Αύξηση των κερδών στο α΄ τρίμηνο και εκτίναξη των πωλήσεων στη Κίνα παρά το μποϊκοτάζ
Adidas

Αύξηση των κερδών στο α΄ τρίμηνο και εκτίναξη των πωλήσεων στη Κίνα παρά το μποϊκοτάζ

Αυξήθηκαν τα κέρδη της Adidas AG στο α΄ τρίμηνο καθώς οι επιδόσεις βελτιώθηκαν σε όλα τα τμήματα της αγοράς, ενώ επικαιροποίησε τις εκτιμήσεις για το σύνολο της χρήσης, κάνοντας λόγο για υψηλότερες πωλήσεις παρά το μποϊκοτάζ Κινέζων καταναλωτών λόγω του ζητήματος των Ουιγούρων. 

Η γερμανική εταιρεία αθλητικών ειδών ανακοίνωσε ότι τα καθαρά κέρδη τριμήνου διαμορφώθηκαν στα 558 εκατ. ευρώ έναντι των 31 εκατ. ευρώ πριν από έναν χρόνο.

«Η επιτάχυνση θα ενισχυθεί από την κυκλοφορίας μιας σειράς καινοτόμων προϊόντων», αναφέρεται στη σχετική ανακοίνωση, καθώς αναμένει πως μεγάλες διοργανώσεις όπως το UEFA Euro και το Copa America θα ενισχύσουν την ζήτηση.

Οι πωλήσεις αυξήθηκαν 20% στα 5,27 δισ. ευρώ, κυρίως χάρη στα ισχυρά αποτελέσματα τόσο από τις απευθείας πωλήσεις όσο και από αυτές μέσω Διαδικτύου.

Η Adidas τόνισε πως αναμένει τώρα αύξηση των πωλήσεων περί το 50% στο β΄ τρίμηνο και 15%-19% το 2021, ενώ πρόσθεσε πως οι προοπτικές της κερδοφορίας της σταδιακά θα συμπεριλάβουν και το κόστος που σχετίζεται με την εκποίηση της Reebok.

Εκτίναξη των πωλήσεων στην Κίνα

Η εταιρεία ανακοίνωσε επίσης ότι οι πωλήσεις στην Κίνα αυξήθηκαν κατά 156% τους πρώτους τρεις μήνες του έτους παρά το μποϊκοτάζ που κάνουν πολλοί εγχώριοι καταναλωτές λόγω του ζητήματος των Ουιγούρων. 

Αρκετές εταιρείες λιανικού εμπορίου στον χώρο της μόδας και της ένδυσης στη Δύση έχουν δεχτεί πιέσεις από οργανώσεις ανθρωπίνων δικαιωμάτων προκειμένου να σταματήσουν να προμηθεύονται βαμβάκι από τη Σιντζιάνγκ, η οποία παράγει περισσότερο από το 85% του ακατέργαστου βαμβακιού της Κίνας.

Σημειώνεται ότι προ μηνός, μέσα από το πολύ δημοφιλές κοινωνικό δίκτυο Weibo, η Λαϊκή Ημερησία της Κίνας κατονόμασε και άλλες δυτικές εταιρείες που έχουν δηλώσει στο παρελθόν πως δεν αγοράζουν βαμβάκι από την επαρχία Σιντζιάνγκ, ανάμεσά τους την Adidas και τη Nike. Στο παιχνίδι μπήκαν και οι Κινέζοι πολίτες, οι οποίοι άρχισαν να δείχνουν τη δυσαρέσκειά τους προς τις κατονομασθείσες εταιρείες, δηλώνοντας στα κοινωνικά δίκτυα πως θα σταματήσουν να αγοράζουν τα προϊόντα αυτών των εταιρειών οι οποίες «συκοφαντούν» την Κίνα.