Η μητέρα των αγορών συνεχίζει την μάχη γύρω από τον μέσο κινητό όρο των 90 ημερών με τους λάτρεις των τεχνικών διαγραμμάτων να περιμένουν με ανυπομονησία το κλείσιμο της εβδομάδος, καθώς ο S&P500 χτες επανέκτησε την πολύτιμη ζώνη των 4350-370 μονάδων αλλά δεν έχει ακόμα καταφέρει να απομακρυνθεί ικανοποιητικά από τις 4430- 4440 μονάδες, συνθήκη που θα σημάνει και τη λήξη του συναγερμού, όπως φαίνεται στο παρακάτω διάγραμμα.
Η χτεσινή αντίδραση των αγορών πυροδοτήθηκε από τρία σημαντικά γεγονότα. Προκειμένου να αξιολογήσουμε πόσο «σταθερή» μπορεί να είναι η προσφορά τους στην επανάκτηση της νημεμίας των αγορών, ας τα δούμε ένα ένα.
-Η απόφαση του Αζερμπαϊτζάν να αυξήσει τις ποσότητες φυσικού αερίου που παρέχει στην Ευρώπη, σε συνδυασμό με την αντανακλαστική- ή μήπως όχι;- απόφαση της Ρωσίας να συμμετέχει στην αύξηση των προμηθειών προκειμένου να συμβάλλει στην σταθεροποίηση των τιμών, έπαιξαν πυροσβεστικό ρόλο στις τιμές του φυσικού αερίου που αποκλιμακώθηκαν το πρωί της Πέμπτης έως τa 81,80 ευρώ /MWh .
Αν και έκλεισαν στα 101,315 ευρώ /MWh, σαφέστατα είναι μια μεγάλη αποκλιμάκωση από τις τιμές πάνω από τα 150 ευρώ/MWh της Τετάρτης.
Όμως αν σκεφτούμε ότι πέρσι τέτοιον καιρό οι τιμές ήταν πέριξ των 15-16 ευρώ/ΜWh, κατανοούμε ότι έχουμε τεράστιο δρόμο μπροστά μας προκειμένου να ενστερνιστούμε την άποψη ότι η ενεργειακή κρίση τελείωσε.
Πόσο μάλλον από τη στιγμή που ο αντιπρόεδρος της ρώσικης κυβέρνησης Αλεξάντερ Νόβακ ούτε λίγο ούτε πολύ διεμήνυσε μέσω δηλώσεων του, ότι η Gazprom προτίθεται να ανεβάσει φέτος σε νέα επίπεδα ρεκόρ τα επίπεδα προσφοράς φυσικού αερίου προς την Ευρώπη, ξεπερνώντας κατά πάνω από 8% τις συμβατικές της υποχρεώσεις, ωστόσο η διαδρομή μέσω Ουκρανίας είναι οικονομικά ασύμφορη και πως τα… νέα συστήματα –δηλαδή ο Nord Stream 2-θα μπορούσαν να είναι πιο «αποτελεσματικά».
Προφανώς και πρόκειται για έναν εκκωφαντικό υπανιγμό προς την αρμόδια ενεργειακή εποπτική αρχή η οποία ακόμα δεν έχει προχωρήσει στην έγκριση της λειτουργίας του αγωγού. Το γεγονός δε ότι όλα αυτά λαμβάνουν χώρα λίγο πριν σχηματιστεί η νέα κυβέρνηση στη Γερμανία, για πολλούς αναλυτές μόνο τυχαίο δεν πρέπει να θεωρηθεί.
Συνοψίζοντας, έχουμε μια εκεχειρία με αμφότερες τις δύο πλευρές να προσπαθούν να εξασφαλίσουν το maximum των στόχων τους. Το πότε θα λήξει αυτή η «άτυπη» διαπραγμάτευση θα καθορίσει και τον χρόνο μιας ευρύτερης αποκλιμάκωσης των τιμών του φυσικού αερίου.
