Της Μαίρης Βενέτη
Όχι και τόσο καλά τα πρόσφατα στοιχεία της Eurostat, καθώς για δεύτερο συνεχή μήνα η Ελλάδα παραμένει σε κατάσταση αποπληθωρισμού.
Έτσι ο πληθωρισμός στην Ελλάδα, με βάση τον εναρμονισμένο δείκτη τιμών καταναλωτή της Eurostat, παρέμεινε σε οριακά θετικά επίπεδα τον Ιούλιο, στο 0,4%, από 0,2% τον Ιούνιο, ενώ διαμορφώθηκε σε 0,7% κατά μέσο όρο για το πρώτο επτάμηνο του έτους.
Σε αυτή την κατάσταση είχε να βρεθεί η αγορά από το 2016, αλλά η αλήθεια είναι ότι η όποια άνοδος των τιμών όλο το προηγούμενο διάστημα ήταν σαφώς επιβραδυνόμενη, υποδεικνύοντας δύο πράγματα: Πρώτον ότι η ανάκαμψη της οικονομίας ήταν αναιμική και δεύτερον ότι οι στρεβλώσεις παρέμειναν ενεργές στη ραχοκοκκαλιά της.
Οι πρόσφατες ανακοινώσεις της Eurostat δημιουργούν την εύλογη αγωνία για το σοβαρό ενδεχόμενο η αγορά να προεξοφλήσει περαιτέρω πτώση των τιμών, με αποτέλεσμα οι καταναλωτές να καθυστερούν την αγορά προϊόντων εν αναμονή των χαμηλότερων μελλοντικών τιμών, δημιουργώντας έτσι έναν φαύλο κύκλο που με τη σειρά του μπορεί να οδηγήσει σε περαιτέρω πτώση των τιμών και τελικά σε οικονομική ύφεση.
Βέβαια στο σημείο αυτό θα πρέπει να αναφέρουμε ότι η διακοπή της ανοδικής πορείας των διεθνών τιμών του πετρελαίου κατά το πρώτο τρίμηνο του έτους και η διατήρησή τους, κατά μέσο όρο σε χαμηλότερα επίπεδα σε σχέση με το αντίστοιχο τρίμηνο του 2018, έβαλε ένα σημαντικό λιθαράκι στην διαμόρφωση των τιμών, ενώ ταυτόχρονα η εξέλιξη αυτή αντιστάθμισε την επίπτωση της υποτίμησης του ευρώ έναντι του δολαρίου. (σ.σ: H αποδυνάμωση του ευρώ σε σχέση με το δολάριο δημιουργεί πληθωριστικές πιέσεις, μιας και τα εισαγόμενα προϊόντα καθίστανται συγκριτικά ακριβότερα, με το ένα τρίτο σχεδόν εξ αυτών να αφορά προϊόντα ενέργειας).
Άλλος ένας λόγος είναι και οι φορολογικές ελαφρύνσεις που ψηφίστηκαν κατά τη διάρκεια της προεκλογικής περιόδου και τέθηκαν σε ισχύ από τις 20 Μαΐου.
Ήδη από τον Μάιο, ο εναρμονισμένος δείκτης τιμών καταναλωτή υπολείπεται του αντίστοιχου με σταθερούς φορολογικούς συντελεστές, ο οποίος διαμορφώθηκε στο 1,8% τον Ιούλιο και 1,1%, κατά μέσο όρο στο πρώτο επτάμηνο του τρέχοντος έτους. Η απόκλιση μεταξύ των δύο δεικτών υποδηλώνει ακριβώς την αρνητική επίδραση από την εφαρμογή των μειωμένων συντελεστών ΦΠΑ στο γενικό επίπεδο των τιμών στην εστίαση και την ενέργεια.
Τα στοιχεία της Eurostat όμως αναδεικνύουν και άλλες λεπτομέρειες.
Η Ελλάδα ήταν το κράτος με την χαμηλότερη άνοδο τιμών ανά την ΕΕ.
Παρά τις χαμηλές δηλαδή τιμές πληθωρισμού στην Ευρώπη -με τον μέσο πληθωρισμό στο 1,1% τον Αύγουστο από 1,3% έναν μήνα πριν –στην Ελλάδα για άλλη μια φορά έχουμε τις χειρότερες επιδόσεις μεταξύ των υπόλοιπων κρατών μελών.
Τουλάχιστον και παρά την μείωση του ΦΠΑ, παρατηρήθηκε άνοδος σε κατηγορίες του κλάδου του τουρισμού.
Αν τώρα αφαιρέσουμε αυτές τις συγκεκριμένες ομάδες, οι κλάδοι με τις μεγαλύτερες μειώσεις τιμών ήταν εκείνοι που αφορούν είδη διατροφής (-1,4%), είδη νοικοκυριού και υπηρεσιών, είδη οπτικοακουστικού εξοπλισμού, δίδακτρα και είδη ατομικής φροντίδας.
Παράθυρο ελπίδας αφήνει τουλάχιστον ο μέσος δείκτης 12μήνου, ο οποίος διαμορφώνεται στο 0,7%, αλλά και η έντονα θετική επίδραση της αλλαγής της κυβερνητικής σκυτάλης στον πρόδρομο δείκτη οικονομικής συγκυρίας του ΙΟΒΕ.
*Το υλικό αυτό παρέχεται για πληροφοριακούς και μόνο σκοπούς. Σε καμία περίπτωση δεν πρέπει να εκληφθεί ως προσφορά, συμβουλή, ή προτροπή για αγορά ή πώληση των αναφερομένων προϊόντων. Παρόλο που οι πληροφορίες που περιέχονται, βασίζονται σε πηγές που θεωρούνται αξιόπιστες, καμία διασφάλιση δεν δίνεται ότι είναι ακριβείς ή πλήρεις και δεν θα πρέπει να εκλαμβάνονται ως τέτοιες.