Του Βασίλη Γεώργα
Από τον πάγο του περσινού Οκτώβρη φτάσαμε πλέον να ζεματιζόμαστε Ιούνιο για την αξιολόγηση και την αποδέσμευση της δόσης των 7,5 δισ. ευρώ, με τις προσδοκίες όλων να μεταφέρονται στο σημερινό τηλε-Euroworking Group για την οριστική απόφαση που αναμένεται να κλείσει τον οκτάμηνο κύκλο διαπραγματεύσεων και νομοθετημάτων.
Όπως έχουν εξελιχθεί τα πράγματα, και ενόψει του νέου κύκλου που ήδη ξεκινά για τα εργασιακά και το χρέος, ο πολιτικός χρόνος για «πανηγυρισμούς» είναι ανύπαρκτος καθώς ήδη αμφισβητείται αν η επόμενη μέρα που ξημερώνει στη χώρα θα έχει να κάνει με την επανεκκίνηση της λειτουργίας της κυβέρνησης και της οικονομίας, ή με την επανέναρξη ενός νέου κύκλου εσωστρέφειας και νέων μακροχρόνιων διαπραγματεύσεων ενόψει της φθινοπωρινής νέας αξιολόγησης.
Οι δανειστές έδωσαν λίγα για το χρέος αλλά πήραν και με το παραπάνω όλα όσα ζήτησαν από την κυβέρνηση στη φορολογία, το ασφαλιστικό, τα «κόκκινα» δάνεια και τις αποκρατικοποιήσεις, οπότε είναι εκ των πραγμάτων θέμα χρόνου και κάλυψης τριών συγκεκριμένων προαπαιτούμενων, πριν ανάψει το πράσινο φως τόσο για την εκταμίευση της δόσης από τον ESM όσο και για την αποδοχή των ελληνικών ομολόγων από την ΕΚΤ ως ενέχυρα δανεισμού για τις τράπεζες.
Η φαινομενικά μικρή αλλά ουσιώδης λεπτομέρεια που έχει να κάνει με την ποινική ασυλία των εκπροσώπων των δανειστών στο νέο υπερταμείο είναι πιθανό να αντιμετωπιστεί νομοθετικά (ή με άλλο τρόπο) από σήμερα ώστε να κλείσουν και οι τελευταίες εκκρεμότητες. Τις προηγούμενες ημέρες πάντως, και στον απόηχο των δημοσίων παρεμβάσεων εκ μέρους της Κομισιόν για το θέμα, η κυβέρνηση αναζητούσε μια ικανοποιητική διατύπωση που να καλύπτει τόσο τις ανησυχίες των δανειστών όσο και την ανεξαρτησία της Δικαιοσύνης. Εντούτοις, τίποτα δεν εγγυάται ότι σήμερα θα δοθεί η τελική λύση καθώς σε εκκρεμότητα παραμένει τόσο η υπογραφή του νέου MOU για το Ελληνικό, που έχει καθυστερήσει σημαντικά και έχει θέσει σε συναγερμό την κυβέρνηση, όσο και η μεταβίβαση του 5% του ΟΤΕ στο ΤΑΙΠΕΔ προκειμένου να πουληθεί. Πρόκειται για τρία θέματα που εξακολουθούν να παραμένουν ανοιχτά και δεν αποκλείεται να προκαλέσουν καθυστερήσεις στη διαδικασία.
Θα πρέπει να υπάρξουν σαφείς διαβεβαιώσεις εκ μέρους της ελληνικής πλευράς αν πρόκειται να επικυρωθεί σήμερα η έκθεση συμμόρφωσης από το EWG, που θα αποτελέσει τη βάση για να ξεκινήσει μέσα στην εβδομάδα η διαδικασία έγκρισης του επικαιροποιημένου μνημονίου από τα εθνικά κοινοβούλια της Γερμανίας, της Αυστρίας, της Φινλανδίας, της Ολλανδίας και της Σλοβακίας. Υπάρχει, ωστόσο, ακόμη ένα EWG την ερχόμενη Πέμπτη 9 Ιουνίου, ενώ στα μέσα του μήνα αναμένεται ακόμη μια συνεδρίαση των υπουργών Οικονομικών της Ευρωζώνης (16/6), όπου θα ανάψει το πράσινο φως προς τον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Σταθερότητας για την εκταμίευση της δόσης αλλά και –σύμφωνα με κυβερνητικές πηγές- θα εμβαθύνει τις συζητήσεις για τον «οδικό χάρτη» αναδιάρθρωσης του χρέους.
Στο μεσοδιάστημα αναμένεται η ΕΚΤ να εγκρίνει την επαναφορά του waiver, για να αρχίσουν να γίνονται ξανά αποδεκτά τα ελληνικά ομόλογα ως ενέχυρα δανεισμού από τις ελληνικές τράπεζες, προκειμένου να μειωθούν τα ποσά του ELA.
Σε κάθε περίπτωση ακόμη και αν η εκταμίευση της δόσης δεν αποτελέσει το σημείο αντιστροφής της οικονομίας, θα είναι μια βαθιά ανακούφιση για όλους, τόσο για τα δημόσια ταμεία, που από τις αρχές της χρονιάς καλύπτουν υποχρεώσεις (όσες καλύπτουν) με ιδίους πόρους, όσο και για την κυβέρνηση και τους δανειστές που διασφαλίζουν ένα σχετικά ήσυχο τρίμηνο-τετράμηνο ενόψει του βρετανικού δημοψηφίσματος και των ισπανικών εκλογών. Παράλληλα, θα ανακουφίσει τις επιχειρήσεις – προμηθευτές του κράτους καθώς και τα ασφαλιστικά ταμεία, τα οποία θα λάβουν ως το τέλος του έτους μέρος των οφειλών τους από το δημόσιο σε τρεις δόσεις που αντιστοιχούν στο 2% του ΑΕΠ.
