Δημιουργία αποθεμάτων φυσικού αερίου σε επίπεδο ΕΕ ώστε να εξομαλυνθούν οι τιμές, απεξάρτηση από τη Ρωσία, παρέμβαση στις τιμές CO2 ώστε να περιορίζονται οι υπερβολικές τους διακυμάνσεις και μεταρρυθμίσεις στην αγορά ηλεκτρισμού, προτείνουν με κοινή τους παρέμβαση τέσσερις χώρες.
Στην κοινή δήλωση που συνυπογράφουν οι υπουργοί Οικονομικών της Ελλάδας, της Γαλλίας, της Ισπανίας, της Τσεχίας, της Ρουμανίας, προτείνονται προς τη Κομισιόν, πέντε παρεμβάσεις. Μια ευρωπαϊκή εργαλειοθήκη πολιτικών, ώστε οι χώρες-μέλη να συντονίσουν τα εθνικά μέτρα, πολιτική αποθεματοποίησης φυσικού αερίου και συντονισμού των εθνικών αγορών, επίτευξη ενεργειακής ανεξαρτησίας, διαφιοροποιώντας τις πηγές προμήθειας και μειώνοντας την εξάρτηση της Ευρώπης από χώρες-εξαγωγείς φυσικού αερίου, το ταχύτερο δυνατόν, φωτογραφίζοντας τη Ρωσία, άμεσες μεταρρυθμίσεις στην αγορά χονδρικής του ρεύματος, και διασφάλισης μιας πιο προβλέψιμης τιμής για τα δικαιώματα CO2 ώστε να αποφεύγεται η υπερβολική της διακύμανση.
Αναλυτικά η κοινή δήλωση:
Η τιμή του φυσικού αερίου και οι χονδρικές τιμές της ηλεκτρικής ενέργειας έχουν αυξηθεί δραματικά τους τελευταίους μήνες. Αποτελούν σημαντικό και αυξανόμενο βάρος για τα νοικοκυριά και τις επιχειρήσεις μας, με ιδιαίτερα έντονο αντίκτυπο στους πιο ευάλωτους συμπατριώτες μας και στις μικρομεσαίες επιχειρήσεις μας.
Προτείνουμε την ακόλουθη προσέγγιση, βασισμένη σε 5 πυλώνες:
Πρώτον, απαιτείται μια κοινή προσέγγιση σε Ευρωπαϊκό επίπεδο. Χρειαζόμαστε μια ευρωπαϊκή εργαλειοθήκη πολιτικών, ώστε να συντονίσουμε τα εθνικά μέτρα για άμεση αντίδραση στις δραματικές κατακόρυφες αυξήσεις τιμών.
Δεύτερον, αναφορικά με το φυσικό αέριο, πρέπει να διερευνηθεί η λειτουργία της ευρωπαϊκής αγοράς φυσικού αερίου, ώστε να καταλήξουμε γιατί αποδείχθηκαν ανεπαρκή τα υφιστάμενα συμβόλαια φυσικού αερίου. Πρέπει, επίσης, να διαμορφώσουμε κοινές κατευθυντήριες γραμμές σχετικά με την αποθεματοποίηση φυσικού αερίου, ώστε να περιορίσουμε και να εξομαλύνουμε τις αυξήσεις τιμών. Επιπλέον, πρέπει να βελτιώσουμε τον συντονισμό των αγορών μας σε φυσικό αέριο, ώστε να αυξήσουμε τη διαπραγματευτική ισχύ μας.
Τρίτον, είναι ανάγκη να μεταρρυθμίσουμε τη χονδρική αγορά ηλεκτρικής ενέργειας. Η αγορά ηλεκτρικής ενέργειας έχει πολλά πλεονεκτήματα: διασφαλίζει ενεργειακά αποθέματα αδιαλείπτως, για όλες τις Ευρωπαϊκές χώρες. Όμως, χρειάζεται να βελτιωθεί, ώστε να διαμορφώνει καλύτερα τη σύνδεση ανάμεσα στην τιμή που πληρώνουν οι καταναλωτές και στο μέσο κόστος παραγωγής της ηλεκτρικής ενέργειας στα εθνικά μείγματα παραγωγής. Αυτό καθίσταται ολοένα και σημαντικότερο, καθώς η απολιγνιτοποίηση θα αυξήσει τη χρήση ηλεκτρικής ενέργειας στην οικονομία μας.
Τέταρτον, πρέπει να επικεντρωθούμε στην επίτευξη ενεργειακής ανεξαρτησίας, επενδύοντας στη διαφοροποίηση της ενεργειακής μας προμήθειας και να μειώσουμε την εξάρτηση της Ευρώπης από χώρες-εξαγωγείς φυσικού αερίου, το ταχύτερο δυνατόν. Οι ενεργειακές μορφές χαμηλών εκπομπών άνθρακα, όπως για παράδειγμα η βιομάζα, η αιολική και η ηλιακή ενέργεια, θα παίξουν καθοριστικό ρόλο στη διαφοροποίηση της ενεργειακής μας προμήθειας.
Το Σύστημα Εμπορίας Ρύπων (ETS) είναι θεμελιώδες για τον καθορισμό τιμής για τον άνθρακα και για την προώθηση της ενεργειακής μετάβασης. Συνεπώς, για να προσφέρουμε στους δημόσιους και ιδιώτες ενδιαφερόμενους την ευκαιρία να σχεδιάσουν και να στρέψουν τις επενδύσεις τους προς δραστηριότητες με χαμηλές εκπομπές άνθρακα, πρέπει να διασφαλίσουμε μια πιο προβλέψιμη τιμή για τον άνθρακα και να αποφύγουμε την υπερβολική διακύμανσή της.