-Οι επικεφαλείς της αμερικανικής Γερουσίας κατέληξαν σε συμφωνία για την αύξηση του ορίου του δανεισμού των ΗΠΑ. Το Υπουργείο Οικονομικών θα μπορεί να αυξήσει το όριο του χρέους των ΗΠΑ κατά 480 δισεκατομμύρια δολάρια έως τις 3 Δεκεμβρίου.
Για τη στήλη η εξέλιξη αυτή ήταν αναμενόμενη . Προφανώς ήταν αναμενόμενη και από τις αγορές.
Σκεφτείτε άλλωστε το εξής: Θα απείχε ο S&P500 μόλις 5% -6% από τα ιστορικά του υψηλά, αν υπήρχε βάσιμη πιθανότητα οι ΗΠΑ να βρεθούν σε κατάσταση στάσης πληρωμών στις 18 Οκτωβρίου; Ήταν προεξοφλημένο λοιπόν ότι τo τενεκεδάκι του χρέους θα κυλούσε μέχρι τις αρχές του Δεκέμβρη και ...βλέπουμε.
- Ο Ντράγκι μπορεί να παρέδωσε το τιμόνι της ΕΚΤ όμως η κληρονομιά του «whatever it takes» οδηγεί το μονοπάτι και της Κριστίν Λαγκάρντ.
Έτσι η ΕΚΤ προκειμένου να διατηρήσει σε καταστολή τα προεξοφλητικά ένστικτα των αγορών, φρόντισε να καθυσηχάσει τους επενδυτές πριν καν τερματίσει τον Μάρτιο του 2022 το έκτακτο πρόγραμμα αγοράς στοιχείων ενεργητικού που εφαρμόστηκε για την αντιμετώπιση της κρίσης πανδημίας, γνωστό με το ακρωνύμιο PEPP.
Διέρρευσε λοιπόν ότι επεξεργάζεται ένα νέο πρόγραμμα αγορών ομολόγων, που θα τεθεί σε εφαρμογή όταν τερματιστεί το PEPP και θα λειτουργήσει συμπληρωματικά στο παλαιότερο σχέδιο ποσοτικής χαλάρωσης , το γνωστό σε όλους ως QE.
Σύμφωνα μάλιστα με το ειδησεογραφικό πρακτορείο Bloomberg, το σχέδιο της ΕΚΤ προβλέπει ότι οι αγορές θα διενεργούνται επιλεκτικά και όχι σύμφωνα με τους υφιστάμενους κανόνες των δύο τρέχοντων προγραμμάτων PEPP και APP, σύμφωνα με τους οποίους οι Κεντρικές Τράπεζες
αγοράζουν χρέος με βάση το μέγεθος της οικονομίας της κάθε χώρας.
Στην ουσία πρόκειται για μια εξαιρετική «γέφυρα» για την επόμενη ημέρα, που διασφαλίζει ότι τα ομόλογα των χωρών με υψηλό χρέος όπως είναι της Ελλάδας ή της Ιταλίας, δεν θα αφεθούν στο έλεος των αγορών, αλλά θα παραμείνουν υπό καθεστώς προστασίας.
Από τις τρεις ειδήσεις που έτειναν χείρα βοηθείας στις αγορές, η τελευταία θα έχει και το πιο «σίγουρο» αποτύπωμα, καθώς εξασφαλίζει ότι οι χώρες του Νότου θα εξακολουθήσουν να δανείζονται με μικρό κόστος, ακόμα και αν δεν έχουν επενδυτική βαθμίδα, όπως συμβαίνει με την
Ελλάδα.