Το μεγάλο ύψος της δόσης δημιουργεί επίσης χρηματοδοτική ασφάλεια και για το οικονομικό επιτελείο καθώς γνωρίζει πως ακόμη και στο σενάριο τους επόμενους μήνες να επιδεινωθεί η κατάσταση στο εσωτερικό ή στο διεθνές σκηνικό, θα υπάρχουν επαρκή διαθέσιμα ώστε να καλυφθούν χωρίς ιδιαίτερες αναταράξεις οι ανάγκες μέχρι τα τέλη του έτους.
Τα δύσκολα του Οκτωβρίου
Πριν κλείσει ο κύκλος αυτής της πολύμηνης -και εκ του αποτελέσματος ζημιογόνου για την οικονομία- διαπραγμάτευσης, στη διάρκεια της οποίας το ΑΕΠ βαίνει μειούμενο για τρία συνεχόμενα τρίμηνα, έχει ανοίξει ο επόμενος. Η κυβέρνηση ήδη προετοιμάζεται για τη δεύτερη αξιολόγηση του Οκτωβρίου, όπου θα βρεθεί μπροστά στα δύσκολα των εργασιακών μεταρρυθμίσεων (συνδικαλιστικός νόμος, συλλογικές διαπραγματεύσεις, ελεύθερες απολύσεις, αλλαγές στους μισθούς του ιδιωτικού τομέα κλπ), ενώ παράλληλα προετοιμάζει το επόμενο αφήγημά της, το οποίο συνίσταται στη φράση του πρωθυπουργού ότι «τώρα έχει έρθει η ώρα που πρέπει να δείξουμε τις κυβερνητικές μας επιδόσεις και να αξιολογηθούμε».
Το στοίχημα της κυβέρνησης και η πρόκληση για την ανάκαμψη είναι αν τα «ισοδύναμα» που θα υπάρξουν προς την πραγματική οικονομία, μετά το κλείσιμο της πρώτης αξιολόγησης (δόση, κοινοτικά κονδύλια, επενδυτικό κλίμα κλπ), θα είναι τέτοια που θα καταφέρουν τελικά αντισταθμίσουν τις βαριές υφεσιακές επιπτώσεις της φορολογίας και θα σώσουν μια παρτίδα που θεωρείται από τους περισσότερους χαμένη από τη στιγμή που το «πακέτο» των μέτρων εκτιμάται ότι ξεπερνά τα όρια αντοχής της οικονομίας.
Ακόμη, ωστόσο κι αν λόγω καλοκαιριού και τουριστικής σεζόν υπάρξει προσωρινά μια πολιτική και οικονομική εκεχειρία, τα πολύ δύσκολα έπονται το Σεπτέμβριο-Οκτώβριο όπου θα μαζευτούν πάλι αρκετά «σύννεφα», όπως:
- Η παρθενική έκθεση του δημοσιονομικού συμβουλίου για την πορεία επίτευξης των στόχων όπου θα δίνεται μια πρώτη γεύση για την ενδεχόμενη ενεργοποίηση ή μη του «κόφτη».
- Η ετήσια σύνοδος του ΔΝΤ στην Ουάσιγκτον (7-9 Οκτωβρίου) όπου αναμένεται να συζητηθεί ή και να ληφθούν αποφάσεις για την συμμετοχή του ΔΝΤ στο ελληνικό πρόγραμμα στη βάση μιας νέας έκθεσης βιωσιμότητας του χρέους, από την οποία εν πολλοίς θα εξαρτηθεί και η ένταξη της Ελλάδας στο πρόγραμμα ποσοτικής χαλάρωσης της ΕΚΤ.
- Η ψήφιση των αλλαγών που αναμένεται να αποφασιστούν στο θεσμικό πλαίσιο των εργασιακών σχέσεων και του συνδικαλιστικού νόμου, για τις οποίες η κυβέρνηση ήδη καλλιεργεί κλίμα «ηρωικών διαπραγματεύσεων», με την αντιπολίτευση να σηκώνει πολιτικά το θέμα.
Προφανώς, το κλίμα που θα διαμορφωθεί τους προσεχείς μήνες δεν είναι το ιδανικό για να ηρεμήσει η κατάσταση στην οικονομία. Μέρος της ευθύνης φέρουν και οι δανειστές που με τη θολή μέχρι σήμερα συμφωνία για το χρέος, δεν συνέβαλαν ώστε να ξεκαθαρίσει το τοπίο.
Η ρύθμιση για το χρέος ήταν και παραμένει η κρισιμότερη παράμετρος για να επανακάμψει η εμπιστοσύνη στην ελληνική οικονομία και όσο δεν έρχεται, είναι αμφίβολο αν αρκεί η χρηματοδοτική προστασία που παρέχουν οι δανειστές στη χώρα απέναντι σε έξωθεν κινδύνους, την ώρα που στο εσωτερικό ξεζουμίζεται κυριολεκτικά κάθε ικανό και παραγωγικό τμήμα της οικονομίας.