Του Προκόπη Χατζηνικολάου
Τα 7 δισ. ευρώ προσεγγίζουν τα κρυφά και φανερά χρέη του δημοσίου προς τους προμηθευτές του και τους φορολογούμενους. Εν αναμονή συντάξεις και επιστροφές φόρων εκτινάσσουν τα ληξιπρόθεσμα χρέη του δημοσίου από τα 4,5 δισ. ευρώ που είχαν φθάσει στα τέλη Δεκεμβρίου του 2016 στα 7 δισ. ευρώ, με τους πιστωτές της χώρας να ζητούν από την κυβέρνηση, αφενός να εμφανίσει το σύνολο των χρεών της, αφετέρου να προχωρήσει ταχύτερα στην αποπληρωμή τους.
Σύμφωνα με πληροφορίες, η τακτική των υπηρεσιών του υπουργείου Οικονομικών (κατόπιν σχετικών εντολών) είναι να μην εκδίδονται ΑΦΕΚ (ατομικά φύλλα έκπτωσης) ή και να καθυστερεί η επεξεργασία των αιτήσεων με αποτέλεσμα οι οφειλές του δημοσίου να μην εμφανίζονται στο σύνολο των χρεών του δημοσίου.
Το θετικό είναι ότι υπάρχει σθεναρή πίεση από τους θεσμούς ώστε να τακτοποιηθούν οι υποχρεώσεις του δημοσίου, διαφορετικά, οποιαδήποτε πλεόνασμα θα πηγαίνει όπως φαίνεται σε επικοινωνιακές «τοποθετήσεις», όπως έγινε πρόσφατα με την καταβολή της 13ης σύνταξης.
Οι μεθοδεύσεις της κυβέρνησης οδηγούν ωστόσο σε ασφυξία τις μικρομεσαίες επιχειρήσεις από τις καθυστερήσεις πληρωμών με αρκετές να οδηγούνται σε λουκέτο, ή να αναγκάζονται αφήνουν απλήρωτες τις υποχρεώσεις τους σε τράπεζες ακόμα και στη εφορία.
Και δεν είναι μόνο ότι η κυβέρνηση αποκρύπτει τις πραγματικές οφειλές, αλλά δημιουργεί και νέα φέσια στην αγορά. Για παράδειγμα το περασμένο έτος δημιουργήθηκαν νέα χρέη ύψους 1,6 δισ. ευρώ. Παρά το γεγονός ότι το προηγούμενο έτος «έπεσαν» στην αγορά 3,1 δισ. ευρώ (από τον Ευρωπαϊκό Μηχανισμό Σταθερότητας) ωστόσο, φορείς και υπουργεία δημιουργούσαν νέα χρέη που ξεπερνούσαν τα 130 εκατ. ευρώ μηνιαίως.
Σύμφωνα με στοιχεία της Κομισιόν, ο μέσος χρόνος αποπληρωμής των οφειλών του Δημοσίου προς τους ιδιώτες ανέρχεται κατά μέσο όρο σε 115 ημέρες έναντι 49 το 2015. Φυσικά υπάρχουν και περιπτώσεις όπου οι αποπληρωμές μπορούν να γίνουν μετά από 500 ημέρες, δηλαδή μετά από ενάμιση χρόνο. Μάλιστα τα δικαιώματα πληρωμής παραβιάζονται, καθώς για την καταβολή της πληρωμής ο επιχειρηματίας υποχρεώνεται να αποδεχτεί εκ των προτέρων όρους, παραδείγματος χάριν, ότι παραιτείται της καταβολής τόκων υπερημερίας και άλλης αποζημίωσης για τις δαπάνες είσπραξης των οφειλών. Οι μικρές και μεσαίες επιχειρήσεις (ΜΜΕ), οι οποίες δεν έχουν την ίδια οικονομική ισχύ με τις μεγαλύτερες επιχειρήσεις, είναι περισσότερο ευάλωτες στις επιπτώσεις των καθυστερήσεων πληρωμών, ιδίως σε καιρούς οικονομικής ύφεσης.
Όπως προκύπτει από οδηγία της Ε.Ε., οι δημόσιες αρχές πρέπει πλέον να πληρώνουν για τα αγαθά και τις υπηρεσίες που προμηθεύονται εντός 30 ημερών ή, σε εξαιρετικές περιπτώσεις, εντός 60 ημερών. Στην περίπτωση πληρωμών που πραγματοποιούνται αργότερα από ό,τι έχει συμφωνηθεί, οι πιστωτές δικαιούνται αυτομάτως τόκους υπερημερίας (με επιτόκιο τουλάχιστον 8% πάνω από το επιτόκιο αναφοράς της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας) και τουλάχιστον 40 ευρώ ως αποζημίωση για κάθε μη εξοφληθέν τιμολόγιο, καθώς και όλες τις άλλες δαπάνες στις οποίες υποβλήθηκαν ως έξοδα είσπραξης των οφειλών.