Σε ανακοίνωση ενημέρωσης και διευκρινίσεων αναφορικά με τα βήματα που έχουν γίνει ως τώρα στο θέμα της προσπάθειας μετεγκατάστασής της σε άλλα γραφεία προέβη η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς.
Η πλήρης ανακοίνωση της εποπτικής αρχής έχει ως εξής:
«Η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς ξεκίνησε από πολύ νωρίς τη διαδικασία για τη μετεστέγασή της, με πρώτη προσπάθεια αυτή της εξεύρεσης ενός ελεύθερου και κατάλληλου δημοσίου κτηρίου. Για το λόγο αυτό απευθύνθηκε στο Υπουργείο Εργασίας, Κοινωνικής Ασφάλισης και Κοινωνικής Αλληλεγγύης για το κτήριο επί της οδού Κολοκοτρώνη, στο οποίο στεγαζόταν το πρώην ΤΣΜΕΔΕ (Νοέμβριος 2017), χωρίς όμως αποτέλεσμα.
Στη συνέχεια ετοιμάσθηκε και προκηρύχθηκε διαγωνισμός για εξεύρεση κτηρίου, ο οποίος κατακυρώθηκε στο ΣΥΝΕΓΓΥΗΤΙΚΟ, που ήταν ο μοναδικός ενδιαφερόμενος που κατέθεσε προσφορά.
Μετά την κατακύρωση, υπεγράφη μεταξύ της Επιτροπής Κεφαλαιαγοράς και του ΣΥΝΕΓΓΥΗΤΙΚΟΥ συμφωνητικό, υπό την προϋπόθεση ότι το κτίριο θα έχει αδειοδοτηθεί από την πολεοδομία για χρήση γραφείων.
Η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς στο διάστημα αυτό ζήτησε και έλαβε προσωρινή μελέτη για την προβλεπόμενη δαπάνη μετεγκατάστασής της στο νέο κτήριο, η οποία δαπάνη θα ξεπερνούσε το ποσό του 1.000.000 Ευρώ και για το λόγο αυτό το συγκεκριμένο έργο θα έπρεπε να ενταχθεί στην κατηγορία των δημοσίων έργων, με προοπτική αποπεράτωσης, λόγω των διαδικασιών για τα δημόσια έργα, σχεδόν τα 2,5 έτη.
Η υπόθεση της μίσθωσης του νέου κτηρίου βρίσκεται ακόμη σε εξέλιξη.
Τονίζεται ότι το μίσθωμα που κατέβαλε η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς για το κτήριο που ήδη στεγάζεται, ανερχόταν στο ποσό των 115.000 ευρώ για την προ κρίσης περίοδο, ενώ δια νόμου, στο πέρασμα των ετών, μειώθηκε στο ποσό των 46.000 ευρώ.
Μετά τη λήξη της μισθωτικής σχέσης για το κτήριο που στεγάζεται σήμερα η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς, αυτή καταβάλλει πλέον στους ιδιοκτήτες του κτηρίου αποζημίωση χρήσης, το ποσό της οποίας διαμορφώνεται ελεύθερα, κατόπιν συμφωνίας των συμβαλλομένων μερών.
Η Επιτροπή Κεφαλαιαγοράς καταβάλλει κάθε δυνατή προσπάθεια, ώστε στο πλαίσιο της περί Νομικών Προσώπων Δημοσίου Δικαίου νομοθεσίας, να αντιμετωπίσει το ταχύτερο δυνατόν το πρόβλημα στέγασης της Αρχής».