Στο σημείο αυτό θα ανοίξουμε μια παρένθεση, αναφέροντας ότι πριν λίγες εβδομάδες ο Διοικητής της Τράπεζας της Ελλάδος, Γιάννης Στουρνάρας, είχε εκφράσει την εκτίμηση η ΕΚΤ δεν θα σταματήσει να στηρίζει με αγορές ομολόγων την ελληνική οικονομία μετά τον Μάρτιο του 2022. Αν σκεφτούμε ότι στα τέλη του 2022 αναμένεται οι οίκοι αξιολόγησης να «προβιβάσουν» τη χώρα μας στην επενδυτική βαθμίδα, κατανοούμε πόσο σημαντική είναι η εξέλιξη αυτή για την Ελλάδα. Κάτω μάλιστα από αυτό το πρίσμα θα μπορούσε κάποιος να δικαιολογήσει, ως ένα βαθμό
τουλάχιστον, την «ψυχραιμία» του ελληνικού χρηματιστηρίου αυτήν τη δύσκολη για τις διεθνείς αγορές εβδομάδα.
Κλείνοντας την παρένθεση συνοψίζουμε ότι στην ουσία το νέο πρόγραμμα αγοράς ομολόγων που ετοιμάζει η ΕΚΤ και πιθανότατα θα ανακοινωθεί επίσημα στην τελευταία συνεδρίαση της για το 2021, έχει σαν στόχο ν’ αποτρέψει τη δημιουργία αναταραχής στις αγορές όταν ολοκληρωθεί το
έκτακτο πρόγραμμα PEPP τον Μάρτιο του 2022, προσφέροντας μια ασπίδα ασφαλείας στις υπερχρεωμένες χώρες.
Μέχρι τότε βέβαια, ο κόσμος των αγορών θα έχει να αντιμετωπίσει αρκετές συμπληγάδες.
Η extra πρόκληση της Ελλάδας
Η Ελλάδα θα έχει μια extra πρόκληση, καθώς είναι μακρύς-αλλά με ορατό πλέον «τέρμα» - ο δρόμος που πρέπει να διανύσει προκειμένου ελληνικές τράπεζες να φθάσουν τους μέσους όρους των τραπεζών της ευρωζώνης σε βασικά μεγέθη, όπως η κεφαλαιακή επάρκεια και το ποσοστό μη εξυπηρετούμενων δανείων.
Τα τελευταία στοιχεία της ΕΚΤ, τα οποία υπόψιν ότι έχουν συμπεριλάβει τις αυξήσεις ΑΜΚ της Πειραιώς και της Alpha Bank, δείχνουν ότι οι ελληνικές τράπεζες παραμένουν στην τελευταία θέση σε κεφάλαια και στην πρώτη θέση στα κόκκινα δάνεια.
Όσον αφορά τους μέσους όρους των δεικτών κεφαλαιακής επάρκειας στις συστημικές τράπεζες που εποπτεύονται από την ΕΚΤ, αυξήθηκαν ελαφρώς κατά το β' τρίμηνο. Ο δείκτης πρωτοβάθμιων κεφαλαίων -CET1- ανήλθε στο 15,6%, με διακύμανση από το 12,66% στην Ελλάδα μέχρι το 29,26% στην Εσθονία. (σ.σ:Σημειωτέον ότι οι τράπεζες των τριών σημαντικότερων οικονομιών της ευρωζώνης ,Γερμανία, Γαλλία, Ιταλία βρίσκονται σε χαμηλές θέσεις της κατάταξης).
Τέλος, ο δείκτης NPL παρά τη μεγάλη μείωση του χάρη στις τιτλοποιήσεις, διαμορφώθηκε στο 14,84% που ήταν με διαφορά το υψηλότερο ποσοστό της ευρωζώνης.
Αποποίηση Ευθύνης
Το υλικό αυτό παρέχεται για πληροφοριακούς και μόνο σκοπούς. Σε καμιά περίπτωση δεν πρέπει να εκληφθεί ως προσφορά, συμβουλή ή προτροπή για την αγορά ή πώληση των αναφερόμενων προϊόντων. Παρόλο που οι πληροφορίες που περιέχονται βασίζονται σε πηγές που θεωρούνται αξιόπιστες, ουδεμία διασφάλιση δίνεται ότι είναι πλήρεις ή ακριβείς και δεν θα πρέπει να εκλαμβάνονται ως τέτοιες.