Την περασμένη εβδομάδα στον Φιλελεύθερο, η στήλη Υπόγεια Ρεύματα ανέδειξε την εκτεταμένη αρθρογραφία στο Bloomberg και του Reuters, όσον αφορά το γεγονός ότι δεν είμαστε εντελώς απροετοίμαστοι για τον κορονοϊό του Wuhan.
Οι επιδημιολόγοι σε όλον τον κόσμο δεν σταμάτησαν ποτέ την έρευνα γύρω από το συγκεκριμένο είδος ιών, που έχουν λάβει το όνομα τους εξαιτίας του ακανθώδους σχήματος που έχουν και θυμίζει το σχήμα της κορώνας.
Ένας από αυτούς, ο επιδημιολόγος Timothy Sheahan του Πανεπιστημίου της Βόρειας Καρολίνας μελετά τους κοροναϊούς από το 2003, όταν πυροδοτήθηκε η επιδημία SARS.
Το Πανεπιστήμιο της Βόρειας Καρολίνας μελετά τις αναδυόμενες λοιμώδεις νόσους και χρηματοδοτείται από τα Εθνικά Ινστιτούτα Υγείας (NIH) των ΗΠΑ, τα οποία είχαν την πρόνοια να μη σταματήσουν την χρηματοδότηση των ερευνών σχετικά με θεραπείες κατά κοροναϊών, παρόλο που δεν έχει υπάρξει κρούσμα SARS από το 2004.
Απ’ ότι φαίνεται, η μέριμνα αυτή ίσως να αποδειχθεί σωτήρια για την αντιμετώπιση του νέου κορονοϊού.
Σύμφωνα με συνέντευξη του συγκεκριμμένου επιδημιολόγου στο πρακτορείο Bloomberg, ο ίδιος και οι συνεργάτες του στο UNC, σε συνεργασία με την Gilead Sciences, δοκιμάζουν εδώ και καιρό σε προστατευμένες εγκαταστάσεις επιπέδου 3 το φάρμακο με την ονομασία remdesivir, για να διαπιστώσουν την δυνατότητά του να καταπολεμά ένα ολόκληρο φάσμα κοροναϊών.
Το συγκεκριμμένο φάρμακο στοχεύει ένα ένζυμο το οποίο χρειάζονται τα διάφορα είδη κοροναϊών προκειμένου να αναπαράγονται και έχει δοκιμαστεί σε μολυσμένα με τον ιό του SARS ποντίκια, καθώς και σε άλλα που έχουν επιμολυνθεί με τον έτερο κορονοϊό που προκαλεί το Αναπνευστικό Σύνδρομο Μέσης Ανατολής- MERS- και έχει σκοτώσει 851 ανθρώπους από τότε που έκανε την εμφάνισή του, το 2012.
Σύμφωνα πάντα με το Bloomberg, το remdesivir υποστηρίζεται από στοιχεία που περιλαμβάνουν τα ευρήματα των δοκιμών πρώιμης φάσης που δημοσιεύτηκαν το 2018, αλλά και από τα αποτελέσματα των ερευνών σχετικά με τον MERS που δημοσιεύτηκαν αυτό τον μήνα στην Nature Communications.
Σύμφωνα με αυτά, υπάρχουν «προκαταρκτικές αποδείξεις ότι το εν λόγω φάρμακο αναστέλλει τον κοροναϊό του Αναπνευστικού Συνδρόμου της Μέσης Ανατολής.
Να σημειώσουμε βέβαια ότι το remdesivir έχει επίσης δοκιμαστεί χωρίς μεγάλη όμως επιτυχία για έναν μη κορονοϊό, εκείνον του Ebola, ο οποίος μολύνει ακόμη ανθρώπους στη Λαϊκή Δημοκρατία του Κονγκό.
Το γεγονός ότι έχει ήδη δοκιμαστεί σε ανθρώπους είναι και το μεγάλο πλεονέκτημα της Gilead και δεδομένου ότι δεν υπάρχει κάποιο άλλο εγκεκριμμένο φάρμακο, η Κίνα αποφάσισε να δώσει έγκριση να δοκιμαστεί το πειραματικό φάρμακο remdesivir από ιατρική ομάδα του νοσοκομείου Beijing-based China-Japan Friendship Hospital σε ασθενείς με πνευμονία που αγωνίζονται να αντιμετωπίσουν τον νέο ιό, παρά το γεγονός ότι δεν έχει εγκριθεί από κανέναν φορέα στον κόσμο.
Οι προσδοκίες για το φάρμακο ενισχύθηκαν από αναφορές στη New England Journal of Medicine ότι ο πρώτος ασθενής στις Ηνωμένες Πολιτείες που μολύνθηκε από τον ιό, ένας 35χρονος στην Ουάσινγκτον, έχει αρχίσει να βελτιώνεται μετά την χορήγηση του.
Όμως θα πρέπει να τονισθεί ότι συμφωνα με τους θεράποντες ιατρούς του συγκεκριμμένου ασθενή, είναι νωρίς να δώσουμε τα εύσημα στο remdesivir, καθώς μπορεί ο ασθενής να ανάρρωνε ούτως ή άλλως.
