανοδικό ράλι στις τιμές των δικαιωμάτων ρύπων εντάθηκε ακόμη περισσότερο μετά την ανακοίνωση από την Ε.Ε. των αναθεωρημένων στόχων για μείωση κατά τουλάχιστον 55% των εκπομπών έως το 2030, με συνέπεια στο τέλος Ιουνίου του 2021 τα δικαιώματα να αγγίξουν τα 58,64 ευρώ ανά τόνο και στα τέλη του 2021 η μηνιαία μέση τιμή αγοράς δικαιώματος εκπομπών ρύπων στην ευρωπαϊκή αγορά συναλλαγών ρύπων να έχει φτάσει στα 76 ευρώ/τόνος CO2.
-Ο ελλιπής σχεδιασμός για την πράσινη μετάβαση
Μετά τις συνθήκες άπνοιας που χαρακτήρισαν το καλοκαίρι του 2021, αναγκαστήκαμε να παραδεχτούμε δύο πράγματα: Το πρώτο ήταν ότι η παγκόσμια ζήτηση για ενέργεια αυξάνεται ταχύτερα από την ικανότητα των ανανεώσιμων πηγών ενέργειας να τροφοδοτήσουν το σύστημα με «καθαρή» ενέργεια.
Το δεύτερο ήταν ότι οι επενδύσεις κατευθύνθηκαν μονομερώς στην παραγωγή καθαρής ενέργειας από ΑΠΕ, χωρίς να υπάρξει έγκαιρη μέριμνα για εκτεταμένα έργα αποθήκευσης της ενέργειας που παράγουν.
Αν και δεν είναι δημοφιλές να υποστηρίζει κανείς ότι το πετρέλαιο και το φυσικό αέριο θα έχουν ενεργό ρόλο στο ενεργειακό σύστημα για τις επόμενες δεκαετίες, εντούτοις αυτή είναι η πραγματικότητα.
Μια πραγματικότητα που αγνόησαν τα τελευταία δύο χρόνια οι κυβερνήσεις αλλά και οι διεθνείς εταιρείες πετρελαίου, ενδίδοντας στις πιέσεις να μειώσουν τις επενδύσεις στην παραδοσιακή παραγωγή ενέργειας και να προσανατολιστούν κυρίως στην πράσινη μετάβαση.
Τη στιγμή λοιπόν που ο κόσμος αναμένεται να καταναλώσει περισσότερο πετρέλαιο από ποτέ το 2022, η προσφορά αναμένεται να είναι περιορισμένη. Και ενδεχομένως να παραμείνει περιορισμένη μιας και οι περισσότερες από τις μεγάλες εταιρείες πετρελαίου διεκδικούν τη θέση τους στην πράσινη μετάβαση και δεν είναι διατεθειμένες να επενδύσουν αρκετά στην εξόρυξη.
Αρκεί να αναφέρουμε ότι οι παγκόσμιες επενδύσεις σε upstream πετρελαίου και φυσικού αερίου είναι περίπου 30% χαμηλότερες από τα προ-πανδημίας επίπεδα.
Όμως η παγκόσμια προσφορά πετρελαίου δεν μπορεί να συμβαδίσει με τη ζήτηση σε αυτό το επίπεδο επενδύσεων.
Ακριβώς αυτή η μετατόπιση από τα παραδοσιακά καύσιμα προς την καθαρή ενέργεια συμβάλει στο να παρουσιάζονται ανά διαστήματα κρίσεις στον εφοδιασμό και να σκαρφαλώνουν από το ένα υψηλό στο επόμενο οι τιμές. Επομένως και η εφεδρεία του πετρελαίου κοστίζει ολοένα και περισσότερο. (σ.σ: Περισσότερα μπορείτε να διαβάσετε εδώ).
-Το σημερινό μοντέλο της αγοράς Ηλεκτρικής Ενέργειας και η απουσία νομοθετικής πρωτοβουλίας για βασικά θέματα όπως τα διμερή συμβόλαια ή η διεύρυνση και άμεση λειτουργία των ενεργειακών κοινοτήτων.
Πρόκειται για δομικά προβλήματα στις εθνικές αγορές ηλεκτρικής ενέργειας των κρατών μελών της ΕΕ που σχετίζονται με τον τρόπο οργάνωσης της ενιαίας αγοράς ηλεκτρικής ενέργειας, τον τρόπο λειτουργίας των ευρωπαϊκών αγορών συναλλαγών ηλεκτρικής ενέργειας και τον τρόπο λειτουργίας της ευρωπαϊκής αγοράς συναλλαγών των δικαιωμάτων εκπομπών ρύπων. Τα δομικά αυτά προβλήματα μεγενθύνουν τις αυξητικές τάσεις των τιμών στις αγορές ηλεκτρικής ενέργειας των κρατών μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Περισσότερα μπορείτε να διαβάσετε στην εξαιρετική ανάλυση του κ. Καρδοματέα, Ενεργειακού Συμβούλου και Γενικού Δ/ντή Στρατηγικής & Ανάπτυξης του ΔΕΣΦΑ σε πρόσφατο άρθρο του το οποίο μπορείτε να διαβάσετε εδώ.
Αποποίηση Ευθύνης
Το υλικό αυτό παρέχεται για πληροφοριακούς και μόνο σκοπούς. Σε καμιά περίπτωση δεν πρέπει να εκληφθεί ως προσφορά, συμβουλή ή προτροπή για την αγορά ή πώληση των αναφερόμενων προϊόντων. Παρόλο που οι πληροφορίες που περιέχονται βασίζονται σε πηγές που θεωρούνται αξιόπιστες, ουδεμία διασφάλιση δίνεται ότι είναι πλήρεις ή ακριβείς και δεν θα πρέπει να εκλαμβάνονται ως τέτοιες.