Του Βασίλη Γεώργα
Η αποχώρηση των εκπροσώπων των δανειστών τη Μεγάλη Πέμπτη χωρίς κλεισμένο εισιτήριο επιστροφής στην Αθήνα δεν αφήνει μεγάλα περιθώρια αισιοδοξίας για σύντομη ολοκλήρωση των διαπραγματεύσεων και κλείσιμο της αξιολόγησης. Στο οικονομικό επιτελείο ωστόσο επεξεργάζονται προτάσεις συμβιβασμού για τον τρόπο λειτουργίας του λεγόμενου «αυτόματου μηχανισμού διόρθωσης δημοσιονομικών αποκλίσεων», όπως ευσχήμως βαφτίστηκε το 4ο μνημόνιο ή μνημόνιο διαρκείας το οποίο πλέον θα επιβληθεί με τον ένα ή τον άλλο τρόπο στην Ελλάδα μέχρι το καλοκαίρι.
Η προσπάθεια συμβιβασμού επιχειρείται με άξονα την λεπτομερή εξειδίκευση των μέτρων ανά κωδικό του προϋπολογισμού για περικοπές δαπανών ύψους 2% του ΑΕΠ (3,6 δισ. ευρω) την οποία σύμφωνα με πληροφορίες φαίνεται τελικά πρόθυμη να αποδεχθεί η Ελλάδα, υπό τον όρο να μην υπάρξει αντίστοιχα αναλυτική νομική δέσμευση που θα περάσει από τη Βουλή και να συνδεθεί ως λύση με την αναδιάρθρωση του χρέους. Σύμφωνα με κυβερνητικές πηγές, στο θέμα της μη νομοθέτησης των μέτρων φαίνεται να «κάνει πίσω» τις τελευταίες ώρες και το ΔΝΤ, κάτι το οποίο ωστόσο μένει να αποδειχθεί. Το Ταμείο ωστόσο φέρεται πως επιδιώκει να έχει αποφασιστικό ρόλο στον προσδιορισμό και την πιστοποίηση των αποκλίσεων για την κάλυψη των δημοσιονομικών στόχων καθώς και στην επιλογή των μέτρων, σε μια διελκυστίνδα που φέρνει το ΔΝΤ αντιμέτωπο με τη Eurostat αλλά και με την ελληνική κυβέρνηση που επίσης θέλει να έχει λόγο ώστε να μην «καταλυθεί η εθνική κυριαρχία», όπως χαρακτηριστικά λένε στελέχη της.
Το προφανές είναι ότι έχοντας αποδεχτεί τον «κόφτη δαπανών» πλέον η κυβέρνηση οδεύει προς την υπογραφή ενός νέου μνημονίου προληπτικών μέτρων το οποίο θα έχει απροσδιόριστη χρονική διάρκεια. Το «παράδοξο» είναι πως τον δρόμο για τη σημερινή εμπλοκή και το αυριανό μνημόνιο τον είχε ανοίξει η ίδια η κυβέρνηση.
Μπορεί η πρόταση για τα έξτρα μέτρα των 3,6 δις. ευρώ να προστέθηκε εμβόλιμα από τον υπουργό Οικονομικών της Γερμανίας Β. Σόιμπλε και το ΔΝΤ κατά τη διάρκεια του Washington Group, εντούτοις η ιδέα για τη θεσμοθέτηση του αυτόματου μηχανισμού περικοπής δαπανών ήταν ελληνικής εμπνεύσεως και είχε πέσει στο τραπέζι του Eurogroup της 18ης Ιουνίου 2015 από τον τότε υπουργό Οικονομικών Γ. Βαρουφάκη. Με μια σημαντική διαφορά. Ότι τότε η θεσμοθέτηση αυτού του μηχανισμού που θα λειτουργούσε ανεξάρτητα και μακριά από πολιτικές παρεμβάσεις μέσω του Δημοσιονομικού Συμβουλίου, σχεδιάζονταν να αποτελέσει το αντάλλαγμα που θα έδινε η Ελλάδα έναντι μιας απόφασης για μείωση του στόχου παραγωγής πρωτογενών πλεονασμάτων στο 1,5% αντί του 3,5% το οποίο τελικά αποφασίστηκε από τους ευρωπαίους δανειστές. Ο τότε αρμόδιος υπουργός επί των Οικονομικών είχε μιλήσει για «μηχανισμό παρακολούθησης σε εβδομαδιαία βάση ο οποίος ταυτόχρονα θα συνδυάζεται με ένα αυτοματοποιημένο σύστημα το οποίο θα προχωρά σε αυτόματες μειώσεις όλων των δαπανών του δημοσίου στην περίπτωση που υπάρχει διάγνωση ότι ο προϋπολογισμός τείνει να εκτροχιαστεί και να περάσει σε πρωτογενές έλλειμμα».
Ο ίδιος μηχανισμός γύρισε τώρα από την πίσω πόρτα (Γερμανία και ΔΝΤ) και προτείνεται να επιβληθεί ως μνημόνιο διαρκείας που θα παρέχει επιπλέον εχέγγυα κόβοντας αυτόματα μισθούς και συντάξεις, ότι η Ελλάδα και θα πάρει τα μέτρα του πακέτου των 5,4 δισ. ευρώ (άμεσοι και έμμεσοι φόροι, ασφαλιστικό κλπ) για την τριετία 2016-2018 και θα δεσμευτεί για πρόσθετα μέτρα 3,6 δις. ευρώ εφόσον η απόδοση του βασικού πακέτου δεν αποδώσει τα προσδοκώμενα ώστε να επιτευχθεί πρωτογενές πλεόνασμα 3,5% του ΑΕΠ (6,5 δις, ευρώ) το 2018.