Του Γιώργου Φιντικάκη
Ισχυρό χτύπημα για την ασθενική ακόμη ελληνική οικονομία, που επί χρόνια είχε ευνοηθεί από τη χαμηλή πτήση του πετρελαίου, φέρνει η εκτόξευση των διεθνών του μαύρου χρυσού στα 80 δολάρια το βαρέλι και ?αποκαλύπτει ??τον πραγματικό λογαριασμό που θα κληθεί να πληρώσει η χώρα, η οποία ?λόγω της κυβερνητικής αβελτηρίας, ?έχασε τη χρυσή ευκαιρία της τριετίας 2015-2017, δηλαδή την εποχή του φθηνού πετρελαίου, του χαμηλού κόστους χρήματος, των χαμηλών επιτοκίων και υψηλών ρυθμών ανάπτυξης, ?σε αντίθεση με ?όλη την υπόλοιπη Ευρωζώνη.
Ενδεχόμενη μείωση στη διεθνή ζήτηση λόγω επιβράδυνσης στην παγκόσμια οικονομία, είναι πιθανό να μειώσει τη προσέλκυση επενδύσεων που τόσο ανάγκη έχει το επόμενο διάστημα η Ελλάδα. Εφόσον μάλιστα οι συνθήκες χειροτερέψουν ?και η αβεβαιότητα στη Μέση Ανατολή εκτινάξει περαιτέρω το πετρέλαιο, τότε ?η Ελλάδα θα βρεθεί εκτεθειμένη σε μια καταιγίδα, δίχως την ομπρέλα μιας προληπτικής γραμμής στήριξης, την οποία η κυβέρνηση για καθαρά π?ολιτι?κούς λόγους, δεν έχει μέχρι σήμερα διεκδικήσει.
Σε αυτή την ευαίσθητη για την οικονομία συγκυρία, η έκρηξη του μαύρου χρυσού, χτυπά καταρχήν τη κατανάλωση, έπειτα το κόστος παραγωγής και τελικά τον ρυθμό ανάπτυξης, ανατρέποντας τους σχεδιασμούς του πρoϋπολογισμού και προσθέτοντας ένα ακόμη πονοκέφαλο στην αλυσίδα των προβλημάτων που έχει να αντιμετωπίσει η ?χώρα??.
?Διεθνείς μελέτες έχουν δείξει ότι κ?άθε αύξηση της τιμής του βαρελιού κατά 5 δολάρια?, πάνω από την πρόβλεψη του εθνικού πρoϋπολογισμού , προκαλεί μείωση του ΑΕΠ κατά 0,4%, ανάλογα με τη δομή της κάθε οικονομίας.? Στην πράξη αυτό σημαίνει ότι αν παραμείνει στα σημερινά επίπεδα ο μέσος όρος τιμών του πετρελαίου? για το 2018, δηλαδή κοντά στα 63 δολάρια το βαρέλι, τότε η ζημιά για την ανάπτυξη θα κινηθεί στην καλύτερη περίπτωση μεταξύ 0,3% - 0,4%.
Και οι ρυθμοί ανάπτυξης δεν θα ξεπεράσουν για φέτος το 2%, επίπεδα στα οποία αναπροσάρμοσε χθες τις εκτιμήσεις της ελληνικής κυβέρνησης και αξιωματούχος του οικονομικού επιτελείου, μετά τη συνάντησή του με τους θεσμούς. Εξάλλου και η ΕΚΤ έχει αναθεωρήσει από τον περασμένο Δεκέμβριο τις εκτιμήσεις της για τις μέσες τιμές πετρελαίου φέτος, στα 61,6 δολάρια το βαρέλι, από 52,6 δολάρια.? Στην τιμή αυτή των 52,6 δολαρίων έχουν γίνει οι προβλέψεις και για τον πρoϋπολογισμό του 2018, ?που σημαίνει ότι η διαφορά σε σχέση με την πρόβλεψη, είναι της τάξης του 20%.
?Χθες το? brent ξεπ?έρασε κάποια στιγμή? τα 80 δολάρια, στον απόηχο της ανησυχίας που προκαλεί η απόφαση Τράμπ για αποχώρηση από τη συμφωνία για τα πυρηνικά του Ιραν και την επιβολή κυρώσεων? σε όσες χώρες και επιχειρήσεις συναλλάσσονται με αυτό?. Κίνηση που αναμένεται να οδηγήσει σε απόσυρση μεγάλων πετρελαϊκών εταιρειών από projects? στη συγκεκριμένη χώρα?.
Το τέλος της εποχής του χαμηλού πετρελαίου, και η εκτίναξ?ή? του σε επίπεδα που είχαν να εμφανισθούν ξανά από το Νοέμβριο του 2014, αποτυπώνεται καταρχήν στην αντλία. Οι ?λιανικές ?τιμές έχουν κατά μέσον όρο ξεπεράσει τα 1,6 ευρώ το λίτρο, ενώ σε νησιωτικές περιοχές, όπως οι Κυκλάδες υπερβαίνουν και τα 1,80 ευρω, επηρεάζοντας την ήδη πτωτική κατανάλωση.
Κόστος παραγωγής, εξαγωγές
Ενώ η μείωση της κατανάλωσης ?αποτελεί ?εξαιρετικά σημαντική επίπτωση, το μεγάλο πλήγμα για την οικονομία αφορά στην αύξηση του κόστους για βιοτεχνίες και βιομηχανί?ες?, συρρικνώνοντας κι άλλο την ανταγωνιστικότητα τους, και πλήττοντας τις ελληνικές εξαγωγές?, που μόλις έχουν αρχίσει να ανακάμπτουν?. Επιπλέον, τυχόν κρίση διαρκείας με το πετρέλαιο θα ανατρέψει το ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών, καθώς είμαστε ?μια ?χώρα βαθιά εξαρτημένη από τα ορυκτά καύσιμα. ?Τα παραπάνω συμπίπτουν με την νευρικότητα που προκαλούν στις αγορές οι πολιτικές εξελίξεις στην Ιταλία, την άνοδο του πληθωρισμού στην ευρωζώνη, και τη συστηματική αύξηση της αβεβαιότητας διεθνώς.
Το Ιράν
Εξαιτίας της απόφασης Τράμπ, η γαλλική Total προειδοποίησε χθες ότι μπορεί να αποχωρήσει από project πολλών δισεκατομμυρίων δολαρίων στο Ιράν, εφόσον δεν μπορέσει να εξασφαλίσει εξαίρεση από τις αμερικανικές κυρώσεις, δημιουργώντας περαιτέρω αμφιβολίες σχετικά με τις ευρωπαϊκές προσπάθειες διάσωσης της συμφωνίας.
Επιπλέον τα αποθέματα αργού και διυλισμένων προϊόντων παγκοσμίως, υποχώρησαν κατακόρυφα τους τελευταίους μήνες, λόγω της ισχυρής ζήτησης και της μείωσης της παραγωγής από τις κορυφαίες χώρες παραγωγής πετρελαίου παγκοσμίως.