Του Γιώργου Φιντικάκη
Ένα δίκτυο από έργα επεξεργασίας απορριμμάτων, που αποτελούν σύμπραξη του δημοσίου με τον ιδιωτικό τομέα, και είτε λειτουργούν ήδη, είτε πρόκειται να λειτουργήσουν στο μέλλον, φιλοδοξεί να αλλάξει σταδιακά την τραγική εικόνα μιας Ελλάδας που «πνίγεται» από σκουπίδια.
Από την Ηλεία έως τις Σέρρες, και από την Δυτική Μακεδονία έως το εργοστάσιο επεξεργασίας αποβλήτων της Ηπείρου, που επισκέφτηκε χθες ο Πρωθυπουργός, στόχος των μεγάλων αυτών μονάδων είναι να δώσουν οριστική λύση σε ένα πρόβλημα, που μεταφράζεται σε πάνω από 300 παράνομες χωματερές και σε πρόστιμα άνω των 100 εκατ. ευρώ από τα ευρωπαικά δικαστήρια.
Τα έργα αυτά, όπως στο Ελευθεροχώρι Δωδώνης στην Ήπειρο, παρά την άμυνα οπισθοφυλακών μερίδας του ΣΥΡΙΖΑ όλα τα προηγούμενα χρόνια, παραδόξως επιβίωσαν, ολοκληρώθηκαν και μάλιστα στην ώρα τους, χωρίς υπερβάσεις κόστους και αλλαγές στις συμβάσεις. Ισως επειδή συνδέονταν με πόρους της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Ουδείς, για παράδειγμα, ξεχνά τους μύδρους του πρώην αναπληρωτή υπουργού Περιβάλλοντος Ι. Τσιρώνη το 2015 κατά των έργων διαχείρισης απορριμμάτων με την μέθοδο της σύμπραξης του δημοσίου με ιδιωτικό τομέα (ΣΔΙΤ), του οποίου οι προσπάθειες να τα μπλοκάρει, τελικά έπεσαν στο κενό, δίχως αυτό να σημαίνει ότι συνέβη παντού το ίδιο.
Στην Κέρκυρα για παράδειγμα, το "μαύρο πρόβατο" των ελληνικών προορισμών στη διαχείριση απορριμμάτων, που παράγει 330 τόνους σκουπιδιών κάθε ημέρα του καλοκαιριού και 110 τόνους κάθε ημέρα του χειμώνα, το αντάρτικο του ΣΥΡΙΖΑ έπιασε τόπο. Ενώ το εργοστάσιο στην Ηπειρο κατασκευάστηκε και ήδη λειτουργεί, ωστόσο απέναντι, δηλαδή στο νησί των Φαιάκων, τα καλοκαίρια καταγράφονται εικόνες ντροπής, επειδή ο τότε περιφερειάρχης του ΣΥΡΙΖΑ αποφάσισε να ακυρώσει την προσπάθεια. Από τα δύο έργα που είχαν υπογραφεί αμφότερα το 2014, επί θητείας στο υπ. Ανάπτυξης του Κ.Χατζηδάκη, τελικά έγινε μόνο το ένα.
Πού λειτούργησε με επιτυχία το μοντέλο ΣΔΙΤ
Το μοντέλο σύμπραξης δημόσιου και ιδιωτικού τομέα για τη διαχείριση απορριμμάτων που πολεμήθηκε όσο τίποτε άλλο σε πλειάδα περιπτώσεων από στελέχη του ΣΥΡΙΖΑ και πολλούς πρώην Περιφερειάρχες, με πιο εμβληματική την Αττική και την Ρένα Δούρου (είχε ακυρώσει 4 διαγωνισμούς για αντίστοιχα εργοστάσια), αποδείχθηκε όχι μόνο ότι λειτουργεί αλλά αποτελεί και την ενδεδειγμένη λύση και παράδειγμα προς μίμηση για την υπόλοιπη Ελλάδα.
Η μονάδα της Ηπείρου, ύψους 52 εκατ ευρώ, με ετήσια δυνατότητα επεξεργασίας 105.000 τόνων αποβλήτων, έχει διαχειριστή την Αειφορική Ηπείρου (μέτοχος είναι η ΤΕΡΝΑ Ενεργειακή) και είναι η δεύτερη που κατασκευάστηκε και λειτουργεί στη χώρα ως αποτέλεσμα συνεργασίας δημοσίου και ιδιωτικού τομέα (ΣΔΙΤ).
Η πρώτη μονάδα απορριμμάτων με σύμπραξη δημοσίου και ιδιωτικού τομέα (ΣΔΙΤ) του είδους εγκαινιάστηκε το καλοκαίρι του 2017 στην Κοζάνη, εξυπηρετεί τους 12 δήμους της Περιφέρειας Δυτικής Μακεδονίας, ενώ πολύ κοντά στην λειτουργία βρίσκεται και μια τρίτη μονάδα, αυτή στις Σέρρες, που θα δέχεται απορρίμματα από 7 δήμους.
Το κατά πόσο το μοντέλο αυτών των μεγάλων μονάδων, είναι το ιδανικό, θα φανεί μέσα στα επόμενα χρόνια, ωστόσο η διαφορά του νέου μοντέλου με την ταφή σκουπιδιών σε ένα ΧΥΤΑ ή ακόμη χειρότερα σε χωματερές, είναι χαώδης. Δεν αρκούν ωστόσο από μόνα τους τα έργα που λειτουργούν ή πρόκειται να λειτουργήσουν, για να λύσουν το πρόβλημα διαχείρισης των σκουπιδιών στην Ελλάδα. Χρειάζεται να πολλαπλασιαστούν, και να μην χαθεί ούτε ευρώ από τα 930 εκατομμύρια του ΕΣΠΑ για παρόμοια έργα, τα οποία πρέπει μέχρι το 2021 να έχουν συμβολαιοποιηθεί, προκειμένου να μην χαθούν.
Το μεγαλύτερο πρόβλημα θα το αντιμετωπίσει η Αττική. Μετά την ακύρωση των διαγωνισμών από την κα Δούρου, ο νέος περιφερειάρχης Γιώργος Πατούλης και ο δήμαρχος Αθηναίων Κώστας Μπακογιάννης έχουν περιορισμένες εναλλακτικές, εν προκειμένω να διευρύνουν τον ΧΥΤΑ της Φυλής και να του δώσουν "ένα χρόνο παράταση".
Η κατάσταση σήμερα στην Αττική είναι τραγική. Το 95% των απορριμμάτων οδηγείται στη Φυλή, το 90,5% από αυτά θάβεται στον ΧΥΤΑ, ενώ ανακτάται μόλις το 7,5%.
Διόλου τυχαία η Ελλάδα παραμένει στις τελευταίες θέσεις των ευρωπαϊκών χωρών ως προς τα ποσοστά ανακύκλωσης και κομποστοποίησης, δηλαδή τις δύο βασικές μορφές της ανάκτησης απορριμμάτων. Τα στοιχεία της Eurostat, δείχνουν οτι το ποσοστό ανάκτησης στην Ελλάδα ανέρχεται σε μόλις 17% επί του συνόλου των απορριμμάτων (14% ανακύκλωση, 3% κομποστοποίηση). Για να αντιληφθεί κανείς ποια είναι η θέση της χώρας, ο μέσος όρος των χωρών της Ε.Ε. (Ευρώπη των «28») είναι 45%. Υπάρχουν δε χώρες, όπως η Γερμανία, η Αυστρία, και η Σλοβενία όπου το ποσοστό ξεπερνάει το 50%.