Οι επενδυτές αντέδρασαν με ενθουσιασμό στα νέα, οδηγώντας την Gilead σε ισχυρή άνοδο, αλλά δεν θα πρέπει να ξεχνάμε ότι η ανάπτυξη ενός φαρμάκου συνήθως απαιτεί χρόνια.
Άλλωστε υπάρχει πληθώρα ανακοινώσεων εδώ και δύο εβδομάδες από βιοτεχνολογικές εταιρείες που ισχυρίζονται ότι θα μπορούσαν να βοηθήσουν να τεθεί ο νέος κορονοϊός υπό έλεγχο.
Από την άλλη, η απόφαση για χορήγηση του remdesivir σε ασθενείς με πνευμονία λόγω του νέου κορονοϊού,υποδεικνύει ότι είναι η πιο ελπιδοφόρα θεραπεία κατά του ιού, τουλάχιστον μέχρι στιγμής.
Γι’αυτό και σε σημείωμα στους επενδυτές-πελάτες της η Citigroup, αναφέρει ότι η Gilead αυτή τη στιγμή είναι μια από τις πρωτοπόρους για την ανάπτυξη του φαρμάκου κατά του νέου ιού και ότι σε μακροπρόθεσμη βάση μπορούμε να δούμε για τη Gilead μια μεγάλη εμπορική ευκαιρία, καθώς οι χώρες συνηθίζουν να αποθηκεύουν τέτοιου είδους φάρμακα έναντι να προστατεύσουν τους πληθυσμούς τους από μελλοντικές εστίες.
Οι ανταγωνιστές
Η ρυθμιστική αρχή για την Υγεία στην Κίνα έχει επίσης συστήσει το Kaletra της AbbVie ως αντιικό φάρμακο απέναντι στο νέο κορονοϊό.
Εν τω μεταξύ, υπάρχει σε παγκόσμιο επίπεδο ένας αγώνας δρόμου έναντι να βρεθεί μια αντιική θεραπεία, αλλά και το εμβόλιο κατά του νέου ιού.
Η Johnson & Johnson εργάζεται ήδη για τη δημιουργία του κατάλληλου προληπτικού εμβολίου ενώ η GlaxoSmithKline σε συνεργασία με τον Οργανισμό Coalition for Epidemic Preparedness Innovations δήλωσε από τη Δευτέρα ότι εργάζονται επίσης για τη δημιουργία ενός εμβολίου.
Μάλιστα ο συγκεκριμμένος Οργανισμός έχει δημιουργηθεί από το 2017 με στόχο την έρευνα απέναντι σε νέους ιούς και έχει υπογράψει από τις 22 Ιανουαρίου συμβάσεις με την Moderna In. και την Inovio Pharmaceuticals έναντι να επισπεύσει τις εργασίες για το εμβόλιο.
Επίσης η Novavax Inc. δήλωσε ότι δουλεύει και αυτή πάνω σε ένα ανάλογο project.
Μπορούμε λοιπόν να είμαστε αισιόδοξοι όμως πάντα σε λογικά πλαίσια, καθώς σύμφωνα με τους αξιωματούχους της υγειονομικής περίλθαψης ένα εμβόλιο χρειάζεται τρεις μήνες για να είναι διαθέσιμο για τα πρώτα στάδια της δοκιμής του σε ανθρώπους, ενώ η ανάπτυξη ενός αποτελεσματικού εμβολίου συνήθως διαρκεί χρόνια.
Συμπερασματικά, θα μπορούσαμε να ενστερνιστούμε την άποψη ότι αν η δοκιμή του remdesivir στην Κίνα στεφθεί με επιτυχή αποτελέσματα ανάσχεσης του νέου κορονοιού, τότε θα μπορούσε να πάρει έγκριση από τον κινεζική ρυθμιστική αρχή φαρμάκων, η οποία σημειωτέον σε ορισμένες περιπτώσεις είναι η ταχύτερη στον κόσμο, καθώς το δίκαιο της Κίνας επιτρέπει την υπό όρους έγκριση για φάρμακα με κλινικά δεδομένα που αναδεικνύουν την αποτελεσματικότητα τους απέναντι σε ασθένειες που είναι απειλητικές για τη ζωή και δεν υπάρχουν εγκεκριμμένες θεραπείες.
*Αποποίηση Ευθύνης: Το υλικό αυτό παρέχεται για πληροφοριακούς και μόνο σκοπούς. Σε καμία περίπτωση δεν πρέπει να εκληφθεί ως προσφορά, συμβουλή, ή προτροπή για αγορά ή πώληση των αναφερομένων προϊόντων. Παρόλο που οι πληροφορίες που περιέχονται, βασίζονται σε πηγές που θεωρούνται αξιόπιστες, καμία διασφάλιση δεν δίνεται ότι είναι ακριβείς ή πλήρεις και δεν θα πρέπει να εκλαμβάνονται ως τέτοιες.